Για φορολογικά ζητήματα και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, την επιδίωξη της κυβέρνησης για ενίσχυση των εισοδημάτων και τις πολιτικές μείωσης των φόρων, για την πτώση του ποσοστού των κόκκινων δανείων και τη σχετική επίκαιρη ερώτηση αλλά και για δηλώσεις αρχηγών κομμάτων της αντιπολίτευσης μίλησε μεταξύ άλλων ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στο ΚΑΝΑΛΙ 90,4.
Αναφορικά με την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος στα «μπλοκάκια», τη ρύθμιση για τη φορολόγηση των φιλοδωρημάτων και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο επεσήμανε ότι είναι «η συνέχιση μιας πολιτικής που ξεκίνησε από το 2019 και συνεχίζεται μετά το 2023. Σημασία έχει να μιλάμε με αποδείξεις, απευθυνόμενοι και σε εσάς, αλλά κυρίως στους πολίτες που μας ακούν. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη την πρώτη τετραετία μείωσε ή κατήργησε πενήντα φόρους – φορολογικούς συντελεστές και την δεύτερη τετραετία συνεχίζει στην ίδια ακριβώς λογική.
Στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη μείωση περαιτέρω δώδεκα φορολογικών συντελεστών από την 01/01/2025 με συνολικό δημοσιονομικό κόστος, όφελος, δηλαδή, για τους πολίτες, 900 εκατομμύρια ευρώ. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος είχε ανακοινωθεί στην ΔΕΘ, εξειδικεύθηκε στην συνέχεια από τον Υπουργό Οικονομικών, τον κ. Χατζηδάκη, και επεκτείνεται και για τα μπλοκάκια, δηλαδή τους ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι, ουσιαστικά, είναι οιονεί Μισθωτοί. Είναι σε ένα καθεστώς μέχρι τρεις εργοδότες, που εργάζονται με μπλοκάκι», είπε.
Για τα φιλοδωρήματα ενόψει και των ανακοινώσεων από τον κ. Χατζηδάκη τόνισε ότι «εδώ πέρα υπάρχει μια σύγχυση η οποία δημιουργείται, εγώ θεωρώ όχι σκόπιμα από κάποια Μέσα, το αντίθετο, στον κόσμο. Τα φιλοδωρήματα δεν είναι αφορολόγητα μέχρι σήμερα που μιλάμε. Απλά αυτό ο κόσμος δεν το ήξερε, γιατί μέχρι την επέκταση του ηλεκτρονικού χρήματος δίνονταν χέρι με χέρι.
Ακούω μία προπαγάνδα, η οποία είναι λάθος, από την αντιπολίτευση και μπερδεύουν κάποιοι τον κόσμο. Και από κάποιους βουλευτές της αντιπολίτευσης που φώναζαν χτες και διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους, όλοι αυτοί, επειδή η ΝΔ κυβερνά από το 2019, δεν ξέρουν ή έκαναν ότι δεν ήξεραν -εγώ νομίζω περισσότερο- ότι δεν ήταν αφορολόγητα. Προφανώς αυτά που μπαίνουν μέσω κάρτας, γιατί -όπως αντιλαμβάνεστε- το να δώσεις δύο και τρία ευρώ στο χέρι, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση, ως προς τον πελάτη και τον εργαζόμενο. Αυτό, λοιπόν, που θα έρθει να κάνει σήμερα η κυβέρνηση είναι να λύσει -θεωρώ- αυτή τη στρέβλωση ή, τέλος πάντων, να στηρίξει τους εργαζόμενους με κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα, τα οποία θα ανακοινώσει σήμερα το υπουργείο Οικονομικών». Μίλησε μάλιστα για «ένα πλέγμα παρεμβάσεων, που ως στόχο θα έχει την απόλυτη στήριξη των εργαζομένων. Και να μην μπορεί να δημιουργηθούν διέξοδοι, παραθυράκια και ας πούμε, δυνατότητες για έναν εργοδότη να κάνει κατάχρηση αυτής της παρέμβασης της Κυβέρνησης προς όφελός του και εις βάρος του εργαζόμενου του».
«Θέλουμε να πάμε τον μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ»
Στη συνέχεια επεσήμανε ότι «η βασική επιδίωξη της κυβέρνησης αυτής είναι να φτάσει στις εκλογές του 2027 και να κοιτάξει στα μάτια τους πολίτες έχοντας εφαρμόσει όλες τις δεσμεύσεις της και κυρίως αυτές που έχουν να κάνουν με το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Παραλάβαμε μια χώρα όπου το 70% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αμειβόταν κάτω από 1.000 ευρώ, το ποσοστό αυτό ευτυχώς έχει μειωθεί στο 54%, αλλά ακόμα πρέπει να μειωθεί κι άλλο. Ο μέσος μισθός από 1.046 έχει πάει 1.300 ευρώ, θέλουμε να το πάμε 1.500 ευρώ και θα τον πάμε.
Όλα αυτά εμείς δεν θέλουμε να γίνουν με περισσότερα ελλείμματα και με διόγκωση του χρέους. Δεν θέλουμε να υποθηκεύσουμε τις επόμενες γενιές. Και γιατί δεν θέλουμε να το κάνουμε; Γιατί υπάρχει ένας άλλος δρόμος. Ο συνεπής δρόμος, που δίνει εισόδημα, που θα μείνει στους πολίτες και είναι ο δρόμος των περισσότερων θέσεων εργασίας. Κοιτούσα τα στοιχεία, λέμε 500.000 δουλειές σε πέντε χρόνια. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί προφανώς κάποιοι άνθρωποι βρήκαν δουλειά αλλά και γιατί το κράτος εισπράττει, χωρίς να αυξάνει τους φόρους, από 500.000 περισσότερους ανθρώπους που δουλεύουν και τους εργοδότες τους.
Αν σκεφτεί κανείς ότι σε αυτήν τη χώρα η ανεργία των νέων είχε φτάσει στο 37% και τώρα έχει πέσει σχεδόν 20 μονάδες στο 19%. Η ανεργία των γυναικών είχε φτάσει στο 21% τώρα έχει πέσει στο 11%. Δεν πρόκειται λοιπόν εμείς να προβούμε σε κινήσεις που πρόσκαιρα, χωρίς να είναι δημοσιονομικά ασφαλείς, θα μας κάνουν ευχάριστους. Το αντίθετο, θα εφαρμόσουμε με μεγαλύτερη ταχύτητα το πρόγραμμά μας, το οποίο θα δώσει δύναμη στους εργαζόμενους και σταδιακά θα μειώσει τις ανισότητες με μόνιμα χαρακτηριστικά».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε και στη δημοσιονομική υπευθυνότητα σε σχέση με τις πολιτικές μείωσης των φόρων. «Θα συνεχίσουμε στην κατεύθυνση των φοροαπαλλαγών και της στήριξης των εισοδημάτων, όπως όμως προβλέπει το πρόγραμμά μας και όσο πιο γρήγορα μπορούμε. Αυτό μπορούμε να το καταφέρουμε. Δηλαδή, να φέρουμε μπροστά μέτρα που θα έρχονταν μετά από κάποιους μήνες. Αυτό μπορούμε να το καταφέρουμε μέσα στην τετραετία. Όπως κάναμε με το τέλος επιτηδεύματος.
Αλλά δεν θέλουμε να μπούμε σε μια λογική πλειοδοσίας. Άλλωστε, ξέρετε πολύ καλά ότι καμία χώρα πλέον της ΕΕ δεν μπορεί να παραβεί τον κανόνα του Μεσοπρόθεσμου. Αν δηλαδή αύριο το πρωί έρθει ένα κόμμα της αντιπολίτευσης και πει ότι εγώ θέλω να δώσω στην α ή στη β κατηγορία δαπανών στον κόσμο, να αυξήσω για παράδειγμα, όπως είχε πει ένας άλλος πρόεδρος, τις δαπάνες για την υγεία επιπλέον 5%. Πρέπει να πει από που θα κόψει. Αλλιώς η πρότασή του, η εξαγγελία του, είναι άνευ αντικειμένου. Και έτσι πρέπει να γίνεται για να μπορούμε να κάνουμε αντιπαράθεση επί πραγματικών δεδομένων».
«Από το 40% έχουμε πάει στο 7,5% στα κόκκινα δάνεια»
Τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια» ήταν το επόμενο θέμα που συζητήθηκε. Ο κ. Μαρινάκης τόνισε ότι «υπάρχει μείωση αλλά ο στόχος μας δεν είναι να μείνουμε από τα 92 δισ. στα 69 δισ. ληξιπρόθεσμα. Αλλά αν το δείτε ως ποσοστό “κόκκινων” δανείων έχουμε καταφέρει και έχουμε πάει ως χώρα, επί Κυριάκου Μητσοτάκη και Νέας Δημοκρατίας, από το 40% στο 7,5%. Δηλαδή το 7,5% στο σύνολο των δανείων είναι “κόκκινα” δάνεια. Αυτό δεν έγινε μαγικά αλλά με μια σειρά από ρυθμίσεις της κυβέρνησης αυτής.
Με πιο αυστηρή για τους servicers και πιο δίκαιη και προστατευτική για τους δανειολήπτες και τους ευάλωτους περισσότερο, την τελευταία ρύθμιση επί υπουργίας Κωστή Χατζηδάκη το 2023, όπου υποχρεώνει τους servicers σε αναλυτική ενημέρωση στους δανειολήπτες, υποχρεώνει να δεχτούν την απόφαση του εξωδικαστικού μηχανισμού εφόσον ευνοεί τους ευάλωτους δανειολήπτες και βάζει πολύ αυστηρά πρόστιμα σε περίπτωση που δεν συμμορφώνονται με τις νέες διατάξεις. Εμείς το έχουμε πει».
Υπογράμμισε στο σημείο αυτό ότι μεγάλη σημασία έχει «και η συζήτηση για τα “πράσινα” δάνεια. Για αυτούς που με πολύ μεγάλη δυσκολία όλα αυτά τα χρόνια συνεχίζουν και πληρώνουν.
Όλες λοιπόν αυτές οι πολιτικές, οι φοροαπαλλαγές, οι στηρίξεις στο εισόδημα, το νωρίτερο ξεπάγωμα των τριετιών, η αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, προσπαθούν ως πολιτικές, να ενδυναμώσουν και τους ανθρώπους, οι οποίοι με πολύ μεγάλες δυσκολίες, κάποιοι τους ειρωνεύτηκαν τα προηγούμενα χρόνια ως νοικοκυραίους, αλλά είναι η ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Αυτοί οι οποίοι στήριξαν την Ελλάδα τα δύσκολα χρόνια και αυτοί οι οποίοι κάποιες φορές δεν τα κατάφερναν και ‘κοκκίνισαν’ τα δάνειά τους επίσης και αυτοί προσπαθούν τώρα να είναι συνεπείς οι άνθρωποι».
Όπως χαρακτηριστικά είπε η πολιτική της κυβέρνησης δεν περιορίζεται «μόνο στην στήριξη αυτών που έχουν κόκκινα δάνεια, αλλά στην στήριξη όλων των πολιτών, οι οποίοι από το υστέρημα του μηνιαίου εισοδήματος τους, όλα αυτά τα χρόνια πληρώνουν το σπίτι τους, πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους και ο στόχος λοιπόν είναι να εφαρμοστούν περισσότερο αυτές οι πολιτικές».
Για την επίκαιρη ερώτηση για τα «κόκκινα δάνεια», στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών απάντησε πως «ο υπουργός Οικονομικών δεν άφησε κανένα ερώτημα αναπάντητο. Θεωρώ ότι είναι καλό να γίνεται ένας διάλογος, ακόμα και πιο έντονος κάποιες φορές και συνεχίζουμε, όπως σας είπα, με στόχο να ελαφρύνουμε τους πολίτες. Μην κοροϊδευόμαστε, 15 χρόνια η χώρα μας πέρασε πολύ δύσκολα και λόγω της οικονομικής κρίσης και λόγω των επόμενων κρίσεων.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία ότι πλέον βαδίζουμε σε ένα δρόμο σύγκλισης με την Ευρώπη. Όταν όμως μιλάμε για σύγκλιση δεν σημαίνει ότι γίναμε ακόμα Ευρώπη. Το γεγονός δηλαδή ότι είμαστε πρώτοι σε ρυθμό αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος, δεν σημαίνει ότι ακόμα το διαθέσιμο εισόδημα είναι εκεί που θέλουμε. Απλά αυξάνεται με μεγαλύτερο ρυθμό από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη».
Για την επανεκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ
Ερωτηθείς ακόμη για τις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε πως «ο κόσμος δεν κερδίζεται πλέον με μαγικές συνταγές και με συνθήματα και με υποσχέσεις, οι οποίες έχουν μια λογική πλειοδοσίας. Η εμπιστοσύνη με τον κόσμο χτίζεται μέρα με τη μέρα και θεωρώ ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών στο Κυριάκο Μητσοτάκη χτίστηκε μέσα από αυτή τη λογική και δοκιμάζεται προφανώς καθημερινά ως προς το αν τα παραδοτέα, παραδίδονται με το συντομότερο δυνατό και τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο.
Άρα, αν θέλει, ο όποιος κύριος Ανδρουλάκης, να απευθυνθεί στον κόσμο, χωρίς να κάνω υποδείξεις, ο καθένας επιλέγει αυτό το πιο θεωρεί καλύτερο ως πολιτική, πρέπει να διατυπώσει μία συγκεκριμένη πρόταση επί όλων των ζητημάτων, κοστολογημένη, σοβαρή και υλοποιήσιμη. Πάνε οι εποχές που έρχεται μια αντιπολίτευση και αυτό φάνηκε το ’19-’23 που ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση έχασε δυνάμεις και μάλιστα πολύ περισσότερο και ακόμα και από το ’23 μέχρι το ’24 συνέχισε να χάνει δυνάμεις, ενώ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, σε δύσκολα χρόνια πολλών κρίσεων.
Αν δεν πας να πεις ότι «δεν συμφωνώ με την κυβέρνηση σε ένα δύο τρία τέσσερα πέντε», εάν δεν πας και πεις, ότι σε αυτά τα πέντε τι θα κάνεις εσύ, από πού θα βρεις τα λεφτά και γιατί αυτό που θα κάνεις εσύ θα είναι πιο αποτελεσματικό και πιο συμφέρον για τον κόσμο, τότε έχεις χάσει τη μάχη. Ας μην βιαζόμαστε λοιπόν, ας δούμε αν το ΠΑΣΟΚ θα διατυπώσει μια πρόταση και περιμένουμε να δούμε, γιατί όπως είπα, το πρόσωπο δεν άλλαξε. Μένει να δούμε αν θα αλλάξουν οι πολιτικές και η λογική αντιπολίτευσης.
Σκεφτείτε ότι πριν από λίγους μήνες συζητούσαμε για το αν είναι καλό να επεκταθεί το Ταμείο Ανάκαμψης. Δηλαδή, προληπτικές εξετάσεις, για να μάθουμε κάποιοι από εμάς αν έχουμε κάποιον κίνδυνο να νοσήσουμε. Συζητούσαμε, για παράδειγμα, για την ανακαίνιση των νοσοκομείων, συζητούσαμε για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Είχαμε μείνει εμείς με την Κούβα. Και παρ’ όλα αυτά, και το 2024, στα 50 χρόνια από τη Μεταπολίτευση, δεν ήρθε έστω το ΠΑΣΟΚ – δεν περιμέναμε κάτι από τον ΣΥΡΙΖΑ – δυνατά και καθαρά να πει: “Ναι, ρε παιδί μου, μην μείνουμε εμείς τελευταίοι με την Κούβα”.
Ακόμα και κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, που είχε πολύ καλά χαρακτηριστικά πολιτικού διαλόγου το ΠΑΣΟΚ, το οποίο εμείς το αναγνωρίσαμε και το χαιρετίσαμε, δεν ήρθαν να πούνε, για μένα θα ήταν αυτονόητο να πουν: “Παιδιά, δεν μπορεί η Ελλάδα να έχει μείνει με την Κούβα. Κάναμε κι εμείς τα λάθη μας, πάμε παρακάτω”. Περιμένουμε, λοιπόν, στα επόμενα, αλλά και σε αυτά τα οποία έχουν ήδη ψηφιστεί και πρέπει να εφαρμοστούν, γιατί επίκεινται ανακοινώσεις. Έχουμε τη συνταγματική αναθεώρηση. Εκεί, λοιπόν, θα μετρηθούμε όλοι.
Πάνε οι εποχές που έλεγε, για παράδειγμα, ο Μητσοτάκης δέκα και θα βγει ο Ανδρουλάκης να πει δεκαπέντε. «Πόσα δίνετε κ. Μητσοτάκη εσείς, δέκα; Εγώ θα δώσω δεκαπέντε». Γινόταν αυτό, το ζήσαμε. Και έτσι φτάσαμε στο σημείο, ειδικά οι νεότεροι, όλη μας σχεδόν η γενιά, να ψάχνει διαβατήριο να φύγει από τη χώρα. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος. Γιατί δεν υπήρχε καμία υπευθυνότητα στην εναλλαγή της εξουσίας, να καταλάβουμε ότι από κάπου πρέπει να έρθουν τα λεφτά.
Με πολλές άλλες παθογένειες που πληρώσαμε ειδικά εμείς οι νεότεροι. Ε, λοιπόν, αυτές οι εποχές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η σφραγίδα, νομίζω, αυτού ήταν οι εκλογές του 2019 και ακόμα περισσότερο του 2023, που ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος αντιπολιτευόταν με αυτή τη λογική, έφτασε πιο χαμηλά. Μένει να δούμε τι θα γίνει τα επόμενα χρόνια. Ο κόσμος νομίζω ότι είναι πλέον ένας πολύ αυστηρός κριτής, ξέρει πάρα πολύ καλά ποιος τον κοροϊδεύει και ποιος του λέει την αλήθεια και όταν θα έρθει η ώρα, θα αποφασίσει».
Για την Αφροδίτη Λατινοπούλου
Όσον αφορά δηλώσεις της προέδρου της «Φωνής Λογικής» ο κ. Μαρινάκης είπε πως δεν έκανε κάποιον χαρακτηρισμό, αλλά σε ερώτηση δημοσιογράφου να σχολιάσει τις δηλώσεις της εναντίον του πρωθυπουργού, είπε ότι καλό είναι ο πολιτικός διάλογος να μην παραπέμπει σε reality shows προηγούμενων δεκαετιών. «Μπορεί να πει χίλια πράγματα για έναν πολιτικό της αντίπαλο, αλλά νομίζω ότι αυτό ρίχνει πάρα πολύ το επίπεδο. Και το κυριότερο, γιατί, εντάξει, αυτό έχει να κάνει με μία έκφραση, ας πούμε ότι της ξέφυγε ή, τέλος πάντων, επέλεξε η ίδια να μιλήσει με αυτό τον τρόπο.
Επειδή έκανε μαθήματα περί Νέας Δημοκρατίας η κυρία Λατινοπούλου και τυχαίνει να είμαι από μικρό παιδί στη Νέα Δημοκρατία και έχω διατελέσει πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ και Γραμματέας του κόμματος, αλλά κυρίως είμαι από μικρό παιδί στη Νέα Δημοκρατία και μπορούμε να γνωρίζουμε πέντε βασικά πράγματα, θύμισα και στους συναδέλφους σας, αλλά και στον κόσμο, στους πολίτες, ότι η κυρία Λατινοπούλου είχε να επιλέξει μεταξύ τριών κομμάτων στην Ευρώπη.
Μεταξύ του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που είναι η πολιτική οικογένεια της Νέας Δημοκρατίας, το Κεντροδεξιό κόμμα της Ευρώπης, το κόμμα στο οποίο είναι η κυρία Μελόνι, που είναι πιο δεξιό από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και την άκρα δεξιά, ακραία στοιχεία, που είναι και η Λε Πεν, ο Όρμπαν, άνθρωποι οι οποίοι αυτά που λένε στην πραγματικότητα οδηγούν στη διάλυση της Ευρώπης. Εκεί εντάχθηκε η κυρία Λατινοπούλου. Δεν εντάχθηκε έστω στο κόμμα της κυρίας Μελόνι, να πεις ότι είναι ένα πιο σκληρό δεξιό κόμμα της χώρας. Αυτό είναι η αλήθεια. Δεν υπήρξε ούτε χαρακτηρισμός. Δικαίωμα του κάθε κόμματος, του κάθε ευρωβουλευτή να εντάσσεται στην κοινοβουλευτική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου που επιθυμεί ό,τι ανήκει. Αλλά δεν μπορεί ένας άνθρωπος, ο οποίος συντάσσεται με τα ακραία στοιχεία της Ευρώπης, να κάνει μαθήματα για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι Νέα Δημοκρατία».