Έντονη δυσαρέσκεια προκαλεί στην πανεπιστημιακή κοινότητα το νέο νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση την επόμενη εβδομάδα. Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την ενίσχυση της ασφάλειας στους πανεπιστημιακούς χώρους και τις διαγραφές φοιτητών που υπερβαίνουν το όριο φοίτησης, με τους πανεπιστημιακούς να καταγγέλλουν έλλειψη διαλόγου.
Η ΠΟΣΔΕΠ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι για άλλη μια φορά προχωρά σε παρεμβάσεις χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με τα θεσμικά όργανα της ανώτατης εκπαίδευσης. Όπως επισημαίνει, οι εξαγγελίες έρχονται μέσω συνεντεύξεων και διαρροών, με τις τελικές διατάξεις να παρουσιάζονται ως τετελεσμένα και χωρίς ουσιαστική δυνατότητα τροποποιήσεων.
«Αντιδημοκρατική και αναποτελεσματική πρακτική»
Στην ανακοίνωσή της, η Ομοσπονδία κάνει λόγο για επανάληψη ενός απογοητευτικού μοτίβου, όπου τα νομοσχέδια για την τριτοβάθμια εκπαίδευση κατατίθενται χωρίς επεξεργασία με την πανεπιστημιακή κοινότητα, με συνέπεια δυσλειτουργίες, τροποποιήσεις και καθυστερήσεις στην εφαρμογή.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως σημειώνει η ΠΟΣΔΕΠ, είναι:
- Ο νόμος για την πανεπιστημιακή αστυνομία (Χρυσοχοΐδη), που αποδείχθηκε ανεφάρμοστος και εγκαταλείφθηκε,
- Ο νόμος Κεραμέως για τη διοίκηση των ΑΕΙ, που έχει ήδη δεχθεί εκατοντάδες τροποποιήσεις και έχει προκαλέσει λειτουργικά προβλήματα,
- Η διαρκής αγνόηση θεσμικών παρατηρήσεων, ακόμη και για τεχνικά ή διαδικαστικά ζητήματα.
Η ΠΟΣΔΕΠ καταγγέλλει ότι οι κυβερνητικές παρεμβάσεις επικεντρώνονται στην επικοινωνία και όχι στην ουσία, επιδιώκοντας εντυπώσεις αντί για πραγματικές λύσεις.
Απαίτηση για ειλικρινή και μακροπρόθεσμο διάλογο για τα ΑΕΙ
Η πανεπιστημιακή κοινότητα, καταλήγει η ανακοίνωση, δεν απαιτεί επιβολή των απόψεών της, αλλά σεβασμό, θεσμική συμμετοχή και μακρόπνοο σχεδιασμό, καθώς οι πολιτικές για την Παιδεία απαιτούν χρόνο και συναινέσεις που ξεπερνούν την εκάστοτε κυβερνητική θητεία.
«Η κυβέρνηση οφείλει να δει το δημόσιο πανεπιστήμιο όχι ως πεδίο αντιπαράθεσης αλλά ως εθνικό κεφάλαιο. Οι πολιτικές επιβολής υπονομεύουν τον ίδιο τον στόχο της μεταρρύθμισης», τονίζει χαρακτηριστικά η ΠΟΣΔΕΠ.