Για ακόμη δύο χρόνια οι φορολογούμενοι που καθυστερούν τις πληρωμές τους προς το Δημόσιο θα συνεχίσουν να επιβαρύνονται με επιτόκιο 8,76% τον χρόνο (0,73% για κάθε μήνα καθυστέρησης), σύμφωνα με απόφαση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκου Πιερρακάκη. Η επιλογή της κυβέρνησης να διατηρήσει αμετάβλητο το «πέναλτι» προκαλεί αντιδράσεις, καθώς το βάρος για νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις παραμένει δυσβάσταχτο.
Η απόφαση δεν αλλάζει τα επιτόκια του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, που αφορούν τόσο στους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής όσο και στην επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων. Έτσι, το επιτόκιο επιστροφής παραμένει στο 6% (0,50% τον μήνα), δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη ανισορροπία μεταξύ κράτους και πολίτη: το Δημόσιο δανείζεται φθηνότερα απ’ ό,τι «δανείζει» τον φορολογούμενο.
Επιτόκια στην εφορία: Πάγωμα… αλλά όχι ελάφρυνση
Παράλληλα, «παγωμένα» έως τον Μάρτιο του 2026 μένουν και τα επιτόκια στις πάγιες ρυθμίσεις:
- 4,34% για έως 12 δόσεις
- 5,84% για περισσότερες από 12 δόσεις
Η ρύθμιση αφορά τόσο παλιές όσο και νέες υπαγωγές, με το υπουργείο να διαφημίζει ότι «διευκολύνει» τους οφειλέτες. Ωστόσο, στην πράξη, οι υψηλές χρεώσεις επιτοκίων εξανεμίζουν την όποια ανακούφιση, ειδικά σε μια περίοδο που η ΕΚΤ έχει ήδη ξεκινήσει να μειώνει τα βασικά της επιτόκια.
Το αποτέλεσμα είναι ξεκάθαρο: οι πολίτες συνεχίζουν να πληρώνουν ακριβά την καθυστέρηση, ενώ η κυβέρνηση επιλέγει να μην ευθυγραμμίζεται με τη μείωση του κόστους δανεισμού στην υπόλοιπη Ευρώπη.