Ένας δημιουργός με βαθιά ελληνική ψυχή, παγκόσμιο βλέμμα και κληρονομιά που συνεχίζει να εμπνέει. Ο Μιχάλης Κακογιάννης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες κινηματογραφιστές του 20ού αιώνα.
του Χρήστου Μυτιλινιού
Γνωστός για τις ταινίες του «Στέλλα», «Ηλέκτρα», «Ζορμπάς», ο Κακογιάννης διέπρεψε και στο θέατρο, την όπερα και την πολιτιστική διπλωματία, αφήνοντας πίσω του έναν ακέραιο πολιτιστικό θεσμό: το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.
Από τη Λεμεσό στο BBC
Γεννημένος στις 11 Ιουνίου 1921 στη Λεμεσό της Κύπρου, ο Μιχάλης Κακογιάννης ξεκίνησε την πορεία του με σπουδές νομικής στο Λονδίνο, υπακούοντας στις επιθυμίες του πατέρα του. Ωστόσο, γρήγορα τον κέρδισε το θέατρο. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εργάστηκε στο BBC, ενθαρρύνοντας μέσω ραδιοφώνου τους Έλληνες κατά της Κατοχής. Παράλληλα, σπούδασε υποκριτική και σκηνοθεσία, και σύντομα εμφανίστηκε στον «Καλιγούλα» του Καμί, στον επώνυμο ρόλο.
Η άφιξη στην Ελλάδα και η εκρηκτική αρχή
Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και ένα χρόνο μετά παρουσίασε το «Κυριακάτικο Ξύπνημα». Η διεθνής αναγνώριση ήρθε με τη «Στέλλα» (1955), με τη Μελίνα Μερκούρη να ενσαρκώνει τη γυναίκα που αρνείται να υποταχθεί. Ο Κακογιάννης διασταύρωσε το νεορεαλισμό με την αρχαιοελληνική τραγωδία και συνέχισε με ταινίες όπως «Το Κορίτσι με τα Μαύρα» και «Το Τελευταίο Ψέμα», όλες με την Έλλη Λαμπέτη.
Ο «Ζορμπάς» που άλλαξε τον παγκόσμιο χάρτη
Το 1964 γυρίζει τον «Αλέξη Ζορμπά», βασισμένο στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, με τον Άντονι Κουίν στον πρωταγωνιστικό ρόλο και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Η ταινία τιμήθηκε με τρία Όσκαρ, έκανε παγκόσμια επιτυχία και ανέδειξε την Ελλάδα σε διεθνές κινηματογραφικό brand. Έκτοτε, ο Κακογιάννης εργάστηκε σε Ευρώπη και Αμερική, σκηνοθετώντας τραγωδίες, όπερες και θεατρικά έργα υψηλής απαίτησης.
Η πολιτική του φωνή και η Κύπρος
Εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή στη χούντα των συνταγματαρχών και συνεργάστηκε με τη Μελίνα Μερκούρη στον αγώνα για δημοκρατία. Το 1975 γυρίζει το ντοκιμαντέρ «Αττίλας ’74», μια συγκλονιστική καταγραφή της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Η πολιτική ματιά του ήταν πάντα παρούσα στο έργο του – χωρίς διδακτισμό, αλλά με ένταση και καθαρότητα.
Η τελευταία του κληρονομιά
Το 2004 ίδρυσε το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, και το 2009 εγκαινίασε το σύγχρονο Πολιτιστικό Κέντρο στον Ταύρο. Πίστευε στη δύναμη της τέχνης ως δημόσιο αγαθό. Εξίσου σημαντικό είναι ότι εμπνεύστηκε και δρομολόγησε τον νυχτερινό φωτισμό της Ακρόπολης, υλοποιώντας το όραμά του για μια Αθήνα λαμπερή, ακόμα και τη νύχτα.
Διακρίσεις και παρακαταθήκη
Ο Μιχάλης Κακογιάννης τιμήθηκε με δεκάδες διακρίσεις: Ταξιάρχης του Χρυσού Φοίνικα, Μεγαλόσταυρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ειδικό Grand Prix του Μόντρεαλ, βραβεία από την Ακαδημία Αθηνών, τιμητικά διδακτορικά από κορυφαία πανεπιστήμια. Ήταν επίτιμος δημότης σε πόλεις από τη Λεμεσό έως το Ντάλας.
Το προσωπικό του αποτύπωμα
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν έκανε οικογένεια. Όπως ο ίδιος έλεγε: «Αγάπησα πλάσματα που με μεγαλύτερη παραφορά αγάπησαν εμένα… Αλλά πάνω απ’ όλα αγάπησα τη δουλειά μου».
Πέθανε στις 25 Ιουλίου 2011, σε ηλικία 90 ετών, αφήνοντας πίσω του όχι απλώς ένα έργο, αλλά ένα κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού πολιτισμού.