Το ελληνικό τουριστικό μοντέλο των τελευταίων ετών κινείται όλο και πιο ξεκάθαρα προς την κατεύθυνση του «περισσότεροι επισκέπτες, μικρότερη παραμονή, χαμηλότερη δαπάνη», σύμφωνα με νέα μελέτη της Eurobank με τίτλο «Πυλώνας τουρισμού: Βασικά χαρακτηριστικά, επίδραση στην οικονομία, προκλήσεις, ευκαιρίες και προτάσεις πολιτικής».
Πρόκειται για μια πλήρη αποτύπωση της εικόνας του ελληνικού τουρισμού, αλλά και έναν εκτενή κατάλογο προτάσεων για τη σταδιακή μετάβαση σε ένα ποιοτικότερο και πιο βιώσιμο πρότυπο ανάπτυξης.
Αύξηση αφίξεων, μείωση διάρκειας και πραγματικής δαπάνης
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μέση ετήσια αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων στη χώρα από το 2011 έως το 2024 ήταν 5,8%. Ωστόσο, η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στην άνοδο των αφίξεων και όχι στην ενίσχυση της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των ταξιδιωτών έφτασε τα 40,7 εκατ. το 2024, από 15 εκατ. το 2010, καταγράφοντας άνοδο 7,1% ετησίως.
Την ίδια στιγμή, όμως, η μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη μειώθηκε στα 530,6 ευρώ, έναντι 640,4 ευρώ το 2010. Αντίστοιχα, η μέση διάρκεια παραμονής υποχώρησε από 9,3 διανυκτερεύσεις το 2010 σε μόλις 5,9 το 2024.
City breaks και Βαλκάνια αλλάζουν τη φυσιογνωμία των επισκεπτών
Η μείωση στη διάρκεια διαμονής αποδίδεται τόσο στην άνθηση των city breaks, ιδίως σε περιοχές όπως η Αττική, όσο και στην ενίσχυση των οδικών αφίξεων από τα Βαλκάνια – κυρίως προς τη Βόρεια Ελλάδα (Κεντρική Μακεδονία, Ήπειρος), περιοχές που επίσης παρουσιάζουν χαμηλή μέση παραμονή.
Παράλληλα, η μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση αυξήθηκε ονομαστικά από τα 68,6 ευρώ το 2010 στα 89,7 ευρώ το 2024. Όμως, λόγω πληθωριστικών πιέσεων, η πραγματική μεταβολή ήταν μηδενική, ενώ για τη μέση δαπάνη συνολικά ήταν αρνητική (-3,2%).
Μαζικότητα, πίεση στις υποδομές και απειλή για τη βιωσιμότητα
Όπως σημειώνει η Eurobank, η αύξηση της μαζικότητας ενδέχεται να λειτουργήσει αρνητικά μακροπρόθεσμα, εφόσον οδηγήσει σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή μείωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Η στρατηγική πρόκληση, κατά την τράπεζα, δεν είναι η αύξηση των αφίξεων, αλλά η αύξηση της δαπάνης ανά επισκέπτη, μέσα από την ενίσχυση της εμπειρίας και της αυθεντικότητας. Το τουριστικό προϊόν πρέπει να παραμείνει ελκυστικό και μοναδικό, με σεβασμό στην πολιτιστική κληρονομιά, το περιβάλλον και τη φέρουσα ικανότητα κάθε τόπου.
Δέκα άξονες για τον μετασχηματισμό του ελληνικού τουρισμού
Η Eurobank παραθέτει δέκα βασικές προτάσεις πολιτικής και στρατηγικής κατεύθυνσης, προκειμένου να ενισχυθεί ο ποιοτικός και βιώσιμος χαρακτήρας του τουριστικού κλάδου:
- Αυστηρή τήρηση της νομοθεσίας για την αυθαίρετη και εκτός σχεδίου δόμηση, με απόσυρση παράνομων κτισμάτων και αποτροπή μελλοντικής άναρχης ανάπτυξης.
- Χωροθέτηση μονάδων φιλοξενίας και εστίασης σε συμφωνία με το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον – και αναπροσαρμογή όσων ήδη λειτουργούν εκτός πλαισίου.
- Προώθηση ξενοδοχείων υψηλής στάθμης και αναβάθμιση υπαρχόντων, με τραπεζική στήριξη και απομάκρυνση από χαμηλής ποιότητας μονάδες.
- Αναβάθμιση βασικών υποδομών που εξυπηρετούν τον ποιοτικό τουρισμό (οδικό δίκτυο, διαχείριση πόρων, πολιτιστικές υποδομές, συνδεσιμότητα).
- Εξωραϊσμός του δημόσιου χώρου και του φυσικού περιβάλλοντος, προς όφελος τόσο των επισκεπτών όσο και των κατοίκων.
- Κατάρτιση προσωπικού και ενίσχυση δεξιοτήτων, για την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και τη δημιουργία καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας.
- Ενίσχυση εναλλακτικών μορφών τουρισμού (πολιτιστικός, θρησκευτικός, ιατρικός, αγροτουρισμός, city break), για καλύτερη κατανομή εσόδων και επιμήκυνση της περιόδου.
- Προώθηση της αειφορίας και της πράσινης μετάβασης, με έμφαση στην κυκλική οικονομία και την προστασία του οικοσυστήματος.
- Ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ώστε να μη λειτουργούν ανταγωνιστικά ή παρασιτικά έναντι των επίσημων μονάδων και να μην εντείνουν το στεγαστικό πρόβλημα.
- Μέτρα προσαρμογής στην κλιματική κρίση, όπως αποφυγή οικοδόμησης σε ευάλωτες περιοχές, ενεργειακές αναβαθμίσεις, αντιπλημμυρικά έργα και ενίσχυση της περιβαλλοντικής ανθεκτικότητας των προορισμών.
Η μετάβαση δεν είναι απλή, αλλά είναι αναγκαία
Η Eurobank καταλήγει ότι η στροφή προς έναν τουρισμό ποιότητας και όχι ποσότητας απαιτεί βαθιές τομές, επενδύσεις, αλλαγές σε νοοτροπίες και επιχειρηματικά μοντέλα. Είναι ένα σύνθετο αλλά απαραίτητο project, αν η χώρα θέλει να διατηρήσει τη θέση της στον διεθνή τουριστικό χάρτη χωρίς να υπονομεύσει τα ίδια της τα συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Η πρόκληση δεν είναι μόνο οικονομική – είναι αναπτυξιακή και πολιτισμική ταυτόχρονα. Και γι’ αυτό χρειάζεται στρατηγική, όχι απλώς διαχείριση.