Η Washington Post φέρνει στο φως μια ζοφερή πραγματικότητα για τη γενιά των Millennials (όσοι γεννήθηκαν μεταξύ 1981 και 1996), αποκαλύπτοντας την αυξανόμενη αδυναμία τους να αποκτήσουν την πρώτη τους κατοικία. Ενώ τα επίσημα στατιστικά στοιχεία για τη μέση ηλικία των αγοραστών πρώτης κατοικίας παρουσιάζουν αντικρουόμενες εικόνες –με την Εθνική Ένωση Μεσιτών Ακινήτων (NAR) να την ανεβάζει στα 40 έτη και την American Housing Survey να την διατηρεί στα 33– η ουσία παραμένει: η πρόσβαση στη στέγαση για τη νεότερη γενιά έχει μετατραπεί σε ένα σχεδόν ανέφικτο όνειρο.
Ο 35χρονος μηχανικός Κάρσον ΜακΝτόναλντ και η σύζυγός του, διαιτολόγος, αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνομηλίκων τους που βρίσκονται μπροστά σε έναν «μακρύτερο δρόμο» προς την ιδιοκτησία σε σύγκριση με τους γονείς τους. Με σταθερά υψηλά επιτόκια και τις τιμές των ακινήτων να έχουν εκτοξευθεί, ο προϋπολογισμός των 700.000 δολαρίων τους οδηγεί αναγκαστικά σε απομακρυσμένες περιοχές.
Η αύξηση της ηλικίας των αγοραστών πρώτης κατοικίας από τα 28 έτη το 1991 στα 40 έτη, σύμφωνα με τα στοιχεία της NAR, αν και αμφισβητείται από άλλες έρευνες, υπογραμμίζει την επιτάχυνση του προβλήματος ειδικά μετά την πανδημία. Αυτό το χρονικό διάστημα, οι Millennials έχουν βιώσει σημαντικές οικονομικές αναταραχές, με αποτέλεσμα να καθυστερούν την επαγγελματική και προσωπική τους σταθεροποίηση.
Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι απλώς δημογραφικό ή αποτέλεσμα «αργοπορημένων» γάμων και σπουδών. Όπως επισημαίνει η Washington Post, η πραγματική δυσκολία έγκειται στην αλματώδη αύξηση της μέσης τιμής των κατοικιών κατά σχεδόν 100.000 δολάρια την τελευταία πενταετία, φτάνοντας τις 410.800 δολάρια. Αυτή η αύξηση δεν είναι τυχαία. Συνδέεται άμεσα με τη δραματική μείωση του όγκου των πωλήσεων και την ανεπαρκή οικοδόμηση νέων κατοικιών, όπως τονίζουν οι οικονομολόγοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ. Από 7 εκατομμύρια αγορές κατοικιών με υποθήκες το 2003, ο αριθμός έπεσε σε λίγο πάνω από 3 εκατομμύρια το 2023.
Επιπλέον, η αγορά επιβαρύνεται από ιδιοκτήτες που «κλειδώθηκαν» σε εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια (κάτω του 3%) το 2020 και 2021, και τώρα, με τα επιτόκια στο 6%, αρνούνται να πουλήσουν. Αυτό μειώνει δραστικά την προσφορά, εκτοξεύοντας τις τιμές στα ύψη. Η αύξηση των αγοραστών που πληρώνουν με μετρητά, οι οποίοι είναι συνήθως μεγαλύτεροι και πιο εύποροι, καταδεικνύει την ταξική διάσταση του προβλήματος: η στέγη γίνεται προνόμιο για τους έχοντες κεφάλαιο και όχι δικαίωμα για τους εργαζόμενους.
Ο 34χρονος αναλυτής μεταφορών, Ράιαν Τρέιχερ, περιγράφει με γλαφυρό τρόπο το αδιέξοδο: «Απλώς δεν είναι εφικτό. Δεν κάνουμε όλα όσα η οικονομία και η κοινωνία θεωρούν σωστό, δηλαδή να εγκατασταθούμε σε ένα σπίτι και να κάνουμε παιδιά. Αυτά απλά δεν είναι επιλογές για εμάς αυτή τη στιγμή». Ο ίδιος και η αρραβωνιαστικιά του, νευροεπιστήμονας που απολύθηκε λόγω περικοπών στη χρηματοδότηση, αναγκάζονται να αναβάλουν την αγορά σπιτιού για πέντε ή έξι χρόνια.
Η αναγκαστική στροφή των νεοεισερχόμενων αγοραστών προς γειτονιές χαμηλότερων εισοδημάτων ή η αγορά ακινήτων προς ενοικίαση σε φθηνότερες αγορές ως επένδυση –καθώς δεν μπορούν να αγοράσουν εκεί που θέλουν να ζήσουν– αποτελεί την πλέον απτή απόδειξη ότι η αγορά έχει γίνει ένα εργαλείο κερδοσκοπίας και όχι κοινωνικής εξυπηρέτησης.
Η περίπτωση της Τζούλι Μάικλ, σχεδιάστριας κοστουμιών, που με τον σύζυγό της χρησιμοποιεί δώρα από συγγενείς για να καλύψει το 50% της προκαταβολής για ένα σπίτι στο Νιου Τζέρσεϊ, με τίμημα την καθημερινή μετακίνηση στο Μανχάταν, αναδεικνύει τον πλήρη εκφυλισμό της αγοράς. Η ιδιοκτησία σπιτιού έχει πάψει να είναι ο καρπός της εργασίας και έχει γίνει ζήτημα κληρονομικής ικανότητας ή γεωγραφικού συμβιβασμού, πάντα λίγο πριν τα 40.
Το πρόβλημα των Millennials δεν είναι η απροθυμία τους, αλλά η σκόπιμη αποδόμηση του κοινωνικού κράτους και η μετατροπή της στέγης σε αντικείμενο υπερβολικής κερδοφορίας, αφήνοντας μια ολόκληρη γενιά μετέωρη και αγχωμένη. Η απάντηση δεν βρίσκεται σε «στατιστικούς ελιγμούς», αλλά στην άμεση παρέμβαση για τη ρύθμιση των τιμών, την αύξηση της κοινωνικής στέγασης και τον περιορισμό της κερδοσκοπίας.
Διαβάστε επίσης:
«Μην το πιστέψετε μέχρι να το δείτε, αλλά κάτι καλό ίσως συμβαίνει» λέει ο αισιόδοξος Τραμπ
Οι εργαζόμενοι στον όμιλο Zara σχεδιάζουν κινητοποιήσεις την Black Friday
Πεσκόφ: Δεν έχουμε λάβει επίσημη ενημέρωση για τις ειρηνευτικές συνομιλίες της Γενεύης











