Την ανάγκη για μια ριζοσπαστική επανεκκίνηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων επισημαίνει ο πρώην πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου, σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ», με αφορμή τη συμμετοχή του στο 29ο Government Roundtable του Economist στην Αθήνα. Όπως υποστηρίζει, οι σημερινές σχέσεις των δύο χωρών χαρακτηρίζονται από «διακυμάνσεις» και όχι από στρατηγικό όραμα.
Ο Νταβούτογλου, που είχε ενεργό ρόλο στην προσέγγιση Ελλάδας – Τουρκίας κατά την πρώτη θητεία Ερντογάν, προτείνει σταθερές συναντήσεις των ηγετών ανά δύο με τρεις μήνες, ώστε να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη και να αποφεύγονται οι εντάσεις. Αναφορικά με το Κυπριακό, τάσσεται ανοιχτά υπέρ της λύσης δύο κρατών, με προοπτική επανένωσης όταν η Τουρκία ενταχθεί στην ΕΕ. Επιπλέον, εκφράζει τη θέση πως το casus belli μπορεί να αρθεί, εφόσον η Ελλάδα αποσύρει την πρόθεσή της για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.
Κριτική Νταβούτογλου στις ΗΠΑ για το Ιράν
Ο πρώην Τούρκος ΥΠΕΞ ασκεί σφοδρή κριτική στις ΗΠΑ για τη μονομερή επίθεση σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις χωρίς συντονισμό με το ΝΑΤΟ και κυρίως την Τουρκία, την οποία θεωρεί άμεσα ενδιαφερόμενη λόγω γεωγραφικής εγγύτητας. Όπως λέει, η ενέργεια αυτή συνιστά σοβαρή παραβίαση της συλλογικής ασφάλειας, θέτοντας σε κίνδυνο τους τουρκικούς πληθυσμούς σε περίπτωση πυρηνικής διαρροής. Χαρακτηρίζει δε την προσέγγιση Τραμπ ως «νέο είδος νεοαποικιοκρατίας».
Αναφερόμενος στην Κύπρο και την επέμβαση του 1974, ο Νταβούτογλου υποστηρίζει πως η στρατιωτική δράση της Τουρκίας δεν παραβίασε το διεθνές δίκαιο, αλλά αποτελούσε εφαρμογή των εγγυητικών δικαιωμάτων βάσει των Συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου. Κατηγορεί μάλιστα την ελληνική χούντα για το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, επισημαίνοντας πως η Τουρκία είχε υποχρέωση να αντιδράσει.
Απορρίπτει τις αιτιάσεις του ισραηλινού ΥΠΕΞ περί τουρκικής υποκρισίας, θεωρώντας τες απόπειρα παραπλάνησης και πρόκλησης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εν μέσω γενοκτονικών –όπως λέει– ενεργειών στη Γάζα.
Ολοκληρώνοντας, ο Νταβούτογλου επαναφέρει την ιδέα της Ανατολικής Μεσογείου ως ζώνης οικονομικής συνεργασίας, με τη συμμετοχή Ελλάδας, Τουρκίας και των δύο πλευρών της Κύπρου, σε μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας και ένταξης.