Η εισαγγελία του Μιλάνου πραγματοποεί έρευνα, με αντικείμενο την παράνομη πρόσβαση σε χιλιάδες προσωπικά στοιχεία και πληροφορίες, τα οποία περιέχονται σε τράπεζες δεδομένων.
Ο εισαγγελέας του Μιλάνου Φραντσέσκο Ντε Τομάζι υπογράμμισε ότι πρόκειται για «παράνομο φακέλωμα», οι υπεύθυνοι του οποίου «δεν είναι υπερβολικό να πει, κανείς, ότι αποτελούν απειλή για την δημοκρατία της χώρας» και ότι «ήθελαν να εκβιάσουν τους κρατικούς θεσμούς και τους πολίτες».
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα πληροφορίες, «οι εγκέφαλοι» της παράνομης αυτής δραστηριότητας είχαν προσπαθήσει να συλλέξουν, μεταξύ των άλλων, πληροφορίες που αφορούν τον πρόεδρο της γερουσίας της Ιταλίας, Ινιάτσιο Λα Ρούσα και τον γιό του, Τζερόνιμο, ενώ φέρονται να απέστειλαν και μέιλ, σε διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Ιταλού προέδρου της δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα.
Διεξάγονται έρευνες για να διαπιστωθεί αν κατάφεραν και να «χακάρουν» την συγκεκριμένη διεύθυνση ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Δρούσαν, επίσης, στο πεδίο της βιομηχανικής κατασκοπίας
Έως τώρα, όπως έχει διαρρεύσει, στην συγκεκριμένη υπόθεση φέρονται να εμπλέκονται πάνω από 50 άτομα: κυρίως αστυνομικοί, «χάκερς» και σύμβουλοι σε θέματα πληροφορικής. Στους «πελάτες» τους, φέρονται να συγκαταλέγονταν γνωστές ιταλικές επιχειρήσεις ενώ παραβιάσθηκαν, μεταξύ των άλλων, η τράπεζα στοιχείων των ιταλικών αστυνομικών δυνάμεων και του υπουργείου οικονομικών, όπως και τα αρχεία σε υπολογιστές πολλών δημοσιογράφων.
Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια τεράστια «μαύρη αγορά» απόρρητων πληροφοριών η οποία (σύμφωνα με τους εισαγγελείς) τα τελευταία δυο χρόνια απέφερε κέρδη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, στα μέλη της συγκεκριμένης σπείρας.
Τέσσερα άτομα βρίσκονται σε κατ’οίκον περιορισμό. Ανάμεσά τους ο σύμβουλος σε θέματα πληροφορικής, Νούντσιο Σαμουέλε Καλαμούτσι και ο έμπειρος αστυνομικός Κάρμινε Γκάλο, εξήντα πέντε ετών, ο οποίος είχε ασχοληθεί -μεταξύ των άλλων- και με την υπόθεση της δολοφονίας του Μαουρίτσιο Γκούτσι.
Σύμφωνα με την εφημερίδα του Μιλάνου, Corriere della Sera, η παράνομη αυτή οργάνωση φέρεται να είχε καταφέρει να εισέλθει και στην τράπεζα στοιχείων του ιταλικού υπουργείου εσωτερικών.
Με πρωτοβουλία του υπουργού Εσωτερικών της κυβέρνησης Μελόνι, Ματέο Πιαντεντόζι, πραγματοποιείται έρευνα για να εξακριβωθεί αν, όντως, αφαιρέθηκαν στοιχεία και με ποιο τρόπο μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν.