Σημαντικές αλλαγές στα τιμολόγια ρεύματος τίθενται σε ισχύ από την 1η Αυγούστου, με τη βασικότερη να αφορά τη μείωση του ορίου φθηνής χρέωσης. Μέχρι σήμερα, οι πρώτες 500 κιλοβατώρες τον μήνα χρεώνονταν με χαμηλότερη τιμή, ωστόσο το νέο όριο ορίζεται στις 200 κιλοβατώρες, γεγονός που προκαλεί αντιδράσεις και ανησυχίες.
Όπως εξήγησε στην ΕΡΤ ο ενεργειακός επιθεωρητής Αθανάσιος Τοτικίδης, «οι κιλοβατώρες που τιμολογούνται με χαμηλότερη χρέωση στο “πράσινο” τιμολόγιο του μεγαλύτερου παρόχου μειώνονται αισθητά – από τις 500 πέφτουν στις 200». Όπως είπε, το νέο μοντέλο προβλέπει τιμή 0,154 ευρώ/κιλοβατώρα έως τις 200–300 kWh, ενώ από εκεί και πάνω η τιμή ανεβαίνει σταδιακά σε 0,17–0,18 ευρώ ή και περισσότερο.
Πιέσεις για τα μικρά νοικοκυριά
Ο κ. Τοτικίδης επεσήμανε ότι η κατανάλωση των 500 kWh αντιστοιχεί σε ένα μικρό νοικοκυριό χωρίς ιδιαίτερες ανάγκες, εκτός περιόδου θερινής κατανάλωσης. «Αν μια κατοικία έχει 2 κλιματιστικά και ζουν μέσα 3–4 άτομα, τότε οι 500 κιλοβατώρες είναι οριακά επαρκείς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Με το νέο όριο να μειώνεται στις 200 kWh, το κόστος για τα νοικοκυριά αυξάνεται απότομα, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις ανεβαίνει και το πάγιο, ανάλογα με τον πάροχο. Ωστόσο, όπως είπε, υπάρχουν μικρές εκπτώσεις για όσους πληρώνουν μέσω πάγιας εντολής ή έχουν καλή συνέπεια.
Στροφή στα σταθερά τιμολόγια
Ο ενεργειακός επιθεωρητής προέτρεψε τους καταναλωτές να εξετάσουν σοβαρά το ενδεχόμενο μετάβασης στα σταθερά “μπλε” τιμολόγια, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια πιο προβλέψιμη και οικονομική λύση.
«Το φωνάζουμε εδώ και ενάμιση χρόνο. Ήρθε η ώρα να μετακινηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι. Στο εξάμηνο, ένα μέσο νοικοκυριό μπορούσε να εξοικονομήσει 176–200 ευρώ με μπλε τιμολόγιο αντί για πράσινο – τώρα η διαφορά αυτή θα είναι ακόμα μεγαλύτερη», υπογράμμισε.
Έλεγχος συμβάσεων και παγίων
Ολοκληρώνοντας, ο κ. Τοτικίδης συνέστησε στους καταναλωτές να διαβάζουν προσεκτικά τα ψιλά γράμματα των συμβάσεων 12μηνης διάρκειας που τους προτείνονται, να ελέγχουν τα πάγια και τις χρεώσεις, καθώς και τις εκπτώσεις συνέπειας που προσφέρονται ανά πάροχο. «Η σωστή επιλογή μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στο τελικό κόστος», κατέληξε.