Η Παναγία δεν είναι απλώς πρόσωπο της πίστης. Είναι θεσμός. Είναι το ολόγραμμα της ελπίδας που κοσμεί το ψυγείο της γιαγιάς, το «φυλαχτό» στο παρμπρίζ του ταξί, το μικρό εικονοστάσι στο ντεπόζιτο του τρακτέρ, η τελευταία λέξη που λες πριν πέσεις από το μηχανάκι και η πρώτη που ψιθυρίζεις όταν δεν έχεις σήμα στο χειρουργείο.
Γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας
Κι αν έχεις απορίες για τη δημοφιλία της, αρκεί να ρίξεις μια ματιά στο ημερολόγιο: 15 Αυγούστου. Ημέρα της Παναγίας, της Μαρίας, της Δέσποινας, της Παναγιώτας, του Παναγιώτη, του Μάριου, του Μάριου-Αντώνη-Ιωσήφ-Άγγελου (πρόσφατο trend), του “δεν-ξέρω-αν-γιορτάζω-αλλά-αν-μου-στείλεις-ευχές-θα-απαντήσω”. Είναι η εορτή που σχεδόν το 60% της χώρας σηκώνει τηλέφωνα και άλλοι τόσοι ανεβάζουν στόρι με τον πανηγυρικό τίτλο “Όσοι με θυμηθήκατε, ευχαριστώ – οι άλλοι, ξέρω”.
Παναγιά μου βόηθα, δηλαδή.
Δεν υπάρχει κατάσταση στην ελληνική πραγματικότητα που να μην την επιστρατεύουμε:
– Όταν πέφτει κεραυνός: «Παναγίτσα μου!»
– Όταν έρχεται ο λογαριασμός του ρεύματος: «Παναγιά μου και Χριστέ μου!»
– Όταν περιμένεις τα αποτελέσματα του γιατρού: «Κάνε το θαύμα σου, Παναγιά μου»
– Όταν κολλάς στην εφορία: «Ας ανάψω ένα κεράκι στην Παναγιά την Εξοφλητικιά».
Η Παναγία είναι, τρόπον τινά, η customer service του Ουρανού. Όταν δεν απαντάει ο Θεός, όταν ο Άγιος Νεκτάριος είναι πιασμένος και ο Άγιος Φανούριος σε διακοπές, η Παναγία σηκώνει το τηλέφωνο. Και δεν λέει “λάθος αριθμός”.
Γιατί η Παναγία δεν είναι μόνο Θεοτόκος. Είναι και μανούλα. Και στην Ελλάδα –καθόλου τυχαίο– αυτό είναι ανώτερο αξίωμα και από πρωθυπουργός.
Από την Παναγιά τη Σουμελά μέχρι τη Φανερωμένη στην Αίγινα και την Παναγία τη Χοζοβιώτισσα στην Αμοργό, οι εικόνες σηκώνονται στους ώμους και κατεβαίνουν τα σοκάκια. Τα ηχεία παίζουν «Μάνα μου Ελλάς», ενώ στο καφενείο κάποιος νηστικός καταβροχθίζει γουρουνόπουλο «εις υγείαν της Παναγίας».
Σε κάποιους τόπους, ο εορτασμός διαρκεί μέχρι να τελειώσει το κρασί. Σε άλλους, μέχρι να ξημερώσει. Και σε όλους, ο χορός είναι ο εθνικός μας τρόπος να λέμε ευχαριστώ – σε Εκείνη που ό,τι και να της ζητήσεις, δεν θα σου πει «κάνε μια αίτηση στο «gov.gr».
Η Παναγία που τιμούμε στις 15 Αυγούστου δεν είναι η ίδια για όλους. Για κάποιους είναι η ελπίδα μέσα στη ΜΕΘ. Για άλλους, η τελευταία κουβέντα της μάνας πριν πεθάνει. Για μερικούς, είναι μια εικόνα θαμπή από δάκρυα σε κάποιο συρτάρι στρατοπέδου. Και για εκείνους που δεν πιστεύουν σε τίποτα, είναι ίσως απλώς μια φωνή που ακούν όταν φοβούνται πιο πολύ. Ένας ψίθυρος στο αυτί που λέει “θα περάσει κι αυτό”.
Και την επικαλούνται όλοι – κι οι άθεοι. Ειδικά στα δύσκολα. Ειδικά όταν δεν υπάρχει τίποτα άλλο να πεις, τίποτα άλλο να κάνεις, πέρα από το να αναστενάξεις “Παναγιά μου…”
Κι αν σήμερα γιορτάζουν οι μισοί Έλληνες, ίσως να γιορτάζουν και οι άλλοι μισοί χωρίς να το ξέρουν. Γιατί σε μια χώρα που καταρρέει με στιλ, που γλεντάει πάνω από τα ερείπια, που ανάβει καντήλια και τσακώνεται για τη σειρά στο προσκύνημα, η Παναγία είναι κάτι παραπάνω από σύμβολο. Είναι το τελευταίο καταφύγιο πριν πέσουμε. Η τελευταία λέξη πριν το τέλος. Η πρώτη λέξη κάθε προσευχής – ακόμη κι αν αυτή είναι άθεη.
Ας ευχηθούμε, λοιπόν, χρόνια πολλά σ’ όλες τις Μαρίες, τις Παναγιώτες, τις Δέσποινες, τους Παναγιώτηδες και τους Μάριους. Αλλά κι ένα «ευχαριστώ» σε εκείνη που μάθαμε να φωνάζουμε όταν δεν είχαμε τίποτα άλλο να πούμε. Που τη ζωγραφίζουμε στα τάματα, την ψιθυρίζουμε στους φόβους μας, την κουβαλάμε σε όλα τα ονόματα και σε καμία ληξιαρχική πράξη.
Και του χρόνου, Παναγιά μου. Μια λέξη, προφερμένη σαν αγκαλιά, αρκεί…