Σε έναν σταθμό του μετρό, ένα πρόσφατο πρωινό του φετινού Ιουλίου, ένας ηλικιωμένος με ρωτά καθώς ξεφυλλίζει εφημερίδα: «Πες μου, παιδί μου, τελικά άλλαξε κάτι ή απλώς συνηθίσαμε το καινούργιο;». Η ερώτηση του μείνει στο μυαλό. Όχι γιατί ήταν ρητορική – δεν ήταν. Αλλά γιατί συνοψίζει, ίσως καλύτερα κι από τα νούμερα των δημοσκοπήσεων ή τις ανακοινώσεις Τύπου, τον απολογισμό έξι ετών διακυβέρνησης της ΝΔ. Άλλαξε κάτι; Τι έμεινε; Οι παθογένειες παραμένουν; Που είναι η χώρα σε σχέση με την πρώτη ημέρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε το χρίσμα από τον ελληνικό λαό να αναλάβει τα ηνία αυτού του τόπου;
Γράφει ο Μίλτος Σακελλάρης
Από τις 7 Ιουλίου 2019 έως σήμερα, πολλά άλλαξαν. Κάποια προς το καλύτερο. Κάποια άλλα, απλώς άλλαξαν χέρια. Το βέβαιο είναι πως η Νέα Δημοκρατία κλήθηκε να κυβερνήσει μέσα σε ένα εκρηκτικό διεθνές και εσωτερικό περιβάλλον: πανδημία, ελληνοτουρκικές εντάσεις, ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός, πόλεμος στην Ουκρανία, προσαρμογή στην Πράσινη και Ψηφιακή Μετάβαση, δασμοί από τις ΗΠΑ, πόλεμος στην Γάζα και σύρραξη Ισραήλ- Ιράν.
Ας ξεκινήσουμε από τα θετικά, που είναι και υπαρκτά και ουσιαστικά:
Ψηφιακό κράτος – από το «γραφειοκρατικό τέρας» στο gov.gr
Ίσως το μεγαλύτερο άλμα της τελευταίας εξαετίας ήταν η ψηφιακή μεταρρύθμιση του κράτους. Το gov.gr, οι ψηφιακές υπογραφές, η άυλη συνταγογράφηση, τα ΚΕΠ Live, η ψηφιοποίηση χιλιάδων υπηρεσιών αποτέλεσαν επανάσταση στην καθημερινότητα. Για πρώτη φορά, το ελληνικό κράτος έδειξε πως μπορεί να λειτουργήσει όχι απλώς γρηγορότερα, αλλά και πολιτισμένα.
Οικονομική σταθερότητα – με δημοσιονομική σοβαρότητα
Παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, η κυβέρνηση κράτησε τη χώρα εκτός δημοσιονομικής εκτροχής. Η επενδυτική βαθμίδα ήρθε, η ανεργία μειώθηκε αισθητά και οι άμεσες ξένες επενδύσεις ενισχύθηκαν, ειδικά στον τομέα της ενέργειας και της τεχνολογίας. Η Ελλάδα του 2025 δεν είναι οικονομικά η ίδια με του 2015 ή του 2010 – αυτό πιστώνεται εν πολλοίς και στην προσήλωση της ΝΔ σε φιλοεπενδυτικές πολιτικές. Σε τήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος να πέσει η χώρα στα βράχια, όπως έγινε επί της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ.
Ασφάλεια και εθνικά – συνέπεια, αλλά και ερωτήματα
Η διαχείριση του μεταναστευτικού στα σύνορα και η επένδυση στις Ένοπλες Δυνάμεις (F-35, Rafale, Belh@rra, στρατηγικές συμμαχίες με Γαλλία και ΗΠΑ) ενίσχυσαν την εθνική αποτρεπτική ισχύ. Η κυβέρνηση αντιμετώπισε με αποφασιστικότητα τις υβριδικές απειλές στον Έβρο και στο Αιγαίο. Όμως το Κυπριακό, οι σχέσεις με την Άγκυρα και η στάση στο Αιγαίο συνεχίζουν να προκαλούν ανησυχίες για υπερβολική ρητορική χαμηλών τόνων, γεγονός που αμφισβητείται από την κεντρική κυβέρνηση, η οποία τονίζει πως η Ελλάδα είναι πλέον ισχυρή σε γεωπολιτικό, διεθνές και αμυντικό επίπεδο.
Δημόσια Υγεία – Στήριξη εν μέσω πίεσης
Eίναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αντιμετώπισε μια άνευ προηγουμένου δοκιμασία με την πανδημία, ενισχύοντας αποφασιστικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Χιλιάδες προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών, ενίσχυση ΜΕΘ, ψηφιοποίηση του ιατρικού φακέλου και η άυλη συνταγογράφηση αποτέλεσαν ουσιαστικά βήματα εκσυγχρονισμού. Παρά τις διαχρονικές αδυναμίες του ΕΣΥ, η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης –ειδικά στο πρώτο της στάδιο– ανέδειξε την ικανότητα ταχείας προσαρμογής, ενώ οι παρεμβάσεις συνεχίστηκαν και μετά την πανδημία, με στόχο μια πιο ανθεκτική δημόσια υγεία. Από τότε μέχρι και σήμερα έγιναν πάρα πολλά με επιπλέον πρόσληψη προσωπικού, ανακαίνιση κέντρων υγείας και τμημάτων επειγόντων περιστατικών. Απτές αλλαγές στην καθημερινότητα του πολίτη.
Κοινωνική Πολιτική – Στήριξη με στοχευμένα εργαλεία
Στον πυρήνα της κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης βρέθηκαν οι ευάλωτοι και η μεσαία τάξη, μέσα από στοχευμένες πολιτικές και σύγχρονα ψηφιακά εργαλεία. Η Κάρτα Αγορών, το Market Pass, η επέκταση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και η στεγαστική πολιτική για τους νέους υπήρξαν χειροπιαστά παραδείγματα μιας προσπάθειας να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή σε συνθήκες πληθωρισμού και ενεργειακής κρίσης. Ειδικά στον τομέα της απασχόλησης, τα προγράμματα επανακατάρτισης και επιδοτούμενων προσλήψεων στήριξαν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά. Η κοινωνική πολιτική της ΝΔ απέφυγε τον εύκολο λαϊκισμό και επένδυσε σε στοχευμένη πρόνοια με λογική ευθύνης και βιωσιμότητας. Αυτό που μένει είναι να δούμε τι θα περιέχει και το «καλάθι» παροχών που θα ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, πόσο μεγάλο θα είναι και ποιους θα αφορά.
Όμως, ακριβώς επειδή η εξουσία δεν είναι μόνο άσκηση πολιτικής αλλά και προστασία θεσμών και δικαιωμάτων, ο απολογισμός χρειάζεται και κριτική ματιά. Καμία κυβέρνηση δεν έλυσε τα πάντα, καμία κυβέρνηση δεν απέφυγε τα λάθη, καμία κυβέρνηση δεν “σκόνταψε” μία φορά αλλά πολλές.
Αυτοπεποίθηση που φλέρταρε με αλαζονεία
Σε μια διακυβέρνηση με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και επικοινωνιακή υπεροχή, η λεπτή ισορροπία ανάμεσα στη θεσμική σιγουριά και την πολιτική αλαζονεία δεν διατηρήθηκε πάντα. Ορισμένες συμπεριφορές στελεχών έδωσαν την εντύπωση αυτοαναφορικότητας και απομάκρυνσης από το συλλογικό αίσθημα. Δεν πρόκειται για στρατηγική, αλλά για υφέρπουσα κόπωση εξουσίας που, αν δεν αναγνωριστεί, ενέχει κινδύνους αποσύνδεσης από την κοινωνική πραγματικότητα. Η αλαζονεία άλλωστε πάντοτε τιμωρεί στο τέλος. Η αλαζονεία αποτελεί ένα από τα μεγάλα προβλήματα, το οποίο έχει τονίσει αρκετές φορές και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στους υπουργούς του. Ένα πρόβλημα που κάποιες φορές μοιάζει με Λερναία Ύδρα.
Παθογένειες που αντιστέκονται στις μεταρρυθμίσεις
Παρά τις αξιόλογες προσπάθειες εκσυγχρονισμού, η κρατική μηχανή εξακολουθεί να εμφανίζει εστίες αδιαφάνειας και διοικητικής αυθαιρεσίας. Η πρόσφατη υπόθεση στον χώρο της αγροτικής πολιτικής, που ανέδειξε προβλήματα διαχείρισης ευρωπαϊκών κονδυλίων, φώτισε τις δομικές αντιστάσεις ενός βαθέως διοικητικού μηχανισμού, που συχνά λειτουργεί με αδιαφάνεια και υπερβολική αυτενέργεια. Το ερώτημα που τίθεται δεν αφορά την πρόθεση της κυβέρνησης –αυτή είναι σαφής– αλλά τη δυνατότητά της να επιβάλει μια κουλτούρα λογοδοσίας και ελέγχου σε βάθος χρόνου. Το “ρουσφέτι” στο οποίο είχαν εκπαιδευτεί πολλές γενιές από το ίδιο το πολιτικό σύστημα, πλέον, σε μεγάλο βαθμό, εκνευρίζει την ελληνική κοινωνία και κυρίως τη νέα γενιά, η οποία έχει διαμορφώσει μία κακή άποψη για την πολιτική ζωή του τόπου.
Το στοίχημα για τους πολίτες
Έξι χρόνια μετά, η Νέα Δημοκρατία του 2019 δεν είναι ακριβώς ίδια με του 2025. Έχει καταφέρει σημαντικές τομές – κάποιες που ήρθαν για να μείνουν. Όμως, ταυτόχρονα, φέρει και το βάρος μιας αλαζονείας που συχνά συνοδεύει την πολιτική παντοδυναμία. Η πολιτική της κυριαρχία – δύο εκλογικές νίκες και ένα διαρκές προβάδισμα – συνοδεύτηκε από κλείσιμο στο εσωτερικό της και φθορά στην κοινωνική επαφή. Το κρίσιμο στοίχημα, από εδώ και πέρα, δεν είναι η Νέα Δημοκρατία να «κρατήσει την εξουσία». Είναι να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των δύσπιστων, να ανοίξει τα αυτιά στις κοινωνικές δονήσεις και –κυρίως– να επανασυνδεθεί με την έννοια της πολιτικής λογοδοσίας, όχι μόνο της διοικητικής αποτελεσματικότητας. Να μην αγνοήσει τη μεσαία τάξη, να παραμείνει κοντά σε όσους έχουν ανάγκη για στήριξη.
Θυμάμαι ξανά εκείνο τον ηλικιωμένο στο μετρό. Αν συναντιόμασταν σήμερα, ίσως του απαντούσα: «Ναι, κάτι άλλαξε. Αλλά για να μείνει, πρέπει και να πειστεί ο πολίτης ότι δεν του το επέβαλαν. Πως συμμετείχε. Ότι ήταν κι αυτός μέρος της αλλαγής».