Παρά την κυβερνητική ρητορική περί στήριξης της μεσαίας τάξης, τα στοιχεία αποκαλύπτουν ένα διαφορετικό αφήγημα: η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας λειτουργεί ως ύπουλος πληθωριστικός φόρος, οδηγώντας σε αυτόματη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης για εκατομμύρια πολίτες, ιδίως σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού.
Όπως εξηγούν οι οικονομολόγοι της Eurobank Research, ακόμη και όσοι δεν είδαν αύξηση στις αποδοχές τους ή απλώς κάλυψαν την απώλεια αγοραστικής δύναμης, κινδυνεύουν να περάσουν σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια και να φορολογηθούν δυσανάλογα περισσότερο. Πρόκειται για το φαινόμενο της ολίσθησης κλιμακίου, που συντηρεί τεχνητά τα φορολογικά έσοδα του κράτους σε βάρος των πολιτών.
Η αύξηση των εσόδων από φόρο εισοδήματος δεν προήλθε από ανάπτυξη ή ευημερία, αλλά κατά 37% οφείλεται ακριβώς σε αυτή τη στασιμότητα της κλίμακας. Αν η κλίμακα είχε τιμαριθμοποιηθεί, τα έσοδα του κράτους από μισθωτούς, συνταξιούχους και μικρομεσαίους θα ήταν 9,2% χαμηλότερα το 2023.
Οι φορολογούμενοι πληρώνουν περισσότερα
Το αποτέλεσμα; Οι φορολογούμενοι πληρώνουν περισσότερα, ενώ η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται. Ακόμη και νοικοκυριά με αμετάβλητο εισόδημα βλέπουν τον φόρο τους να μην αλλάζει, την ώρα που οι τιμές ανεβαίνουν. Για τους μισθωτούς, η επίπτωση είναι ακόμη πιο οδυνηρή: η μη τιμαριθμοποίηση εξηγεί σχεδόν το 100% της αύξησης της φορολογίας το 2023, ενώ για τους ελεύθερους επαγγελματίες μόλις το 16%.
Τα νοικοκυριά λοιπόν φορτώνονται τις συνέπειες, ενώ η κυβέρνηση εμφανίζει πλασματική δημοσιονομική σταθερότητα. Και το κάνει με έναν μηχανισμό που βαθαίνει τη φορολογική αδικία, ειδικά για τα μεσαία και ανώτερα μεσαία στρώματα. Οι εργαζόμενοι με μισθούς μεταξύ του 40ου και 70ού εκατοστημορίου της κατανομής (το λεγόμενο «στρώμα της ραχοκοκαλιάς») θα πλήρωναν 19% έως και 32% λιγότερο φόρο αν η κλίμακα είχε τιμαριθμοποιηθεί πλήρως.
Αντί γι’ αυτό, επελέγη η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, ένα μέτρο που ευνοεί κυρίως το πλουσιότερο 10%, αφήνοντας πίσω το πραγματικό κοινωνικό σώμα. Η επίσημη δικαιολογία; Ότι τα έσοδα είναι απαραίτητα για το πρωτογενές πλεόνασμα. Κι όμως, ακόμα και με πλήρη τιμαριθμοποίηση, οι απώλειες εσόδων (0,4% του ΑΕΠ) δεν απειλούν το όριο του 2%.
Η πολιτική επιλογή είναι πλέον ξεκάθαρη: περισσότερος φόρος, λιγότερη δικαιοσύνη.
Όπως επισημαίνει η έκθεση, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι παράγουν το 70% των φορολογικών εσόδων από φυσικά πρόσωπα. Κι όμως, είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο. Αντίθετα, τα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα –μόλις το 9% του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος– επηρεάστηκαν ελάχιστα.
Πρόκειται για ένα δομικό πρόβλημα του φορολογικού συστήματος, που η κυβέρνηση αρνείται να αγγίξει, επιλέγοντας μέτρα επιφανειακής ανακούφισης αντί για τολμηρές, θεσμικές αλλαγές, όπως η καθολική τιμαριθμοποίηση της κλίμακας ή η στοχευμένη μείωση φορολογικών συντελεστών στα μεσαία εισοδήματα.
Η μη τιμαριθμοποίηση είναι τελικά μια πολιτική επιλογή υπέρ του κράτους και κατά της κοινωνικής δικαιοσύνης. Μια επιλογή που μετατρέπει τον πληθωρισμό σε όπλο φορολόγησης, χτυπώντας τους συνεπείς εργαζομένους και υπονομεύοντας κάθε έννοια ισότητας στην κατανομή των βαρών.