Στις 9 Δεκεμβρίου 1987 ξέσπασε η πρώτη Ιντιφάντα, η μαζικότερη και μακροβιότερη παλαιστινιακή εξέγερση εναντίον της ισραηλινής κατοχής. Η λέξη «Ιντιφάντα» στα αραβικά σημαίνει «εξέγερση», «ανατίναγμα της σκόνης», και συμπύκνωσε το συσσωρευμένο αίσθημα αδικίας που κυριαρχούσε σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την επιβολή της κατοχής στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη το 1967.
Οι συνθήκες διαβίωσης στα παλαιστινιακά εδάφη είχαν επιδεινωθεί δραματικά. Εκθέσεις του ΟΗΕ στη δεκαετία του 1980 μιλούσαν καθαρά για συστηματική παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων, για ενέργειες που περιλάμβαναν εκτοπισμούς, βασανισμούς, μαζικές συλλήψεις, κατεδαφίσεις σπιτιών, αυθαίρετες δολοφονίες αμάχων, ακόμη και ανηλίκων. Η καθημερινότητα των Παλαιστινίων είχε μετατραπεί σε ένα ασφυκτικό καθεστώς στρατιωτικών ελέγχων, περιορισμών και συνεχούς φόβου.

Σε αυτή τη γενιά που μεγάλωνε με ελάχιστα δικαιώματα, συρρικνωμένες δυνατότητες εκπαίδευσης και ανύπαρκτη προοπτική, η σπίθα της εξέγερσης δεν άργησε να ανάψει.
Η πολιτική των εποικισμών: Μια «αργή προσάρτηση»
Κεντρικός πυλώνας της ισραηλινής κατοχής υπήρξε η εκτεταμένη πολιτική εποικισμού. Από το 1980 κι έπειτα οι εποικισμοί αυξάνονταν με επιταχυνόμενο ρυθμό, ενώ η Ανατολική Ιερουσαλήμ είχε ουσιαστικά προσαρτηθεί μονομερώς, με ισραηλινό πληθυσμό να αγγίζει το 40% μέσα σε δύο δεκαετίες.
Οι έποικοι απολάμβαναν κρατική προστασία, έφεραν βαρύ οπλισμό και λειτουργούσαν σχεδόν ανεξέλεγκτα απέναντι στον τοπικό πληθυσμό, σε βαθμό που ο ΟΗΕ έκανε λόγο για «πράξεις βίας και επιθετικότητας χωρίς προηγούμενο». Οι επιθέσεις σε αμάχους, ακόμη και παιδιά, γίνονταν όλο και συχνότερες.
Ταυτόχρονα, η άνιση κατανομή υδάτινων πόρων αποτελούσε μια από τις πιο καθοριστικές πτυχές της κατοχής. Οι εποικισμοί κατανάλωναν πολλαπλάσιες ποσότητες νερού σε σχέση με τους Παλαιστίνιους, ενώ οι τοπικές αγροτικές κοινότητες στραγγαλίζονταν από αυστηρούς περιορισμούς στην άρδευση. Το 1986 το ένα τέταρτο του νερού που κατανάλωνε το Ισραήλ προερχόταν από παλαιστινιακά εδάφη.
Οι εποικισμοί κατέστρεφαν τη γεωγραφική συνοχή των παλαιστινιακών περιοχών, καθιστώντας τις μετακινήσεις εξαιρετικά δύσκολες και την καθημερινότητα αφόρητη.

Η οικονομική εξάρτηση και η φτώχεια των κατεχόμενων
Πριν από την Ιντιφάντα, το 90% του εμπορίου της Παλαιστίνης γινόταν με το Ισραήλ, υπό αυστηρούς περιορισμούς που προστάτευαν πλήρως τις ισραηλινές επιχειρήσεις εις βάρος των παλαιστινιακών παραγωγών. Παράλληλα, το 40% των Παλαιστινίων εργαζόταν στο Ισραήλ με μειωμένα δικαιώματα, χαμηλότερους μισθούς και ταπεινωτικούς ελέγχους.
Η ανεργία, η φτώχεια και η απουσία υποδομών είχαν γίνει μόνιμο καθεστώς. Ακόμη και οι πανεπιστημιακοί απόφοιτοι δυσκολεύονταν να εξασφαλίσουν εργασία σχετική με τις σπουδές τους. Η ισραηλινή κυβέρνηση το δήλωνε ανοιχτά: ανάπτυξη στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη δεν θα υπήρχε, αν αυτή μπορούσε να ανταγωνιστεί την οικονομία του Ισραήλ.
Το ξέσπασμα: Από ένα συμβάν σε μια λαϊκή εξέγερση
Η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο στις 8 Δεκεμβρίου 1987, όταν τέσσερις Παλαιστίνιοι εργάτες σκοτώθηκαν σε σημείο ελέγχου στη Γάζα. Το επόμενο πρωί, στις 9 Δεκεμβρίου, η οργή ξεχύθηκε στους δρόμους και οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν με ταχύτητα πρωτόγνωρη.
Οι πρώτες μέρες σημαδεύτηκαν από πραγματικά πυρά εναντίον άοπλων διαδηλωτών. Ο πρώτος νεκρός ήταν ο 17χρονος Χάτεμ Αλ-Σίσι. Οι παλαιστινιακοί προσφυγικοί καταυλισμοί έγιναν κέντρα αντίστασης, οι δρόμοι γέμισαν οδοφράγματα, οι απεργίες παρέλυσαν την οικονομική δραστηριότητα. Η εξέγερση ήταν αυθόρμητη, αλλά σύντομα οργανώθηκε σε «λαϊκές επιτροπές» και την Ενωμένη Εθνική Ηγεσία της Εξέγερσης, που συντόνισε τη δράση των παλαιστινιακών οργανώσεων.

Η απάντηση του Ισραήλ: «Βία, δύναμη και ξύλο»
Η αντίδραση ήταν σκληρή και συστηματική. Ο υπουργός Άμυνας Γιτζάκ Ράμπιν είχε ξεκαθαρίσει τη γραμμή: «βία, δύναμη και ξύλο». Τα επόμενα χρόνια επιβλήθηκαν απαγορεύσεις κυκλοφορίας, μαζικές συλλήψεις, διοικητικές κρατήσεις, βασανισμοί, κατάσχεση περιουσιών και κατεδαφίσεις σπιτιών.
Πάνω από 1.240 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν —πολλοί από αυτούς παιδιά— και περισσότεροι από 130.000 τραυματίστηκαν. Δεκάδες χιλιάδες συνελήφθησαν, χιλιάδες εξορίστηκαν και εκατοντάδες παιδιά υπέστησαν βίαιους ξυλοδαρμούς, με χιλιάδες να χρειάζονται ιατρική φροντίδα μέσα στα πρώτα δύο χρόνια.
Παράλληλα, το Ισραήλ εγκαινίασε σε μεγάλη κλίμακα πολιτική στοχευμένων δολοφονιών, με χαρακτηριστικότερο θύμα τον Αμπού Τζιχάντ, ηγετικό στέλεχος της Φατάχ, στην Τύνιδα το 1988.

Διπλωματικές εξελίξεις και η πολιτική μετάφραση της Ιντιφάντα
Η Ιντιφάντα ανέτρεψε τους συσχετισμούς στο διεθνές επίπεδο. Οι ΗΠΑ, ανήσυχες για τη σταθερότητα της περιοχής, πίεσαν για διαπραγματεύσεις. Μετά από έντονη διπλωματική διελκυστίνδα, το 1988 το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο αναγνώρισε επίσημα τις αποφάσεις του ΟΗΕ και ανακοίνωσε την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, σηματοδοτώντας την απομάκρυνση από την ένοπλη πάλη και την υιοθέτηση πολιτικής λύσης.
Η Ιντιφάντα δεν τερματίστηκε αμέσως, αλλά από τα μέσα του 1991 η έντασή της άρχισε να υποχωρεί, οδηγώντας τελικά στο Συνέδριο της Μαδρίτης και στην εποχή των συμφωνιών του Όσλο.
Κληρονομιά μιας λαϊκής εξέγερσης
Η πρώτη Ιντιφάντα αποτέλεσε σημείο καμπής για το Παλαιστινιακό ζήτημα. Δεν ήταν απλώς μια εξέγερση αλλά μια μαζική, λαϊκή διεκδίκηση αξιοπρέπειας, δικαιωμάτων και αυτοδιάθεσης, που ανέδειξε τη δύναμη μιας κοινωνίας υπό πίεση να αντισταθεί με οργανωμένο και συλλογικό τρόπο.
Παρά τα όσα ακολούθησαν, η πρώτη Ιντιφάντα παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο καθοριστικά κεφάλαια στην σύγχρονη ιστορία της Μέσης Ανατολής, σύμβολο επιμονής, οδύνης και αγώνα ενός λαού που δεν έπαψε ποτέ να διεκδικεί την ελευθερία του.
Διαβάστε επίσης:
Η συγκλονιστική ιστορία του Σαμαρείτη αντιστασιακού Nader Sadaqa
21 χρόνια χωρίς τον Γιάσερ Αραφάτ: Η εμβληματική φωνή του παλαιστινιακού αγώνα











