Σημαντική μείωση σημειώθηκε στον αριθμό των δικαιούχων του επιδόματος τέκνων, με τα νεότερα στοιχεία του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας να δείχνουν ότι τον Ιούλιο του 2025 καταγράφηκε το χαμηλότερο επίπεδο από τη θέσπιση του μέτρου. Συγκεκριμένα, οι οικογένειες που θα λάβουν το επίδομα περιορίστηκαν σε 488.735, από 512.917 τον Μάιο του 2025 και 604.293 τον Μάιο του 2024. Δηλαδή, μέσα σε 14 μήνες, σχεδόν 1 στους 5 έχει βρεθεί εκτός επιδότησης.
Η βασική αιτία: Το εκκαθαριστικό της εφορίας
Η μείωση των γεννήσεων παίζει ρόλο, αλλά η καθοριστική αιτία για τη μαζική απώλεια του επιδόματος είναι η αύξηση του ονομαστικού εισοδήματος που καταγράφηκε το 2024 και αποτυπώθηκε στα εκκαθαριστικά των φορολογικών δηλώσεων. Τα εισοδηματικά όρια για τη χορήγηση του επιδόματος τέκνων παραμένουν σταθερά, χωρίς καμία αναπροσαρμογή ή ευθυγράμμιση με πληθωρισμό ή αυξήσεις μισθών. Έτσι, ακόμα και αν δεν άλλαξε η πραγματική αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, χιλιάδες οικογένειες ξεπέρασαν πλασματικά τα όρια και βρέθηκαν εκτός πλαισίου.
Το επίδομα τέκνων δεν είναι απλώς ένα «ναι ή όχι» ως προς την επιδότηση. Το ύψος του ποσού εξαρτάται από το εισόδημα, επομένως ακόμη και όσοι παραμένουν δικαιούχοι μπορεί να δουν μειωμένες καταβολές, με άμεση επίπτωση στον οικογενειακό τους προϋπολογισμό.
Υποσχέσεις που έμειναν στα χαρτιά
Τον Σεπτέμβριο του 2024, η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί να ανακόψει την τάση μείωσης των δικαιούχων, με παρέμβαση στα εισοδηματικά κριτήρια και πρόβλεψη για μη συνυπολογισμό ενός μέρους του μισθού στις περιπτώσεις εργαζόμενων γονέων. Ωστόσο, η εξαγγελία αυτή δεν υλοποιήθηκε. Εν τω μεταξύ, η εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος αποτύπωσε τις μισθολογικές αυξήσεις στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και έφερε χιλιάδες οικογένειες αντιμέτωπες με τις συνέπειες.
Τι έπεται – Μητρώο και νέα κριτήρια
Στο τραπέζι επιστρέφει πλέον το ζήτημα της αναθεώρησης των κριτηρίων χορήγησης, αλλά οι σχετικές αλλαγές δεν αναμένονται πριν την ολοκλήρωση του Μητρώου Κοινωνικών Επιδομάτων. Το νέο αυτό εργαλείο στοχεύει στην πλήρη και διασταυρωμένη απογραφή όλων των δικαιούχων επιδομάτων, ώστε να υπάρξει ενιαία βάση δεδομένων, ενδεχομένως και αλλαγές στο μοντέλο ενίσχυσης με στόχο τη μεγαλύτερη στοχευμένη στήριξη.
Η απομείωση του αριθμού των δικαιούχων, σε συνδυασμό με την ανελαστικότητα των εισοδηματικών ορίων, φέρνει στο προσκήνιο ένα κρίσιμο ερώτημα για την κοινωνική πολιτική των επιδομάτων στην Ελλάδα:
Θα συνεχίσει να είναι εργαλείο ανακούφισης για τις οικογένειες ή θα μετατραπεί σε σιωπηλό «καταλογιστή» εισοδημάτων χωρίς κοινωνικό φίλτρο;