Η Γενιά Ζ (Gen Z) αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου οικονομική και κοινωνική κρίση, η οποία ωθεί τους νέους να παραμείνουν στο πατρικό τους σπίτι, δημιουργώντας παράλληλα μια τεράστια «τρύπα» δισεκατομμυρίων δολαρίων στις δυτικές οικονομίες. Κορυφαίος οικονομολόγος προειδοποιεί πως η άνεργη και απαισιόδοξη Gen Z ζει με τους γονείς της, μειώνοντας δραστικά την κατανάλωση.
Η νέα πραγματικότητα στις χώρες της Δύσης θέλει τους ενήλικες της Gen Z, μετά την αποφοίτηση, να παραμένουν στο παιδικό τους δωμάτιο αντί να ξεκινούν τη δική τους ζωή. Περίπου ένας στους τρεις ενήλικες της Gen Z στις ΗΠΑ ζουν με τους γονείς τους, ενώ στην Ευρώπη το ποσοστό είναι αντίστοιχα υψηλό. Στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη υπερβαίνει το 40%, φτάνοντας έως και το 69% σε χώρες όπως το Μαυροβούνιο. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το 45% των νέων εξακολουθεί να ζει με την οικογένειά του.
Αντίθετα, οι περισσότερες σκανδιναβικές χώρες έχουν ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά νέων (ηλικίας 25-34 ετών) που ζουν με τους γονείς τους, ενώ στη Δυτική Ευρώπη το ποσοστό κυμαίνεται από 11% στην Ολλανδία έως 40% στην Ιρλανδία.
Η Oxford Economics εξέδωσε έκθεση με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Τα παιδιά δεν είναι καλά», όπου τονίζεται ότι οι οικονομικές προοπτικές της γενιάς Ζ πλήττουν τη συνολική οικονομία. Η έκθεση εκτιμά ότι 12 δισεκατομμύρια δολάρια χάνονται ετησίως στις ΗΠΑ επειδή οι νεότεροι άνθρωποι ξοδεύουν λιγότερα για στέγαση, μεταφορές και φαγητό ζώντας στο οικογενειακό σπίτι. «Εκτιμούμε ότι υπάρχουν ένα επιπλέον εκατομμύριο νέοι ενήλικες ηλικίας 22-28 ετών που ζουν στο σπίτι με τους γονείς τους, σε σύγκριση με τις τάσεις πριν από την πανδημία», δήλωσε η αναπληρώτρια οικονομολόγος Grace Zwemmer.
Οι λόγοι για την παραμονή στο πατρικό είναι κοινοί σε Αμερική και Ευρώπη:
Στέγαση και ακρίβεια: Στην Ευρώπη, η στεγαστική κρίση και η ακρίβεια είναι οι κύριοι παράγοντες. Η αύξηση των ενοικίων και των τιμών των ακινήτων έχει ξεπεράσει την αύξηση του εισοδήματος, καθιστώντας την ανεξάρτητη διαβίωση μη προσιτή.
Αγορά εργασίας: Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η αγορά εργασίας αποτελεί βασικό παράγοντα, καθώς το ποσοστό προσλήψεων βρίσκεται σε πτωτική τάση, στο ίδιο χαμηλό επίπεδο με την περίοδο της πανδημίας. Οι χαμηλοί μισθοί για τους νέους καθιστούν δύσκολη την κάλυψη ακόμη και βασικών εξόδων διαβίωσης.
Η αγορά εργασίας, σε συνδυασμό με τα εμπόδια από την έλλειψη προσιτής στέγασης και τη χαμηλή αύξηση των μισθών, σημαίνει ότι οι νεότεροι εισερχόμενοι στην αγορά εργασίας θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μακροπρόθεσμα προβλήματα. Παρά τις επισημάνσεις για τις σοβαρές ηθικές και οικονομικές επιπτώσεις αυτής της τάσης, οι πολιτικοί στις ευρωπαϊκές χώρες και τις Ηνωμένες Πολιτείες «σφυρίζουν αδιάφορα», καθώς οι πολιτικές τους για τις αυξήσεις ενοικίων και την ακρίβεια αποδεικνύονται ανεπαρκείς. Έτσι, τα άτομα της Gen Z είναι αναγκασμένα να ζουν κάτω από συνθήκες που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν φυσιολογικές.
Διαβάστε επίσης:
Ενα νέο brain drain γεννιέται: Έρευνα του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ για τη Generation Z











