Η ανάκληση της χρηματοδότησης από τον ΕΚΚΟΜΕΔ του ντοκιμαντέρ «17 Νοέμβρη: Άνοδος και Πτώση» του Αλέξη Παπαχελά δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο διοικητικό επεισόδιο. Αντιθέτως όμως εγείρει σοβαρά ερωτήματα δημοσιογραφικής ελευθερίας και πολιτικής συγκυρίας, τα οποία δεν μπορούν να αγνοηθούν, ιδίως όταν εξετάζονται σε συνδυασμό με τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις και τα μηνύματα που εκπέμπονται από τον ίδιο τον φιλοκυβερνητικό Τύπο.
Ο ΕΚΚΟΜΕΔ, με απόφαση του διευθύνοντος συμβούλου Λεωνίδα Χριστόπουλου, ανακάλεσε αιφνιδιαστικά την υπαγωγή του ντοκιμαντέρ σε καθεστώς μερικής χρηματοδότησης, επικαλούμενος λόγους «δημόσιας τάξης», εξαιτίας της ύπαρξης συνέντευξης του Δημήτρη Κουφοντίνα. Η απόφαση αυτή ελήφθη χωρίς προειδοποίηση και παρά το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από την επιστολή του Γιάννη Αλαφούζου, ο φορέας ήταν πλήρως και αναλυτικά ενημερωμένος ήδη από τον Ιούνιο για το περιεχόμενο της παραγωγής.
Η επιστολή του ιδιοκτήτη του ΣΚΑΪ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: κάνει λόγο για αυθαίρετη παρέμβαση στο περιεχόμενο δημοσιογραφικής και ιστορικής καταγραφής, για προληπτική λογοκρισία και για πρακτικές που αντιβαίνουν στη διεθνή δεοντολογία, σύμφωνα με την οποία καταγράφονται οι μαρτυρίες όλων των πρωταγωνιστών, ανεξαρτήτως ιδεολογικής ή ποινικής τους ταυτότητας. Στο ίδιο πλαίσιο, ο ΣΚΑΪ αποσύρει και δεύτερο ντοκιμαντέρ από τον ΕΚΚΟΜΕΔ, διακόπτοντας κάθε θεσμική σχέση με τον οργανισμό.
Η βαρύτητα του επεισοδίου δεν εξαντλείται, ωστόσο, στη σύγκρουση ενός μέσου ενημέρωσης με έναν κρατικό φορέα. Αποκτά πολιτικό βάθος όταν τοποθετηθεί στο χρονικό σημείο στο οποίο εκδηλώνεται. Την Κυριακή 16/12, το πρωτοσέλιδο της Καθημερινής, της εφημερίδας δηλαδή όπου διευθυντής είναι ο Αλέξης Παπαχελάς επέλεξε έναν ιδιαιτέρως αιχμηρό τίτλο: «Η τρόικα της αυτοδυναμίας». Έναν τίτλο που, με εμφανή πολιτική φόρτιση, φέρνει στο προσκήνιο τα ονόματα Καραμανλή, Σαμαρά και Βενιζέλου, υπονοώντας ότι βαριά πολιτικά κέντρα ισχύος προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο αποτυχίας της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη να προσεγγίσει το όριο του 30% στις επόμενες εκλογές.

Το μήνυμα του πρωτοσέλιδου είναι σαφές: η αυτοδυναμία δεν θεωρείται δεδομένη και οι πολιτικές διεργασίες βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, η απόφαση του ΕΚΚΟΜΕΔ να «παγώσει» ένα ντοκιμαντέρ ιστορικής καταγραφής, επικαλούμενη αόριστα την «δημόσια τάξη», δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτικά ουδέτερη. Όχι επειδή υπάρχει απαραιτήτως άμεση αιτιώδης σχέση, αλλά διότι εκπέμπεται ένα συμβολικό μήνυμα πειθάρχησης σε έναν δημοσιογραφικό χώρο που, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, φιλοξενεί ανοιχτά σενάρια πολιτικής αποσταθεροποίησης της κυβερνητικής παντοδυναμίας.
Η ουσία του ζητήματος δεν αφορά την παρουσία ή μη μιας συνέντευξης του Κουφοντίνα. Αφορά το αν το κράτος, μέσω θεσμικών του οργάνων νομιμοποιείται να αξιολογεί το περιεχόμενο ιστορικών και δημοσιογραφικών έργων με όρους πολιτικής σκοπιμότητας. Και, κυρίως, αν τέτοιες παρεμβάσεις μπορούν να εμφανίζονται ως τεχνικές ή διοικητικές, όταν εκδηλώνονται σε χρονικές στιγμές υψηλής πολιτικής φόρτισης.
Διαβάστε επίσης:
Τραμπ: Προανήγγειλε διάγγελμα προς τον αμερικάνικο λαό – Δεν γνωστοποίησε το θέμα











