Στο στόχαστρο των φοροελεγκτών του ΣΔΟΕ βρέθηκαν εταιρείες που διακινούσαν απομιμητικά προϊόντα, νοθευμένα ποτά και λαθραία καπνικά προϊόντα με σημαντικές απώλειες, μεταξύ άλλων, σε δασμούς και φόρους για το ελληνικό Δημόσιο, που φτάνουν στο ύψος των 15 εκατ. ευρώ.
Κατόπιν σχετικής καταγγελίας, εντοπίστηκε εταιρεία που έκανε εισαγωγή αλκοολούχων ποτών με χαμηλό βαθμό αλκοολικού τίτλου και με κατάθεση τελωνειακών παραστατικών τέτοιων, ώστε να καταβάλλονται μειωμένοι δασμοί και φόροι, γεγονός που οδηγούσε σε αποκόμιση επιπλέον κερδών. Οι ελεγκτές του ΣΔΟΕ διενήργησαν ελέγχους στις εγκαταστάσεις της εταιρείας εμπορίας αλκοολούχων ποτών σε περιοχή της Αττικής. Διενεργήθηκε έλεγχος στα αποθέματα της εταιρείας, που αφορούν την εισαγωγή των συγκεκριμένων αλκοολούχων ποτών και ελήφθησαν δείγματα προς αποστολή τους στη Χημική Υπηρεσία. Από τον έλεγχο των δειγμάτων, διαπιστώθηκε ότι τα αλκοολούχα ποτά χαρακτηρίστηκαν ως «ΜΗ ΚΑΝΟΝΙΚΑ» καθώς δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να υπαχθούν στην κατηγορία «ποτά από ζύμωση». Κατά συνέπεια, προέκυψε ότι η συγκεκριμένη εταιρεία εισήγαγε στην Ελλάδα συγκεκριμένης ετικέτας αλκοολούχα ποτά, καταβάλλοντας μειωμένους δασμούς και λοιπούς φόρους. Το ύψος των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που ωφελήθηκε η ελεγχόμενη προσδιορίστηκε μέχρι σήμερα από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές, στο ποσό των 4.205.426 ευρώ.
Την έρευνα της Υπηρεσίας αυτής συνέδραμαν υπάλληλοι του Τελωνείου Αθηνών και του 3ου Τελωνείου Πειραιώς. Διαβιβάστηκε σχετική έκθεση στην Τελωνειακή Υπηρεσία για τον καταλογισμό των σχετικών προστίμων.
Σε άλλη υπόθεση, αξιοποιώντας πληροφορίες σχετικά με εταιρεία εμπορίας καπνικών, η οποία, με τεχνάσματα, επιτύγχανε τη μειωμένη καταβολή δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, συστάθηκε μικτή επιχειρησιακή ομάδα δράσης, σε συνεργασία με το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Ηρακλείου Κρήτης, όπου πραγματοποιήθηκε έλεγχος σε επιχείρηση εμπορίας καπνικών προϊόντων.
Από την επεξεργασία των τελωνειακών και φορολογικών παραστατικών καθώς και από την εξέταση δειγμάτων που ελήφθησαν, διαπιστώθηκε ότι η ελεγχόμενη επιχείρηση, με τη χρήση του ιδιαίτερου τεχνάσματος της χωριστής εισαγωγής αφενός καπνού και αφετέρου αρωματικού υγρού για καπνό, δεν κατέβαλλε τις αναλογούσες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, ενώ επίσης διακινούσε υγρά αναπλήρωσης που υπάγονται στην κατηγορία των καπνικών προϊόντων και οφείλονται δασμοί κ.λπ. φόροι. Τα εμπορεύματα που διακινούσε η ελεγχόμενη επιχείρηση κατατάχθηκαν από τη Χημική Υπηρεσία στην κατηγορία των καπνικών, με διαφυγόντες δασμούς και λοιπούς φόρους ύψους 1.130.771 ευρώ.
Συντάχθηκε σχετική έκθεση της υπηρεσίας προς το Τελωνείου Ηρακλείου, για τον καταλογισμό των σχετικών προστίμων για τη λαθρεμπορία. Το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Ηρακλείου Κρήτης θα ενημερώσει με σχετική αναφορά την Εισαγγελία Πρωτοδικών Ηρακλείου.
Επίσης, με βάση πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία εταιρειών που διακινούν απομιμητικά-πειρατικά προϊόντα, οι ελεγκτές του ΣΔΟΕ διενήργησαν πληθώρα επιτόπιων και διασταυρωτικών – οικονομικών ελέγχων συναλλαγών και κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών και διαπίστωσαν την ύπαρξη εικονικών εταιρειών, χωρίς πραγματική δραστηριότητα, που λειτουργούσαν κατά συντονισμένο τρόπο με αποκλειστικό σκοπό την παράνομη διακίνηση απομιμητικών προϊόντων.
Ειδικότερα, διαπιστώθηκε η λειτουργία τουλάχιστον οκτώ εταιρειών που διακίνησαν τα εμπορεύματά τους, μέσω γνωστής εταιρείας ταχυμεταφορών και εισέπραξαν από πωλήσεις εμπορευμάτων συνολικού ύψους 10.607.352 ευρώ κατά την τριετία 2019-2022, ενώ από τα Πληροφοριακά Συστήματα του Υπ. Οικονομικών διαπιστώθηκε ότι ελεγχόμενες εταιρείες είτε υπέβαλαν μηδενικές ή ανακριβείς περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α., αποκρύπτοντας συνολικά ποσό ύψους 9.646.075 ευρώ, με συνέπεια τη δημιουργία παράνομου περιουσιακού οφέλους με αντίστοιχη ζημία σε βάρος του Δημοσίου από τη μη καταβολή του αναλογούντος Φ.Π.Α και την απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Επίσης, από τον έλεγχο διαπιστώθηκε η χρήση του παράνομου περιουσιακού οφέλους από πλευράς των εταιρειών, κατά τρόπον ώστε να προσδώσουν νομιμοφάνεια κατά παράβαση των διατάξεων περί νομιμοποίησης εγκληματικών προσόδων («Ξεπλύματος Βρόμικου Χρήματος»). Η υπηρεσία απέστειλε σχετικά Πληροφοριακά Δελτία προς τις αρμόδιες φορολογικές αρχές για τον περαιτέρω έλεγχο και καταλογισμό των αναλογούντων φόρων.
Σε βάρος των εμπλεκομένων προσώπων έγινε ανακοίνωση αξιόποινης πράξης στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές για τα αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και πλαστογραφία, απάτη και παραβίαση των κανόνων περί αθεμίτου ανταγωνισμού και του αγορανομικού κώδικα.