Η ισραηλινή κυβέρνηση, μέσω του υπουργού Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς, ενέκρινε την κατασκευή 764 νέων οικιστικών μονάδων σε τρεις οικισμούς της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης. Η απόφαση αυτή δεν είναι μια μεμονωμένη κίνηση, αλλά ένα ακόμη βήμα σε μια σκόπιμη και επιταχυνόμενη πολιτική εποικισμού που ακολουθείται με συνέπεια τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο τον υπερεθνικιστή υπουργό, από τα τέλη του 2022 έχουν εγκριθεί περισσότερες από 51.370 οικιστικές μονάδες, αποκαλύπτοντας μια κλίμακα προγραμματισμού που στοχεύει στην οριστική αλλαγή του πληθυσμιακού και γεωγραφικού καμβά στην περιοχή.
Η ισραηλινή στρατηγική και οι στόχοι της
Οι νέες κατοικίες θα κατασκευαστούν στους οικισμούς Χασμονάιμ, δίπλα στην Πράσινη Γραμμή, καθώς και στα Γκιβάτ Ζεέβ και Μπεϊτάρ Ιλίτ κοντά στην Ιερουσαλήμ. Η επιλογή των θέσεων είναι χαρακτηριστική: ενισχύει το δακτύλιο των οικισμών γύρω από την Ιερουσαλήμ και προχωρά προς την καρδιά της Δυτικής Όχθης. Ο υπουργός Σμότριτς, γνωστός αντίπαλος της δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους, παρουσιάζει αυτές τις ενέργειες ως αναπόσπαστο μέρος της κυριαρχίας και της ασφάλειας του Ισραήλ, επικαλούμενος ιστορικούς και θρησκευτικούς δεσμούς. Ωστόσο, το διεθνές πλαίσιο ερμηνείας είναι εντελώς διαφορετικό.
Μια σαφής παράνομη πράξη
Η διεθνής κοινότητα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποδέχεται μια διαφορετική πραγματικότητα. Τα εδάφη της Δυτικής Όχθης βρίσκονται υπό κατοχή μετά τον πόλεμο του 1967, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Κατά συνέπεια, η μεταφορά πολιτών της κατοχικής δύναμης σε κατεχόμενα εδάφη θεωρείται ρητά παράνομη βάσει της Τέταρτης Σύμβασης της Γενεύης και πολλών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. «Για εμάς, όλοι οι οικισμοί είναι παράνομοι», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γουασέλ Αμπού Γιούσεφ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, εκφράζοντας την παλαιστινιακή θέση που υποστηρίζεται από το μεγαλύτερο μέρος του διεθνούς συστήματος.
Οι οικισμοί δεν είναι απλά κτίρια· αποτελούν δομικό στοιχείο που κατακερματίζει τη Δυτική Όχθη, αποκόπτει παλαιστινιακές κοινότητες και υπονομεύει ριζικά τη βιωσιμότητα μιας συνεχούς παλαιστινιακής πολιτικής οντότητας. Κάθε νέα έγκριση οικιστικών μονάδων σφραγίζει ακόμη περισσότερο την κατάσταση στο έδαφος, καθιστώντας τη δημιουργία ενός κράτους δίπλα-δίπλα με το Ισραήλ όλο και πιο ανέφικτη.
Το κλίμα της βίας
Αυτή η θεσμικά εγκεκριμένη επέκταση λαμβάνει χώρα σε ένα κλίμα εκτόξευσης της παρακρατικής βίας. Τα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών είναι σοκαριστικά. Μόνο τον Οκτώβριο καταγράφηκαν τουλάχιστον 264 επιθέσεις εποίκων εναντίον Παλαιστινίων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Αυτός είναι ο υψηλότερος μηνιαίος αριθμός από τότε που ξεκίνησε η συστηματική καταγραφή το 2006, αποκαλύπτοντας μια κατάσταση που έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Οι επιθέσεις αυτές, που συχνά λαμβάνουν χώρα με τη σιωπηρή συναίνεση ή την ενεργό αμέλεια ισραηλινών στρατιωτικών δυνάμεων, περιλαμβάνουν καταστροφή περιουσιών, λεηλασίες και σωματική βία, δημιουργώντας ένα περιβάλλον τρόμου και εξαναγκαστικής μετανάστευσης για τις παλαιστινιακές κοινότητες.
Μια πολιτική που διαιωνίζει τη σύγκρουση
Η νέα έγκριση εποικιστικών κατοικιών από το Ισραήλ δεν είναι ένα διοικητικό ζήτημα σχεδιασμού. Είναι μια βαθιά αποικιοκρατική πράξη που έχει διπλό στόχο: από τη μια, την εδαφική και δημογραφική εξασφάλιση στα κατεχόμενα εδάφη, και από την άλλη, την αποδυνάμωση κάθε ελπίδας για μια ειρηνική διμερούς λύση. Διαψεύδει ρητά τις επαναλαμβανόμενες διεθνείς εκκλήσεις για κατάπαυση των εποικισμών και δρα συνέργεια με τη βία παρακρατικών ομάδων εποίκων.
Ενώ ο υπουργός Σμότριτς πανηγυρίζει για τους αριθμούς των εγκρίσεων, το διεθνές δίκαιο και η διεθνής διπλωματία βρίσκονται αντιμέτωπα με μια συνεχώς επιδεινούμενη πραγματικότητα. Κάθε νέα κατοικία αποτελεί έναν λίθο στο τείχος που χωρίζει τους δύο λαούς και απομακρύνει την πιθανότητα ειρήνης. Στο τέλος, αυτή η πολιτική δεν προστατεύει την ασφάλεια του Ισραήλ μακροπρόθεσμα· απλά επενδύει στη διαιώνιση μιας καταστροφικής και αιματηρής κατάστασης.
Διαβάστε επίσης:
Πεσκόφ: «Οι δηλώσεις Τραμπ για την Ουκρανία συμφωνούν με τις απόψεις μας»
Λαβρόφ: «Δεν θέλουμε πόλεμο με την Ευρώπη, αλλά είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε αν χρειαστεί»











