Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολιτών παραμένει σημαντικά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κατατάσσοντας τη χώρα στη προτελευταία θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αμέσως μετά τη Βουλγαρία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2024, η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα είναι 30% χαμηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ των 27, αναδεικνύοντας ένα βαθύ «κενό» που η χώρα καλείται να καλύψει.
Το πρόβλημα των χαμηλών εισοδημάτων επιτείνεται από το δυσανάλογα αυξημένο κόστος διαβίωσης τα τελευταία χρόνια, ιδίως στη στέγαση, τις υπηρεσίες και τη διατροφή, παρά τις ονομαστικές αυξήσεις.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η σύγκλιση της ελληνικής αγοραστικής δύναμης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αποτελεί ένα μακροπρόθεσμο στοίχημα. Όπως τόνισε ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), καθηγητής Γιάννης Τσουκαλάς, για να φτάσει η Ελλάδα τα ευρωπαϊκά επίπεδα, απαιτείται «πάνω από 10 χρόνια, ενδεχομένως και μία 15ετία».
Ο κ. Τσουκαλάς σημείωσε χαρακτηριστικά ότι, παρά τις προσπάθειες, η χώρα έχει καλύψει «τα μισά του δρόμου, ίσως και λιγότερο» για να επανέλθει η αγοραστική δύναμη στα επίπεδα του 2008 (94% του μέσου όρου της ΕΕ), όταν η χώρα δεν είχε εισέλθει ακόμη στην κρίση των μνημονίων.
Η ιστορική πορεία της αγοραστικής δύναμης καταδεικνύει το μέγεθος του πλήγματος της κρίσης:
2008: 94% του μέσου όρου της ΕΕ
2012: 71%
2016: 68%
2024: 70% (2η χειρότερη θέση στην ΕΕ)
Για να επιταχυνθεί ο ρυθμός σύγκλισης, οι ειδικοί υπογραμμίζουν την ανάγκη για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που θα πρέπει να είναι άνω του 2% τα επόμενα χρόνια.
Βασική προϋπόθεση, σύμφωνα με τον κ. Τσουκαλά, είναι η αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία σήμερα περιορίζεται στον ρυθμό του 1%-1,5% ετησίως. Αυτό απαιτεί:
-Αύξηση των επενδύσεων
-Περισσότερη εξωστρέφεια της οικονομίας
Οι προβλέψεις ανάπτυξης για το 2026 κυμαίνονται μεταξύ 1,9% (Τράπεζα της Ελλάδος) και 2,4% (Κυβέρνηση). Ωστόσο, υπάρχει ανησυχία ότι η αναπτυξιακή πορεία μπορεί να δυσκολέψει από το 2027 και μετά, λόγω της λήξης της συνεισφοράς του Ταμείου Ανάκαμψης στο ελληνικό ΑΕΠ.
«Είναι ένα διαρκές στοίχημα και πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στο να το κερδίσουμε», κατέληξε ο επικεφαλής του ΓΠΚΒ.
Διαβάστε επίσης: