Σε ένα μοντέλο συστεγασμένων ATM με κοινή επωνυμία σε όλη την επικράτεια στρέφονται οι ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να περιορίσουν το υψηλό κόστος λειτουργίας των αυτόματων μηχανημάτων ανάληψης και να προσαρμοστούν στις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που καταργούν τις διατραπεζικές χρεώσεις για αναλήψεις μετρητών. Πρόκειται για μια λύση cost sharing, που ήδη εφαρμόζεται σε χώρες όπως η Πορτογαλία (Multibanco), η Γερμανία, η Αυστρία και η Ολλανδία.
Το πρότυπο της Πορτογαλίας, με 29 συμμετέχουσες τράπεζες υπό τον φορέα SIBS (αντίστοιχο του ελληνικού ΔΙΑΣ), προσφέρει μια ενιαία εμπειρία ανάληψης και πληρωμών για όλους τους πελάτες, με επιμερισμό τόσο των εξόδων λειτουργίας όσο και των εσόδων, βάσει των συναλλαγών κάθε τράπεζας.
Ο νόμος που αλλάζει τους όρους
Από τις 11 Αυγούστου, τίθεται σε εφαρμογή η κατάργηση της διατραπεζικής προμήθειας για αναλήψεις μετρητών μέσω ATM, μεταξύ των ελληνικών τραπεζών. Η προμήθεια περιορίζεται στο 1,5 ευρώ μόνο για ATM παρόχων όπως η Euronet, η Cashflex και άλλων ανεξάρτητων φορέων.
Το ζήτημα για τις τράπεζες δεν είναι τόσο οι Έλληνες πολίτες, οι οποίοι σπάνια χρησιμοποιούν ATM άλλων τραπεζών, όσο το γεγονός ότι ο νέος κανόνας ισχύει και για τους Ευρωπαίους τουρίστες. Σύμφωνα με τον κανονισμό της Ε.Ε. για τις διασυνοριακές πληρωμές, οι χρεώσεις πρέπει να είναι ίδιες για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης.
Οι νομικές υπηρεσίες των τραπεζών ερμηνεύουν ήδη τη ρύθμιση ως καθολικής εφαρμογής, κάτι που σημαίνει σημαντική απώλεια εσόδων για τις ίδιες, αφού η πρόσβαση στο δίκτυο θα είναι χωρίς χρέωση όχι μόνο για Έλληνες αλλά και για τουρίστες από χώρες της Ε.Ε.
Φόβοι για «παρασιτική» χρήση από Revolut και Viva
Η νέα κατάσταση δημιουργεί και ανταγωνιστική ανισορροπία. Τράπεζες χωρίς φυσικό δίκτυο στην Ελλάδα, όπως η Revolut (που αναμένεται να δραστηριοποιηθεί στη χώρα μέσω ευρωπαϊκού διαβατηρίου), αποκτούν πρόσβαση δωρεάν σε ένα δίκτυο που έχουν πληρώσει οι ελληνικές συστημικές τράπεζες. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής ανάπτυξης της Revolut για τη Νότια Ευρώπη, Ιγκνάσιο Ζουνζούνεγκι, η κίνηση αυτή της κυβέρνησης αποτελεί «νίκη για τους καταναλωτές» και οδηγεί σε «εξάλειψη περιττών χρεώσεων».
Το ίδιο δικαίωμα απόλαυσης του ελληνικού τραπεζικού δικτύου, χωρίς αντίστοιχο κόστος, αποκτούν και μικρότερες τράπεζες, όπως η Credia (πρώην Attica Bank), η Optima, η Viva Bank και οι Συνεταιριστικές Τράπεζες. Οι τελευταίες, παρότι έχουν περιορισμένο ή ανύπαρκτο αριθμό ΑΤΜ, θα μπορούν να προσφέρουν πλήρη πρόσβαση στους πελάτες τους, εις βάρος του κόστους που συνεχίζουν να επωμίζονται οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες.
Κίνδυνος για την επέκταση του δικτύου
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, όμως, δεν είναι η πρόσβαση. Είναι το ενδεχόμενο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες να σταματήσουν να επενδύουν στην ανάπτυξη νέων ATM. Αυτό θα έπληττε ιδιαίτερα τους πολίτες που δεν έχουν πρόσβαση σε internet ή mobile banking, όπως πολλοί ηλικιωμένοι στην επαρχία ή άτομα χωρίς ψηφιακές δεξιότητες.
Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα και η γεωγραφική κάλυψη, η συστεγασμένη λειτουργία ATM με κοινό brand εξετάζεται πλέον ως ρεαλιστική απάντηση στο νέο καθεστώς. Η λύση αυτή μπορεί να επιτρέψει τη διατήρηση επαρκούς φυσικής παρουσίας των τραπεζών στην καθημερινότητα των πολιτών, χωρίς να επιβαρύνεται υπέρμετρα κάθε τράπεζα ξεχωριστά.
Οι τελικές αποφάσεις αναμένονται τις επόμενες εβδομάδες, ωστόσο όλα δείχνουν ότι η Ελλάδα οδεύει προς ένα νέο μοντέλο διατραπεζικής συνεργασίας, όχι μόνο στον ψηφιακό τομέα, αλλά και στην ίδια τη φυσική πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.