Χρειάστηκαν μόλις τέσσερα λεπτά σε μια ομάδα τολμηρών κλεφτών για να διαπράξουν ίσως ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στη σύγχρονη τέχνη: την κλοπή κοσμημάτων της εποχής του Ναπολέοντα από το μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι το πρωί της 19ης Οκτωβρίου.
Η ληστεία, που έγινε ενώ το μουσείο ήταν ανοιχτό για το κοινό, περιελάμβανε διάφορα κοσμήματα που κατείχαν μέλη της γαλλικής μοναρχίας, όπως ένα σμαραγδένιο κολιέ και σκουλαρίκια που ο Ναπολέων είχε δώσει στη δεύτερη σύζυγό του, για τον γάμο τους. Τώρα, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με το πώς οι μασκοφόροι κατάφεραν να αποφύγουν την ασφάλεια και να κλέψουν ανεκτίμητα αντικείμενα τέχνης από έναν από από τα πιο σημαντικά μουσεία του κόσμου.
Δεν είναι η πρώτη φορά. Σύμφωνα με το National Geographic, το μουσείο έχει μακρά ιστορία σοκαριστικών διαρρήξεων και ανεξιχνίαστων κλοπών—παρά το γεγονός ότι χτίστηκε ακριβώς για να προστατεύει την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας μετά από μια αιματηρή επανάσταση.
Αν και το ανάκτορο του Λούβρου χρονολογείται από τον 13ο αιώνα, το μουσείο ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1792 εξεγερμένοι εισέβαλαν στις βασιλικές κατοικίες του Λουδοβίκου και της Μαρίας Αντουανέτας. Ξαφνικά, ολόκληρη η συλλογή της μοναρχίας ανήκε πλέον στο νέο κράτος — και βρισκόταν υπό απειλή από πλιατσικολόγους που ήθελαν να κατασχέσουν ή να καταστρέψουν όλα τα ίχνη της γαλλικής μοναρχίας.
Το μουσείο του Λούβρου φυλούσε τα κρατικά κειμήλια μέσα στο χάος της επανάστασης, καθώς και παρουσίαζε τους πιο πολύτιμους θησαυρούς μιας δημοκρατικής Γαλλίας. Ωστόσο, τα πολιτιστικά κειμήλια υπήρξαν επί μακρόν ελκυστικά για επίδοξους κλέφτες τέχνης, και με τα χρόνια το μουσείο αντιμετώπισε πολλά προβλήματα ασφαλείας και κλοπών.
Η κλοπή της Mona Lisa το 1911
Η σοκαριστική κλοπή της Mona Lisa -τότε λιγότερο γνωστού έργου του Λεονάρντο ντα Βίντσι – έγινε το πρωί της 11ης Αυγούστου 1911. Ήταν καθημερινή και ο Vincenzo Peruggia, ένας Ιταλός μετανάστης που είχε δουλέψει πρόσκαιρα στο μουσείο κατασκευάζοντας πλαίσια και θήκες, ντυμένος με τη παλιά του στολή, μπήκε χωρίς πρόβλημα στο Λούβρο.
Την εποχή εκείνη, ο πίνακας ήταν κρεμασμένος στον τοίχο του Salon Carré, αλλά ήταν συνηθισμένο οι πίνακες να αφαιρούνται προσωρινά για συντήρηση ή φωτογράφιση. Κανείς λοιπόν δεν παρατήρησε πως έλειπε ο πίνακας μέχρι που πέρασαν πάνω από 24 ώρες αφότου ο Peruggia βγήκε από το μουσείο, κρατώντας τον πίνακα κάτω από το παλτό του.
Το έγκλημα αποκαλύφθηκε μόνο όταν ένας επισκέπτης πήγε στο Salon Carré. Το μόνο που απέμεινε από το Mona Lisa ήταν τα άγκιστρα που στερέωναν την ειδική θήκη της – που πιθανώς είχε φτιάξει ο ίδιος ο Peruggia – στον τοίχο. Το ανθρωποκυνηγητό που ακολούθησε ήταν τεράστιο — και, όπως έγραψε ο ιστορικός Aaron Freundschuh σε άρθρο του 2006 στο επιστημονικό περιοδικό Urban History, «τρομερά άκαρπο.»
Μία από τις πιο παράξενες εξελίξεις στην έρευνα αφορούσε τον νεαρό Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος ανακρίθηκε άμεσα για την κλοπή έργου τέχνης. Αν και ο Πικάσο δεν έκλεψε τη Mona Lisa, αποκαλύφθηκε πως είχε σχέση με μια προηγούμενη κλοπή από το Λούβρο: είχε αγοράσει ένα ζευγάρι αρχαίων ιβηρικών κεφαλών αγαλμάτων που είχαν κλαπεί από το μουσείο λίγα χρόνια νωρίτερα, και τις παρέδωσε στην αστυνομία για να αποφύγει δίωξη κατά την υπόθεση της κλοπής της Mona Lisa.
Η Mona Lisa ανακτήθηκε το 1913, όταν ο Peruggia προσπάθησε να την πουλήσει σε άλλο μουσείο. Αποδείχθηκε ότι την έκρυβε στο διαμέρισμά του στο Παρίσι. Κατά τη δίκη του, ο Peruggia ισχυρίστηκε ότι έκλεψε τον πίνακα του ντα Βίντσι ως πατριωτική πράξη προς την πατρίδα του, την Ιταλία, αν και ο πίνακας είχε πραγματικά ολοκληρωθεί στη Γαλλία και είχε αγοραστεί από τον Γάλλο μονάρχη Φραγκίσκο Α’ το 1518. Παράλληλα, η κλοπή έκανε το έργο διάσημο στο ευρύ κοινό.
Οι Ναζί προσπαθούν να λεηλατήσουν το Λούβρο
Η ναζιστική κατοχή της Γαλλίας το 1940 απείλησε και τον πολιτισμό: ένα μέρος της συλλογής του Λούβρου λεηλατήθηκε από τους κατακτητές Ναζί. Ωστόσο, ο διευθυντής του μουσείο είχε σχέδιο: πριν πέσει το Παρίσι στα χέρια της Ναζιστικής Γερμανίας, ο Jacques Jaujard μετέφερε πάνω από 1.800 ξύλινα κιβώτια πολύτιμων έργων στην εξοχή. Τα περισσότερα από τα έργα επέζησαν του πολέμου και όταν οι Ναζί εισέβαλαν στο Παρίσι το 1940, βρήκαν ένα σχεδόν άδειο μουσείο.
Ωστόσο, ανώτερα στελέχη των Ναζί κατάφεραν να αρπάξουν αρκετά αριστουργήματα του μουσείου, όπως τον πίνακα του Bartolomé Estaban Murillo «Η Άμωμος Σύλληψη», που παραχωρήθηκε στην φασιστική Ισπανία το 1941.
Μια σειρά κλοπών κατά τη διάρκεια της μέρας
Τα προβλήματα ασφάλειας συνέχισαν να ταλανίζουν το μουσείο και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1966 κλάπηκαν αρχαία κοσμήματα ενώ μεταφέρονταν πίσω στη Γαλλία μετά από δανεισμό σε μουσείο της Βιρτζίνια. Τα κοσμήματα βρέθηκαν σε μια σακούλα παντοπωλείου στη Νέα Υόρκη.
Τον Ιανουάριο του 1976, διαρρήκτες έκλεψαν έναν φλαμανδικό πίνακα από το μουσείο, και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, μασκοφόροι εισέβαλαν και έκλεψαν ένα στολισμένο σπαθί που είχε ανήκε σε Γάλλο βασιλιά, εισερχόμενοι από μια σκαλωσιά στον δεύτερο όροφο. Το σπαθί δεν έχει ακόμα βρεθεί.
Λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε νέα σειρά κλοπών. Το 1990, κλέφτες αφαίρεσαν έναν μικρό πίνακα του Renoir, τον έκοψαν από το πλαίσιο και τον πήραν μαζί με 12 κομμάτια αρχαίων ρωμαϊκών κοσμημάτων και μερικούς άλλους πίνακες. Πέντε χρόνια αργότερα, κλάπηκαν δύο αντικείμενα μέσα σε μια μόνο εβδομάδα. Το 1998, ένας πίνακας του Camille Corot αφαιρέθηκε από το πλαίσιο και εξαφανίστηκε. Δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.
Από τότε, το μουσείο έχει προσπαθήσει να ενισχύσει την ασφάλεια μετά από ευρεία κριτική, υποβάλλοντας ακόμα και πρόσφατα σε έλεγχο ασφαλείας, σύμφωνα με το Reuters.
Θα ανακτηθούν ποτέ τα ανεκτίμητα κοσμήματα; Σύμφωνα με το Associated Press , έχει βρεθεί μόνο ένα από τα αντικείμενα μέχρι τώρα — μια λαμπερή και πλέον σπασμένη τιάρα από σμαράγδια και διαμάντια που είχε χαρίσει ο Ναπολέων Γ’ στη σύζυγό του. Η τύχη των υπόλοιπων έργων, που περιλαμβάνει κοσμήματα πολλών βασιλισσών και αυτοκρατόρων, παραμένει αβέβαιη.
Ωστόσο, ακόμα και αν δεν ανακτηθούν άμεσα, η ιστορία δείχνει πως είναι πιθανό να επιστρέψουν κάποια μέρα στο μουσείο: Το 2021, μια ιταλική στολή της περιόδου της Αναγέννησης που είχε κλαπεί το 1983 εντοπίστηκε σε ιδιωτική οικογενειακή συλλογή στη δυτική Γαλλία.