Η Κίνα του Σι Τζινπίνγκ επιταχύνει μια κεντρικά σχεδιασμένη στρατηγική για την επίτευξη πλήρους οικονομικής και τεχνολογικής αυτονομίας, ως άμεση απάντηση στον κλιμακούμενο εμπορικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ενώ η επίσημη γραμμή προβάλλει την «ανθεκτικότητα» ενάντια στις εξωτερικές πιέσεις, αυτή η κίνηση εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο του κράτους, την ενίσχυση του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος και τις συνέπειες για την παγκόσμια συνεργασία, αλλά και για τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Η πρόσφατη τέταρτη σύνοδος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) επιβεβαίωσε την αλλαγή προτεραιοτήτων, θέτοντας την επιστήμη και την τεχνολογία στον πυρήνα του επόμενου πενταετούς πλάνου. Το Πεκίνο, βλέποντας τον πρόεδρο Τραμπ ως παράγοντα αστάθειας, αντιμετωπίζει την πίεση των ΗΠΑ ως ευκαιρία για να διοχετεύσει τεράστια κρατικά κεφάλαια σε εγχώριες επιχειρήσεις και να μειώσει την εξάρτηση από ξένους προμηθευτές.
Αυτό το μοντέλο, που είχε επιτυχία στους «πράσινους» κλάδους (ηλιακοί συλλέκτες, ηλεκτρικά οχήματα), επαναλαμβάνεται τώρα σε κρίσιμους τομείς όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), η κβαντική πληροφορική και οι ημιαγωγοί.
Η στροφή προς την αυτονομία δεν είναι απλώς οικονομική. Είναι πρωτίστως γεωπολιτική και στρατιωτική. Η στρατηγική της στρατιωτικής και πολιτικής σύντηξης (military-civil fusion) επιτρέπει τη μεταφορά των πιο προηγμένων μη-στρατιωτικών καινοτομιών απευθείας στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (PLA).
Αυτή η κλιμάκωση της κρατικά ελεγχόμενης παραγωγής, στην οποία οι κρατικές επενδύσεις καθορίζουν την αγορά, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς, αλλά ουσιαστικά δημιουργεί ένα ισχυρότερο, κεντρικά καθοδηγούμενο παγκόσμιο ανταγωνιστή.
Διαβάστε επίσης:
Δημοσκόπηση Ipsos σε εννέα χώρες της Δύσης: Η Δημοκρατία σε κρίση
Γάζα: 15 σορούς Παλαιστινίων παρέλαβε από το Ισραήλ το νοσοκομείο Νάσερ
Σύγκρουση κυβέρνησης-εκκλησίας στην Αρμενία: Μάχη για την ταυτότητα της χώρας










