Στην οικία Νταμπούδη και στον φούρνο του Γκουραμάνη, τα κρεματόρια του Χορτιάτη, κάηκαν ζωντανοί, πριν από ογδόντα χρόνια, εκατόν σαράντα έξι άνθρωποι, κυρίως γυναίκες, παιδιά, γέροι και άρρωστοι που έπεσαν θύματα της οργής των Γερμανών ναζί και των Ελλήνων συνεργατών τους, στις 2 Σεπτέμβρη του 1944. «Λένε πως οι δύο αυτοί χώροι είναι τα κρεματόρια του Χορτιάτη κατά τα πρότυπα του Άουσβιτς, του Μπίρκεναου και των δεκάδων στρατοπέδων εξόντωσης που είχαν δημιουργήσει οι Γερμανοί στην Αυστρία, τη Γερμανία, την Πολωνία και αλλού» αναφέρει ο απόγονος της επιζήσασας του ολοκαυτώματος Ελένης Γκουραμάνη Νανακούδη.
Ο ίδιος εξηγεί ότι «η διαφορά είναι πως στη Γερμανία και στα στρατόπεδα εξόντωσης, αφού πρώτα δολοφονούσαν τους ανθρώπους με αέριο -ένα δηλητήριο που βάζανε μέσα σε ειδικές αίθουσες και αποτελείωναν τις ήδη σκελετωμένες ανθρώπινες υπάρξεις, στη συνέχεια καίγανε τις σορούς τους για να καλύψουν το έγκλημά τους αλλά και για λόγους χωρητικότητας, αφού δεν μπορούσαν να θάψουν πλέον έξι εκατομμύρια ανθρώπους περίπου … Εκεί τους καίγανε πεθαμένους ενώ στον Χορτιάτη τους καίγανε ζωντανούς … τους στοιβάζανε με εμπρηστική σκόνη και με πυροβολισμούς τους βάζανε φωτιά και τους έκαιγαν ζωντανούς…».
Ο κ. Νανακούδης έχασε στο Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη τη γιαγιά του, Αναστασία Νανακούδη, 49 χρονών, τότε, η οποία βρισκόταν στην οικία Νταμπούδη, από την οποία δεν βγήκε κανείς ζωντανός. Ωστόσο σώθηκε η γυναίκα του αδελφού του πατέρα του, Ελένη Γκουραμάνη – Νανακούδη, η οποία ήταν τότε 11 χρονών. Η ίδια κατάφερε να επιζήσει μαζί με άλλα επτά παιδάκια και μια 40χρονη γυναίκα από τον φούρνο του Γκουραμάνη… «Ήταν θεία μου. Ήταν σαν μάνα μου. Ήταν ένας άνθρωπος που πέρασε πάρα πολλά εκείνη τη μέρα… Ήταν η πιο τραγική μορφή από τους επιζώντες. 11χρονο σχεδόν κοριτσάκι τότε σώθηκε μέσα από το φούρνο. Την είχαν αγκαλιασμένη η μεγαλύτερη αδελφή της και η μάνα της, οι οποίες με τους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν. Η θεία μου τραυματίστηκε στα πόδια και τα χέρια της, μισοκάηκε, παρόλα αυτά γλίτωσε ως από θαύμα. Να, αυτά είναι πραγματικά θαύματα», σχολιάζει.
Παρουσιάζοντας το χρονικό του Ολοκαυτώματος του Χορτιάτη διηγείται: «είμαστε στο τέλος πια της Γερμανικής κατοχής στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης και στην Ελλάδα βεβαίως. Το Τρίτο Ράιχ καταρρέει και έτσι φτάνουμε στο τέλος του καλοκαιριού, 2 Σεπτέμβρη του 1944. Μια μικρή αψιμαχία που έγινε ένα χιλιόμετρο περίπου από το κέντρο του Χορτιάτη, μπροστά στο ρωμαϊκό υδραγωγείο ήταν η δικαιολογία από την πλευρά των κατοχικών δυνάμεων να ισοπεδώσουν κυριολεκτικά τον Χορτιάτη. Εκεί, γύρω στις 11 το πρωί, μια μικρή ομάδα ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ. είχε στήσει ενέδρα για να αποτρέψει την είσοδο Γερμανών και συνεργατών τους στο Χορτιάτη και στην ευρύτερη περιοχή του ορεινού του όγκου. Μια γερμανική μικρή δύναμη συνόδευε ένα μικρό όχημα της υπηρεσίας ύδρευσης Θεσσαλονίκης για να χλωριώσει τις πηγές του νερού που από τον Χορτιάτη πήγαινε προς τη Θεσσαλονίκη. Η δύναμη δεν σταμάτησε στο σήμα που της έγινε και ανταλλάχθηκαν πυροβολισμοί ένθεν και ένθεν, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά και να εκπνεύσει λίγο αργότερα ένας Γερμανός χημικός που θα έφτιαχνε τη δοσολογία για το χλώριο…».
Όπως λέει, αργά το μεσημέρι, δεκάδες γερμανικά στρατιωτικά αυτοκίνητα με πάνοπλους στρατιώτες της Βέρμαχτ και με ογδόντα άνδρες του διαβόητου δολοφόνου Φριτς Σούμπερτ, ο οποίος ήταν επιλοχίας του Γερμανικού στρατού, σκληρός ναζιστής από το 1933 στο ναζιστικό κόμμα της Γερμανίας, έφτασαν στον Χορτιάτη, όπου έμεναν 2.500 κάτοικοι. Μετά την ανταλλαγή των πυροβολισμών που έγινε το πρωί, το χωριό αναστατώθηκε και η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων έφυγε προς το βουνό γιατί όλοι ήξεραν ότι εκεί δεν θα έμπαιναν οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους. Δυστυχώς όμως περίπου διακόσια άτομα, θεωρώντας ότι δεν έχουν καμία ευθύνη με το γεγονός, έμειναν στο χωριό.
«Όλους αυτούς τους μαζέψανε σε δύο συγκεντρώσεις: στην πλατεία του Χορτιάτη, στο ιστορικό κέντρο του Χορτιάτη, αλλά και στην αυλή του εξοχικού κέντρου του τότε προέδρου της κοινότητας του Χρήστου Μπαντάτσιου. Στη συνέχεια οδήγησαν τους μεν της πλατείας συγκεντρωμένους -50 γυναικόπαιδα περίπου, στην οικία Νταμπούδη, όπου κυριολεκτικά τους στοιβάξανε μέσα στο σπίτι με εμπρηστική σκόνη και με πυροβολισμούς τους βάλανε φωτιά και τους κάψανε ζωντανούς. Ανάμεσά τους και τη γιαγιά μου τη μάνα του πατέρα μου, Αναστασία Νανακούδη 49 χρονών. Την άλλη συγκέντρωση την οδήγησαν στο φούρνο του Γκουραμάνη, τους στοιβάξανε και αυτούς κυριολεκτικά μέσα εκεί. Όσες και όσοι δεν χωρούσαν τους εκτέλεσαν στην αυλή του φούρνου. Μετά πάλι έριξαν εμπρηστική σκόνη και τους έβαλαν φωτιά…».
Τραγικό θάνατο στην οικία Νταμπούδη και στον φούρνο του Γκουραμάνη βρήκαν εκατόν σαράντα έξι άνθρωποι, ενώ τη λίστα των νεκρών ανεβάζει στους 147 ο Γιώργος Σιδερίδης της υπηρεσίας ύδρευσης, που σκοτώθηκε την ίδια μέρα στο πρωινό περιστατικό. Το μικρότερο θύμα του Ολοκαυτώματος του Χορτιάτη ήταν ο Αλέξανδρος Σαρβάνης, δύο μηνών βρέφος…
Σήμερα, ο κ. Νανακούδης θυμάται τη θεία του, Ελένη Γκουραμάνη – Νανακούδη, που γυρνούσε με τον ίδιο ή και μόνη της σε πάρα πολλά σχολεία της Θεσσαλονίκης και σε άλλες εκδηλώσεις για να γίνουν γνωστά τα γεγονότα του Ολοκαυτώματος του Χορτιάτη και να μεταφέρει το μήνυμα στις νέες γενιές, ώστε να μην τραβήξουν ξανά όσα τράβηξαν οι άνθρωποι της γενιάς της. «Ήταν ένας άνθρωπος σπουδαίος που πράγματι έκανε πράξη ζωής αυτά που έλεγε, αγωνίστηκε με τον δικό της τρόπο βέβαια να περάσει αυτό το μήνυμα, το μήνυμα της ειρήνης, το τι εστί πόλεμος. Ήταν συγκινητικές οι στιγμές που ζούσα μαζί της, όταν μαθητές δακρυσμένοι πηγαίναν και την αγκάλιαζαν μετά τη μαρτυρία που τους έλεγε», συμπληρώνει.
Για τις μνήμες του χωριού αναφέρει ότι παραμένουν ζωντανές, ωστόσο σιγά σιγά και αυτό περνάει και δεν θα μπορούσε βέβαια να είναι και διαφορετικά. «Οι εκδηλώσεις που γίνονται εδώ και χρόνια αγκαλιάζονται από τον κόσμο, έχουν τη συμμετοχή του. Αυτό το οποίο εμείς ζητάμε και όταν λέω «εμείς», εννοώ η Κίνηση Πολιτών Χορτιάτη και η εφημερίδα Χορτιάτης 570 αλλά και ο Σύλλογος Οικογενειών Θυμάτων του Ολοκαυτώματος Χορτιάτη είναι το ιστορικό αυτό φοβερό γεγονός να μην τιμάται απλώς 2 – 3 μέρες πριν από την επέτειο της 2ης Σεπτέμβρη αλλά να είναι ένα διαρκές θέμα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου» τονίζει. Έτσι, τον περασμένο Μάρτιο, το Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ έκανε ένα διήμερο αφιέρωμα στα 80 χρόνια από το Ολοκαύτωμα, ενώ παραστάσεις την περασμένη εβδομάδα έδωσε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στο Ισλαχανέ, όπου μέχρι το τέλος Οκτωβρίου θα γίνουν πολλές ακόμη εκδηλώσεις με εικαστικά, θέατρο, μουσική και λογοτεχνία. Συναυλία για τα 80 χρόνια του ολοκαυτώματος θα πραγματοποιηθεί επίσης στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης στις 11 Οκτωβρίου.
Στο ίδιο πλαίσιο, όπως λέει, οι προσπάθειες εστιάζονται στην ανάγκη δημιουργίας Μουσείου Ιστορίας και Ολοκαυτώματος Χορτιάτη και στο να συμπληρωθεί η αναγραφή στο μνημείο του Ολοκαυτώματος στον Χορτιάτη ώστε εκτός από τους Γερμανούς Ναζί να συμπεριλαμβάνει ως υπεύθυνους και τους Έλληνες συνεργάτες τους. Παράλληλα, οι παραπάνω φορείς συμμετέχουν στο Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών ζητώντας δικαιοσύνη και αποζημίωση για τα εγκλήματα που έγιναν στον Χορτιάτη και σε όλα τα ολοκαυτώματα της Ελλάδας.
Ο κ. Νανακούδης αναφέρεται όμως, και στον ρόλο του Κουρτ Βαλντχάιμ στα γεγονότα. Συγκεκριμένα επισημαίνει: «ο Κουρτ Βαλντχάιμ ήταν ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ και όταν υπήρξε η υποψηφιότητά του για την προεδρία της Δημοκρατίας της Αυστρίας, τότε ως του θαύματος ανακάλυψαν οι μεγάλοι το πρότερο ναζιστικό του παρελθόν. Βεβαίως ήταν αξιωματικός και μάλιστα σε επιτελική θέση αντικατασκοπείας και η έδρα του ήταν στη βίλα Ριτζ, ανάμεσα στην Πυλαία και το Πανόραμα. Εκεί ήταν η βάση της επιτελικής αυτής ομάδας, όπου ο Κουρτ Βαλντχάιμ ήταν κεντρικό στέλεχος. Όταν λοιπόν πήγε να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Αυστρία και θυμήθηκαν και ψάξανε τότε το παρελθόν του, μια διεθνής ομάδα ιστορικών άρχισε να διερευνά το παρελθόν του. Ανάμεσά τους ήταν και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Χάγκεν Φλάισερ, ο οποίος συναντήθηκε μαζί του και όταν τον ρώτησε τι έχει να πει για το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη, απάντησε ‘δεν ξέρω τίποτε’. Απεδείχθη όμως εκ των υστέρων ότι όχι μόνον ήξερε αλλά συμμετείχε και στην οργάνωση του εγκλήματος του Χορτιάτη. Έγινε όμως μετά και πρόεδρος της Αυστρίας».
Μετά από όλα αυτά, ο κ. Νανακούδης υπογραμμίζει ότι δυστυχώς δεν αρκούν μόνον οι ευχές «ποτέ πόλεμος» και «ποτέ ξανά». «Θα πρέπει αυτό να το κάνουμε καθημερινή πράξη με χίλιους δύο τρόπους. Και θα πρέπει να βρούμε τρόπο να περάσουν όλα αυτά τα μηνύματα και όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα στη νέα γενιά» λέει και συμπληρώνει: «προσπαθούμε να περάσουμε σε αυτή τη νέα γενιά τα αντιπολεμικά αισθήματα… Το καταφέρνουμε; Δεν νομίζω, αφού βλέπουμε αυτά τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας. Παρ όλα αυτά εμείς επιμένουμε και αυτόν τον αγώνα θα τον δίνουμε συνεχώς, ώσπου πραγματικά να αλλάξουν τα πράγματα στην κοινωνία, στον κόσμο ολόκληρο. Είναι ουτοπία αυτό που λέμε; Μάλλον φαίνεται πως είναι ουτοπία, παρ’ όλα αυτά τις ουτοπίες πρέπει να παλεύουμε, τις ουτοπίες πρέπει να κυνηγάμε…».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ