Η Κεντροαριστερά στην Ελλάδα θυμίζει πλέον εκείνον τον συμμαθητή στο λύκειο που κάποτε ήταν ο αρχηγός της τάξης, έκανε τις καταλήψεις, έγραφε τις καλύτερες εκθέσεις, φλέρταρε με άνεση και όλοι έλεγαν πως «θα πάει μπροστά». Και τώρα δουλεύει part time σε φαρμακείο, γράφει status στο Facebook για τον Γληνό και θυμώνει όταν κάποιος μπερδεύει τον σοσιαλισμό με τη σοσιαλδημοκρατία.
γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας
Για να είμαστε δίκαιοι, δεν είναι πως δεν προσπαθεί. Όμως η προσπάθεια αυτή μοιάζει περισσότερο με μερεμέτι σε κτίριο υπό κατεδάφιση. Η στρατηγική ταυτότητα της ελληνικής Κεντροαριστεράς έχει γίνει κάτι σαν το μενού των γάμων στα χωριά: όλοι υπόσχονται κάτι πλούσιο, αλλά καταλήγεις με φιλέτο κοτόπουλο και πατάτες φούρνου.
Η λέξη «κέντρο» στην πολιτική, είναι σαν το «φυσικό άρωμα» στις ετικέτες των σαμπουάν: κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς σημαίνει, αλλά ακούγεται ευχάριστο. Για χρόνια, η Κεντροαριστερά προσπαθούσε να είναι αρκετά ριζοσπαστική ώστε να μη μοιάζει με τη Δεξιά και αρκετά μετριοπαθής ώστε να μη τρομάξει τους μικροαστούς.
Το πρόβλημα είναι πως η Δεξιά σταμάτησε να μοιάζει τόσο δεξιά – έγινε ψηφιακή, τεχνοκρατική, αστραφτερή, σαν PowerPoint παρουσίαση στο Hilton. Και η ριζοσπαστική Αριστερά πήγε αλλού: άλλοι προς τα TikTok, άλλοι προς την Πλεύση Ελευθερίας, και μερικοί πίσω στις ρίζες του 2011 (ήτοι: πλατεία Συντάγματος και φραπέ με γαλλικό).
Μέσα σε αυτό το χάος, η Κεντροαριστερά βρέθηκε σαν πρώην σύζυγος σε οικογενειακό τραπέζι: κανείς δεν της μιλάει άσχημα, αλλά κανείς δεν την ρωτάει κι αν θέλει κρασί.
Το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να ξαναβρεί την παλιά του αίγλη, κάνοντας ριμπράντινγκ με τα χρώματα του ήλιου, συνθήματα που θυμίζουν Φλωρινιώτη και μπόλικες δόσεις νοσταλγίας. Μόνο που η νοσταλγία είναι ωραία για ρετρό πάρτι, όχι για πολιτικές λύσεις. Ο Ανδρέας ζει (στις κούπες και τα μπρελόκ), αλλά η κοινωνική συμμαχία που τον ανέδειξε όχι.
Η νέα γενιά δεν έχει βιώματα από την Αλλαγή, μόνο φωτογραφίες με μαλλιά-λαίλαπα και «επιδοτήσεις για αγροτουρισμό». Όσο για τη μεσαία τάξη – εκείνη την περίφημη, σιωπηλή πλειοψηφία – έχει πιο σοβαρά προβλήματα από το να διαλέξει αν της ταιριάζει ο Νίκος ή ο Στέφανος (και όχι, δεν μιλάμε για το τένις).
Η Κεντροαριστερά έχασε τις τελευταίες εκλογές με τρόπο που θα ζήλευε και η αγγλική εθνική ομάδα. Ήττα με πρόγραμμα, στυλ και προσδοκία: το τριπλό αυτό κακό που οδηγεί από την πολιτική ήττα στην υπαρξιακή.
Κάποιοι λένε πως «είναι ώρα για αυτογνωσία». Αλλά αυτό λέγεται πριν τη συντριβή, όχι μετά. Μετά χρειάζεται ανασύσταση, και όχι απλώς νέες λέξεις-κλειδιά (π.χ. «σύνθεση», «ενότητα», «εκσυγχρονισμός» – όλα όμορφα, όπως οι ταπετσαρίες σε γραφεία βουλευτών που δεν επανεκλέχθηκαν).
Αν η Κεντροαριστερά θέλει να επιβιώσει, πρέπει να αποφασίσει αν είναι πολιτικό υποκείμενο ή απλώς μεταπολιτευτικό μουσειακό είδος. Πρέπει να επιλέξει αν θα υπερασπιστεί τους «πολλούς» ή αν θα μείνει κολλημένη στην υπεράσπιση της δικής της “καλής αστικής συνείδησης”.
Πρέπει να επανασυνδεθεί με την κοινωνία όχι με όρους “εγώ ξέρω καλύτερα”, αλλά με όρους “είμαι εδώ, να ακούσω, να μοιραστώ, να φανώ χρήσιμος”. Και κυρίως, να καταλάβει ότι δεν υπάρχει πια χώρος για κόμματα που δεν έχουν πάθος. Η εποχή του χαμογελαστού real estate σοσιαλισμού τελείωσε.
Η κοινωνία μετασχηματίζεται, οι κρίσεις πολλαπλασιάζονται και οι λέξεις «ισότητα», «δικαιοσύνη» και «δημοκρατία» χρειάζονται νέους υπερασπιστές. Αν δεν είναι η Κεντροαριστερά αυτή που θα το κάνει, τότε… κάποιος άλλος θα το επιχειρήσει.
Μόνο που στην πολιτική, όταν σε ξεχνούν για πολύ, δεν λέγεται ανάπαυση. Λέγεται εξαφάνιση.