Σε μια δυσοίωνη ανάλυση, το Politico κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη νέα γεωπολιτική τάση της Δύσης, υποστηρίζοντας ότι οι κυβερνήσεις θυσιάζουν την «ήπια δύναμη» της διπλωματίας και της εξωτερικής βοήθειας προκειμένου να χρηματοδοτήσουν έναν νέο αγώνα εξοπλισμών. Η τάση αυτή, την οποία αναλυτές περιγράφουν ως «πώληση της ειρήνης και αγορά του πολέμου», απειλεί να καταστήσει τον κόσμο «ένα πολύ πιο επικίνδυνο μέρος».
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Το 2024, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 9,4%, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI). Στην Ευρώπη, οι δαπάνες εκτοξεύτηκαν κατά 17%, φτάνοντας τα 693 δισ. δολάρια. Αντίθετα, η επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια (ODA) μειώθηκε κατά 9% μεταξύ των πλουσιότερων δωρητών. Η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ μείωσαν ταυτόχρονα την ODA το 2024, κάτι που δεν είχε συμβεί από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Πολιτικοί παρατηρητές, όπως ο πρώην Βρετανός υπουργός Άντριου Μίτσελ, εκφράζουν την ανησυχία ότι η Δύση έχει ξεχάσει τη σοφία ηγετών όπως ο Χάρολντ Μακμίλαν και ο Τζον Φ. Κένεντι, οι οποίοι γνώριζαν, λόγω προσωπικής εμπειρίας, ότι «ο διάλογος είναι καλύτερος από τον πόλεμο».
Η διάβρωση του διπλωματικού ενστίκτου είναι εμφανής τόσο στους προϋπολογισμούς όσο και στη ρητορική. Η τάση αυτή έχει ενισχυθεί από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αποτέλεσε το πιο δραματικό παράδειγμα, παγώνοντας δισεκατομμύρια δολάρια εξωτερικής βοήθειας και αποψιλώνοντας το Υπουργείο Εξωτερικών. Η κυβέρνησή του έχει αφήσει κενές πολλές θέσεις πρεσβευτών και έχει στρέψει το ενδιαφέρον της σε ανεπίσημους απεσταλμένους.
Την ίδια πορεία ακολουθούν και ευρωπαϊκά κράτη: Το Ηνωμένο Βασίλειο (με την απόφαση του Κιρ Στάρμερ), η Σουηδία, η Ολλανδία και η Φινλανδία μειώνουν τους προϋπολογισμούς της βοήθειας, ενώ εκτοξεύουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) της ΕΕ περιορίζει το δίκτυό της στο εξωτερικό.
Η απομάκρυνση της Δύσης από τη βοήθεια και τη διπλωματία δημιουργεί κενά, τα οποία, όπως προειδοποιούν οι αναλυτές, είναι έτοιμα να καλύψουν εχθρικά κράτη όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Τουρκία. Η παρέμβαση αυτών των χωρών στα δίκτυα επιρροής στην Αφρική και την Ασία απειλεί να στρέψει πρώην φιλικές χώρες εναντίον της Δύσης.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δικαιολόγησε τον επανεξοπλισμό με το σύνθημα: «Αυτή είναι η στιγμή για ειρήνη μέσω της δύναμης». Ωστόσο, οι επικριτές φοβούνται ότι η εγκατάλειψη της ήπιας δύναμης, ακόμη και εν μέσω αμυντικής αναγκαιότητας, θα οδηγήσει σε έναν κόσμο όπου οι κυβερνήσεις θα είναι όλο και πιο πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική δύναμη για την επίτευξη των στόχων τους.
Διαβάστε επίσης:
Η κυβέρνηση της Γερμανίας επιτρέπει και πάλι τις εξαγωγές όπλων προς το Ισραήλ
Οριστική απόσυρση του PKK από επαρχία στο Βόρειο Ιράκ
Θανατική καταδίκη για την έκπτωτη πρωθυπουργό του Μπαγκλαντές











