Για τον πατέρα της Μίκη Θεοδωράκη, τη μητέρα της Μυρτώ, τον αδερφό της Γιώργο αλλά και τη ζωή της με 45 γάτες και 22 σκυλιά μίλησε μεταξύ άλλων η Μαργαρίτα Θεοδωράκη στην εκπομπή «Καλύτερα Αργά» του Action24 με την Αθηναΐδα Νέγκα.
«Εγώ από πολύ μικρή βρέθηκα μέσα στη μουσική του πατέρα μου. Μέσα από τις συναυλίες από παιδιά τον ακολουθούσαμε. Δεν είχα ποτέ τέτοιες τάσεις φυγής. Έχω μεγάλο πάθος με τη μουσική του πατέρα μου. Για μας τα τραγούδια του μοιάζουν να βγαίνουν από μέσα μας. Όταν τα μελοποιούσε ο πατέρας μας στο Βραχάτι το 1969 έπαιζε «το τρένο φεύγει στις 8», το έπαιζε 100 φορές, ήταν βίωμα πια».
Όπως ανέφερε η ίδια πλέον ζει σε ένα σπίτι με 45 γάτες και 22 σκυλιά κάτι που απορροφά μεγάλους πόρους. «Πια ασχολούμαι πολύ με τα ζώα. Έχω 45 γάτες και 22 σκυλιά στο σπίτι μου. Θέλει πολλή δουλειά. Είναι και η μητέρα μου που είναι 100 χρονών και πρέπει να την απασχολώ. Με περιμένει για να της πω τις ιστορίες της. Της μιλάω για την ιστορία της οικογένειάς της από τότε που ήταν στη Σμύρνη».
Μιλώντας για τα παιδικά της χρόνια σημείωσε: «Για μένα η παιδική μου ηλικία είναι στη Νέα Σμύρνη, αλλά μετά ήρθε η δικτατορία. Μπήκαμε σε μια περιπέτεια δίπλα από τον πατέρα μου που κρυβόταν, που συνελήφθη, που φυλακίστηκε. Πήγαμε εξορία στη Ζάτουνα. Στη Νέα Σμύρνη υπήρχε ο χαφιές. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης, η φυγή. Τον απελευθέρωσαν οι χουντικοί όταν πίστευαν ότι έχει καρκίνο.
Δεν υπήρχε φόβος. Ζούσαμε παράλληλα με τα άλλα παιδιά. Στη Ζάτουνα, ένα χωριό 450 κατοίκων είχε πολλά παιδιά. Γίναμε χωριατόπαιδα».
Για τον αδερφό της, Γιώργο Θεοδωράκη και τη μητέρα της Μυρτώ, η ίδια τόνισε: «Ο αδερφός μου είναι μια πολύ ευγενική, μοναχική μορφή με τεράστιο ταλέντο. Είναι μουσικός, συνθέτης. Συνεχίζει και γράφει έχει τους δικούς του ρυθμούς. Είναι δύσκολο να έχεις την ίδια ιδιότητα με ένα διάσημο πατέρα.
Η μητέρα μου τα καταλαβαίνει όλα. Έχει μυοπάθεια 17 χρόνια. Πολλές από τις αισθήσεις της έχουν μειωθεί. Δεν έχει άνοια, αλλά δεν μπορεί να μιλήσει πια. Πηγαίνω δύο φορές την εβδομάδα, της λέω όλη την ιστορία της ζωής της. Της τραγουδάω, της χορεύω, της αρέσει.
Η μαμά ήταν ο αρχηγός της οικογένειας. Αλλά ο μπαμπάς έφερνε τα λεφτά, τα οποία διαχειριζόταν η μαμά. Στη Γαλλία η μαμά δούλευε στο Κιουρί και ο μπαμπάς άρχισε να κάνει φιλμ, μπαλέτα. Η μαμά έμεινε έγκυος και σταμάτησε γιατί στο Κιουρί είχε ακτινοβολίες. Η μαμά αφιέρωσε τη ζωή της σε εμάς και στον πατέρα μου.
Όταν στη χούντα βγήκαμε έξω και έκαναν συναυλίες, η μαμά ήταν ο μάνατζερ. Εκείνη τα οργάνωνε όλα. Το χαρακτηριστικό του Μίκη που έχω κληρονομήσει είναι ο ενθουσιασμός του. Ήταν αισιόδοξος και ταυτόχρονα καταθλιπτικός. Εγώ είχα μια τάση αυτοκτονίας για πολλά χρόνια. Τα τελευταία 20 χρόνια το ξεπέρασα. Υπάρχει μια μερίδα ανθρώπων που είναι αυτοκτονικοί. Το ξεπέρασα γιατί ωρίμασα».
Για τη δική της ζωή ανέφερε ότι νιώθει πλέον άφυλη, ενώ μίλησε και για τις τάσεις αυτοκτονίας που την ταλαιπώρησαν για χρόνια: «Πέρασα την περίοδο του έρωτα που έχουν οι άνθρωποι μέχρι τα 50. Ήμουν κι εγώ και εκρηκτική και χαρούμενη και ευτυχισμένη αλλά οι τάσεις αυτοκτονίας είναι κάτι εσωτερικό. Θα πουν ότι έφταιγαν οι γονείς μου ή το περιβάλλον. Δεν φταίει τίποτα, είναι ένας διάλογος που έχεις με τον εαυτό σου. Οι αδύναμοι είναι πιο ευάλωτοι. Οι έξυπνοι τα καταφέρνουν.
Ο έρωτας κατέληγε πάντα σε δυστυχία. Μεγάλοι έρωτες και μεγάλος πόνος. Εγώ είμαι άφυλη πλέον. Δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει έρωτας πια. Έχω απελευθερωθεί γιατί είναι πρόβλημα ο έρωτας. Ήθελα να κάνω και 5-6 παιδιά αλλά είναι πολύ δύσκολο στην εποχή μας. Τότε τα έκανα με μεγάλη ευκολία αλλά μετά…
Είχαμε πολλή αγάπη. Χαίρομαι με την οικογένεια που μεγάλωσα. Είχαμε κόντρες τεράστιες. Θυμάμαι στην εφηβεία με τη μάνα μου. Μετά πέρασα την κόντρα με τον μπαμπά. Έτσι νομίζω ότι είναι η ζωή».
Σε ερώτηση για το αν ήταν περισσότερο επαναστάτρια από τον πατέρα της, η Μαργαρίτα Θεοδωράκη ανέφερε: «Επαναστατικό παιδί που ο πατέρας μου τα δεχόταν όλα. Άρα δεν είχε νόημα η επανάσταση. Εγώ έφυγα 17 χρονών από το σπίτι γιατί ερωτεύτηκα. Είναι η εποχή του 1970 και νοικιάζαμε τα σπίτια με τίποτα. Πήγαινα στη σχολή Σταυράκου και σπούδαζα. Μετά έφυγα και σπούδαζα στο Παρίσι.
Πολλή επανάσταση. Διαδηλώσεις. Τα ρούχα μας. Δεν θέλαμε να προσέχουμε. Αυτή που πρόσεχε ήταν η αντιδραστική. Ο πατέρας μου δέχτηκε να φύγω και να μείνω μόνη μου σ’ αυτό το σπίτι. Ήταν ένας άνθρωπος δημοκρατικός και με τα παιδιά του. Θα ήθελα να είμαι άνθρωπος χωρίς ανάγκες για να κάνω αυτό που θέλω να κάνω. Η δουλειά είναι και δουλεία. Δεν είμαστε κληρονόμοι αλλά είμαστε κληροδόχοι, εισπράττουμε. Παρόλα αυτά χρειάζεται να εργάζομαι για να ζήσω. Πολλά τα σκυλιά, τα γατιά, τα εγγόνια».











