Ενώ η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει ως «τελευταία ευκαιρία» μια περιορισμένη ρύθμιση για την αποφοίτηση ενεργών φοιτητών, χιλιάδες άλλοι οδηγούνται σε αυτόματη διαγραφή από τα ελληνικά πανεπιστήμια, χωρίς πρόβλεψη για επανένταξη, χωρίς έστω μια τυπική ακρόαση. Από τον Σεπτέμβριο, ξεκινά η μαζική εκκαθάριση των μητρώων, με στόχο –όπως λένε– την «αναβάθμιση» των ΑΕΙ.
Αντί για στήριξη, διαγραφή
Η ρύθμιση αφορά αποκλειστικά όσους έχουν ήδη ολοκληρώσει το 75% του προγράμματος σπουδών και έχουν πρόσφατη ακαδημαϊκή δραστηριότητα. Όλοι οι υπόλοιποι, ακόμα κι αν υπάρχουν λόγοι που τους απέτρεψαν –εργασία, οικογενειακές υποχρεώσεις, υγεία– πετιούνται εκτός χωρίς δυνατότητα εξήγησης. Ενδεικτικά, η «περίοδος χάριτος» που είχε δοθεί από το 2021 λήγει χωρίς καμία αναθεώρηση, παρότι η πανδημία και οι συνθήκες ζωής για χιλιάδες νέους έχουν αλλάξει ριζικά.
Ανεπαρκές πλαίσιο, εντεινόμενος αποκλεισμός
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται να προχωρά με αριθμούς, όχι με ανθρώπους. Στα μητρώα των ΑΕΙ παραμένουν πράγματι ανενεργοί φοιτητές, όμως αντί για ουσιαστική διαχείριση, επιλέγεται η μέθοδος του «delete». Η ίδια η Υπουργός Σοφία Ζαχαράκη μιλά για «ισορροπημένη παρέμβαση», όμως οι αποκλεισμένοι –και όχι απαραίτητα αδιάφοροι– δεν βρίσκουν καμία πρόβλεψη στο νέο πλαίσιο.
Εκπαίδευση με όρους πειθαρχίας και αποκλεισμού
Το αφήγημα περί ποιότητας μετατρέπεται σταδιακά σε μηχανισμό αποκλεισμού. Δεν υπάρχουν προγράμματα επανένταξης, δεν υπάρχει εναλλακτικό μονοπάτι, δεν υπάρχει διάλογος. Η επιλογή είναι μία: ή αποφοίτηση με σφιχτό χρονοδιάγραμμα ή διαγραφή. Πρόκειται για πολιτική αυστηρότητας που πλήττει κυρίως τις πιο ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, όσους εργάζονται για να σπουδάσουν, όσους δυσκολεύονται να επανέλθουν.
Η νέα ρύθμιση, λοιπόν, δεν είναι «τελευταία ευκαιρία». Είναι το τελευταίο καμπανάκι πριν από μια σκληρή εκπαιδευτική ερημοποίηση, όπου το πανεπιστήμιο παύει να είναι χώρος μάθησης και γίνεται χώρος αποκλεισμών.