Η ακρίβεια αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας για την χρονιά που φεύγει.
Και μπορεί σε σύγκριση με το δημογραφικό, την κλιματική κρίση/αλλαγή ή ακόμα και τις ανισότητες να μην αποτελεί την μεγαλύτερη απειλή για την βιωσιμότητα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, ωστόσο, είναι το πρόβλημα που όλοι οι πολίτες βρίσκουν μπροστά τους κάθε ημέρα σε κάθε συναλλαγή τους.
Σε βαθμό μάλιστα που στις τελευταίες μετρήσεις της κοινής γνώμης, το συντριπτικό ποσοστό της κοινωνίας πιστεύει ότι η χρονιά που έρχεται θα είναι χειρότερη ή στην καλύτερη περίπτωση, εξίσου δύσκολη με αυτή που φεύγει.
Το κυβερνητικό αφήγημα υποστηρίζει -σε γενικές γραμμές- ότι η ακρίβεια είναι εισαγόμενη και οφείλεται σε εξωγενής παράγοντες από την ελληνική οικονομία.
Αυτό θα ήταν ακριβές βεβαίως εάν μιλούσαμε μόνο για τις τιμές εισαγόμενων προϊόντων. Τα προϊόντα όμως και οι υπηρεσίες που καταναλώνουμε δεν είναι όλα εισαγόμενα και σίγουρα δεν είναι όλα τα προϊόντα συνδεόμενα με διεθνείς τιμές αναγκαστικά.
Το κόστος παραγωγής
Αδιάψευστη απόδειξη για αυτό αποτελούν οι αγροτικές κινητοποιήσεις. Οι Έλληνες αγρότες, μπορεί να έχουν ως προμετωπίδα των κινητοποιήσεών τους τις καθυστερήσεις στις πληρωμές έπειτα από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, μπορεί να αισθάνονται οργή από τις γαλάζιες ακρίδες με τις οποίες μοιράστηκαν στις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, μπορεί να αντιδρούν στην έλλειψη σχεδιασμού και αγροτικής πολιτικής ή στη συμφωνία με την Mercosur, αλλά ψηλά στη λίστα των αιτημάτων τους, έχουν και το υψηλό κόστος παραγωγής που συμπιέζει τα εισοδήματα τους.
Κάτι που αποτελεί εκ των πραγμάτων καταγγελία για την λειτουργία της αγοράς μιας και όπως λένε, πωλούν στις ίδιες ή και χαμηλότερες τιμές από αυτές που πωλούσαν 3 ή 4 χρόνια πριν.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα που μετέφερε στην ολομέλεια της Βουλής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος για τον αγρότη που βρίσκει στο ράφι του σούπερ μάρκετ την φακή που παράγει, στα 4,70€ όταν ο ίδιος την πωλεί 0,70€.
Σε αντίστοιχες καταγγελίες έχουν προβεί και καταναλωτικές οργανώσεις όπως η Ένωση Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδος που κάνουν λόγο για υψηλές τιμές στο ράφι των ελληνικών σούπερ μάρκετ σε αντίθεση με τα ίδια ακριβώς προϊόντα, στην ίδια συσκευασία που μπορούν να αγοράσουν οι καταναλωτές σε σούπερ μάρκετ του εξωτερικού. Μάλιστα αυτό ισχύει, όπως υποστηρίζει ο πρόεδρος της Ένωσης κ. Αντώνης Ραυτόπουλος, ακόμα και για ελληνικά προϊόντα. Σε αυτά δηλαδή που το μεταφορικό κόστος δεν μπορεί να αποτελεί παράγοντας επιβάρυνσης της τιμής.
Ακριβή μου ενέργεια
Φυσικά και οι τιμές θα ανέβουν εφόσον το κόστος ενέργειας και τα καύσιμα έχουν ανέβει σημειώνουν παράγοντες της αγοράς στην ερώτηση εάν οι τιμές του πετρελαίου επηρεάζουν τις τιμές λιανικής πώλησης.
Το ζήτημα όμως σήμερα, δεν είναι αυτό, διότι οι τιμές του αργού πετρελαίου να τελευταία χρόνια έχουν ακολουθήσει αρνητική πορεία. Για την ακρίβεια η τιμή Brent που αποτελεί σημείο αναφοράς της τιμής των καυσίμων σε παγκόσμια κλίματα έχει μειωθεί κατά περίπου 14 – 15% τα τελευταία 5 χρόνια. Αντίστοιχη είναι και η μείωση της τιμής πώλησης του OPEC.
Σε αντίθετη τροχιά κινείται η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου όπου από το 2020 μέχρι το 2025 έχει αυξηθεί κατά περίπου 30%. Κι εδώ πάλι όμως έχουμε μία ελληνική ιδιομορφία διότι η Ελλάδα μπορεί να ακολουθεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αύξησης, ωστόσο προηγείται σε παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές, η οποία όμως δεν έχει περάσει στον τελικό καταναλωτή.
Πάντοτε όμως, θα πρέπει να υπολογίζεται το ποσοστό συμμετοχής της ενέργειας στην τελική τιμή ενός προϊόντος και σε αυτή την περίπτωση και στην παραγωγή ενός προϊόντος. Και εν πάσει περιπτώσει, δεδομένου ότι οι τιμές πώλησης των παραγωγών είναι ίδιες ή και χαμηλότερες από αυτές που ήταν 5 χρόνια πριν, μικρή σημασία έχει η τιμή της ενέργειας που απορροφάται αυταπόδεικτα από τους παραγωγούς, σε σχέση με την τιμή στο ράφι.
Οι υψηλές τιμές
Μία πρώτη απάντηση στον γρίφο των υψηλών τιμών στο ράφι την δίνει πάντως ο Διευθύνων Σύμβουλος Ομίλου Μικρών και Μεσαίων Συνεταιριστικών Σούπερ Μάρκετ Ελλάδος, Λεωνίδας Καρίγιαννης που επικεντρώνει στην λειτουργία ορισμένων αλυσίδων λιανεμπορίου.
Σύμφωνα με τον κ. Καρίγιαννη, καθοριστικός παράγοντας για τις υψηλές τιμές στο ράφι είναι ένα δαιδαλώδης μηχανισμός πωλήσεων που ακολουθούν οι πολυεθνικές.
Αγοράζουν προϊόντα σε πολύ χαμηλές τιμές και στη συνέχεια τα διαθέτουν στην ελληνική αγορά μέσω θυγατρικών.
Με αυτό τον τρόπο όπως εξηγεί ο κ. Καρίγιαννης, διαφεύγουν των ελεγκτικών μηχανισμών που είναι ανύπαρκτοι και ταυτόχρονα εξασφαλίζουν υψηλά κέρδη.
Η ελληνική παραγωγή
Αυτός ο μηχανισμός μπορεί να απαντά στις υψηλές τιμές ορισμένων προϊόντων, αλλά δεν απαντά στο σύνολο των προϊόντων.
Σύμφωνα με τον κ. Καρίγιαννη, για τα προϊόντα ελληνικής παραγωγής που βρίσκονται στα ράφια, η μέθοδος είναι διαφορετική παρότι παράγεται το ίδιο αποτέλεσμα. Δηλαδή υψηλές τιμές για τους καταναλωτές.
Εδώ, οι ελληνικές εταιρείες, πληρώνουν σημαντικά ποσά για την είσοδό τους στα ράφια των μεγάλων αλυσίδων με το ποσό να καθορίζεται από το πλήθος των κωδικών των καταστημάτων που θα μπουν τα προϊόντα. Αυτό το κόστος είναι τεράστιο για μια ελληνική βιομηχανία ή έναν έλληνα παραγωγό λέει ο κ. Καρίγιαννης και οπωσδήποτε μετακυλίεται στην τελική τιμή του προϊόντος.
Το συστημικό πρόβλημα
Η έλλειψη κρατικών ελέγχων, το υποτονικό καταναλωτικό κίνημα και η απουσία παραγωγικών συνεταιρισμών που να εξασφαλίζουν τον έλεγχο των προϊόντων και τη διανομή τους είναι αναγκαίες σήμερα αλλιώς, όπως σημειώνει ο κ. Καρίγιαννης: διαρκώς θα μιλάμε για την ακρίβεια και την αδυναμία των καταναλωτών και στο τέλος δεν θα γίνεται τίποτα.
Διαβάστε επίσης:
Ο σκοταδισμός είναι εδώ, είναι παρών και άγριος
Σκληραίνουν τη στάση τους οι αγρότες παρά τις πιέσεις και τις διασπαστικές κινήσεις (βίντεο)
Βιβλία που αξίζει να διαβάσεις τη νέα χρονιά: Οι προτάσεις του nonpapers.gr










