Χιλιάδες ασφαλισμένοι σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα κινούνται ήδη προς τη συνταξιοδότηση πριν τα 62 έτη, αξιοποιώντας τις μεταβατικές διατάξεις που ισχύουν έως το 2025. Ο λόγος; Ο φόβος ότι το 2026 θα ενεργοποιηθεί η σύνδεση του προσδόκιμου ζωής με τα όρια ηλικίας και θα ακολουθήσει νέα αύξηση, σε μια χώρα όπου η αγορά εργασίας παραμένει αβέβαιη και η επαγγελματική φθορά βαραίνει πολύ πριν τα 67.
Σκληρή πραγματικότητα πίσω από τα νούμερα
Η κυβέρνηση επικαλείται την «ανάσα στο ασφαλιστικό» για να παρουσιάσει τη μεταρρύθμιση ως αναπόφευκτη. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι ότι οι εργαζόμενοι, ιδίως σε βαριά επαγγέλματα, τρέχουν μαζικά στην έξοδο γιατί δεν αντέχουν να παραμείνουν μέχρι τα 67.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η μέση ηλικία εξόδου στην Ελλάδα είναι τα 59,7 έτη για τις γυναίκες και τα 63,2 έτη για τους άνδρες — από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη. Αυτή η εικόνα δεν δείχνει «προνομιούχους» αλλά μια κοινωνία που φθείρεται πρόωρα.
Οι μεταβατικές διατάξεις
Η «Καθημερινή» παρουσιάζει τα παράθυρα εξόδου που παραμένουν ανοιχτά έως το τέλος του 2025. Από γονείς με ανήλικα παιδιά και τρίτεκνους στο Δημόσιο, μέχρι εργαζόμενους με βαρέα ένσημα, εργαζόμενες στο ΙΚΑ με 5.500 ημέρες ασφάλισης και ασφαλισμένους σε ΔΕΚΟ και τράπεζες με 35ετία, οι κατηγορίες είναι πολλές. Όμως, όλες έχουν ένα κοινό: αν δεν προλάβουν να φύγουν, κινδυνεύουν να εγκλωβιστούν σε αυξημένα όρια ηλικίας και πιο εξοντωτικά εργασιακά χρόνια.
Κοινωνική διάσταση του προβλήματος
Για την κεντροαριστερά, το ζήτημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι βαθιά κοινωνικό και αξιακό:
- Μπορεί ένας εργαζόμενος σε εργοτάξιο ή σε νοσοκομείο να αντέξει μέχρι τα 67;
- Είναι λύση να πιέζεται μια γενιά που ήδη εργάζεται με χαμηλούς μισθούς και επισφαλείς συνθήκες;
- Γιατί η κυβέρνηση επιλέγει να διαχειρίζεται το ασφαλιστικό με λογιστικές λογικές, αγνοώντας τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων;
Το ενδεχόμενο αύξησης των ορίων ηλικίας μετά το 2026 τροφοδοτεί μαζική φυγή και ανασφάλεια. Αντί η κυβέρνηση να επενδύει σε ένα δίκαιο και βιώσιμο ασφαλιστικό, ενισχύοντας τα έσοδα μέσα από την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και την στήριξη της απασχόλησης, περιορίζεται στη συνταγή της παράτασης εργασιακού βίου. Μια συνταγή που χτυπά τους αδύναμους και βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες.