Η κρίση της ακρίβειας και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, βρέθηκαν στο επίκεντρο της εκδήλωσης που διοργάνωσε το «Ινστιτούτο Αλέξης Τσίπρας» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Στην ομιλία του ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας ανέπτυξε την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ενώ υπογράμμισε πως η χώρα χρειάζεται ένα ισχυρό οικονομικό σοκ, με αλλαγή πορείας και Νέο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης.
«Πρέπει να ανοίξει η συζήτηση στον προοδευτικό χώρο σε αναγκαία προτάγματα», είπε ο κ. Τσίπρας ενώ υπογράμμισε ότι η οικονομία και η χώρα πάνε σε λάθος κατεύθυνση: «Χωρίς τη δημιουργία ταμειακού αποθέματος το 2018 δεν θα υπήρχε καμία προϋπόθεση ανάκαμψης.
Παρά τις σκληρές θυσίες των Ελλήνων πολιτών την περασμένη δεκαετία, μας δείχνει ότι η χώρα μας προσομοιάζει με βαλκανική χώρα. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να εμπεδωθεί στη συνείδηση πως αυτά είναι τα όριά της. Ο κίνδυνος της χαμηλής αυτοπεποίθησης, της παραίτησης. Το μεγάλο εθνικό θέμα που θα έπρεπε να μας απασχολεί είναι πώς θα αποτρέψουμε την πορεία απόκλισης», τόνισε και κατέληξε:
«Αν δεν αλλάξουμε πορεία, θα ξαναπέσουμε σε τοίχο και μάλιστα συντομότερα από όσο ίσως πιστεύουμε», είπε μεταξύ άλλων ο Αλέξης Τσίπρας.
Τα σημαντικότερα σημεία από την ομιλία Τσίπρα:
Το μεγάλο εθνικό θέμα είναι η αναστροφή την πορεία φτωχοποίησης και απόκλισης με μια οικονομία που βασίζεται μόνο στον τουρισμό και το real estate. Ο νέος εθνικός στόχος – αντίστοιχος της ένταξης στην ΕΟΚ το ’70 και ’80, της ένταξης στην ευρωζώνη το ’90 και της εξόδου από την κρίση το ’10 πρέπει να είναι «η επιτάχυνση της σύγκλισης με όρους κοινωνικής συνοχής και δικαιοσύνης, με όρους συμπερίληψης των λαικών στρωμάτων που έβαλαν πλάτη για να μείνει η χώρα όρθια».
Νέο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης στη βάση των 4Α – Ανάπτυξη, Αναδιανομή, Ασφάλεια, Ανθεκτικότητα:
Ανάπτυξη μεσοπρόθεσμη, με τρόπο διατηρήσιμο – η αναγκαία και βασική προϋπόθεση χωρίς την οποία η χώρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με υπαρξιακές προκλήσεις. Αναδιανομή και δικαιοσύνη – με στήριξη του κοινωνικού κράτους (Σημ. κατατέθηκαν και προτάσεις για την στεγαστική πολιτική) και προστασία της εργασίας – ώστε οι καρποί της ανάπτυξης να διαχέονται στο σύνολο της κοινωνίας, Ανθεκτικότητα – για να είναι σε θέση η χώρα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που θέτει η γεωπολιτική αβεβαιότητα, η κλιματική κρίση καθώς και νέες πιθανές διαταραχές στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού, Ασφάλεια – απέναντι στην αυξημένη εγκληματικότητα, αλλά και απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, στις δημόσιες υποδομές και συγκοινωνίες, αλλά και στις αλλαγές που φέρνει στη ζωή των ανθρώπων η μετάβαση σε ένα νέο σύνθετο περιβάλλον εργασίας.
Κεντρικός ρόλος ενός «στρατηγικού, αναπτυξιακού κράτους», ένα κράτος ευθύνης που να προωθεί προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και ριζικές αλλαγές. Απέναντι στο επιτελικό κράτος που αποτελεί «μηχανισμό για την αναπαραγωγή πελατειακών σχέσεων, την προστασία ολιγοπωλίων και τη διαχείριση συμφερόντων που φτάνει στο όριο της παρεοκρατίας».
Υπογράμμισε μάλιστα την ανάγκη για βαθιά μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης με σκοπό την ενίσχυση των δυνατοτήτων του κράτους να επιτελέσει τον αναπτυξιακό και κοινωνικό του ρόλο, απέναντι στις πρακτικές του επιτελικού κράτους που ανέθεσε σε ιδιωτικές εταιρείες συμβούλων όλο και περισσότερες κρίσιμες λειτουργίες της διοίκησης. Έδωσε παραδείγματα την ίδρυση δημοσίων φορέων ενέργειας και υποδομών από την νέα βρετανική κυβέρνηση.
Η δημόσια διοίκηση πρέπει να ενισχυθεί ώστε να αναλάβει «τον ρόλο του επόπτη και συντονιστή που προσεγγίζει ολιστικά το αίτημα της αναβάθμισης των υποδομών της χώρας, του ΕΣΥ, της ενέργειας και της πράσινης μετάβασης. Φέρνοντας μαζί δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, πιστωτικά ιδρύματα και περιφέρειες υπό ένα κοινό μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό».
Παράλληλα πρέπει να υπάρξουν μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς και ιδιαίτερα στην Δικαιοσύνη. Θωράκιση και ενίσχυση των ανεξάρτητων αρχών και ιδιαίτερα της Αρχής Ανταγωνισμού.
Πιο συγκεκριμένα τόνισε την ανάγκη να υπάρξει ένα «Μεγάλο εθνικό σχέδιο επενδύσεων στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στις υποδομές, την πράσινη μετάβαση, στην υγεία ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις οικονομικού μετασχηματισμού, προσέλκυσης κεφαλαίων σε νέες παραγωγικές και όχι υπάρχουσες δραστηριότητες, με στόχο την επίτευξη μεσοπρόθεσμων διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης στην περιοχή του 2-2,5% την επόμενη δεκαετία.
Με ορθή και διαφανή αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων σε αντίθεση με την διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης που διακρίνεται από αδιαφάνεια, έλλειψη οράματος (τίποτα για στεγαστική πολιτική και 2% για ΕΣΥ) και αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων υπέρ τω μεγάλων εταιρειών. Διεκδίκηση ευκαιριών που ενδεχομένως δημιουργεί Έκθεση Ντράγκι σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα επενδύσεων».
Σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα για να εξασφαλισθεί τόσο ο υγιής ανταγωνισμός, όσο και η μείωση των ανισοτήτων:
Α) με δίκαιη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου και των μεγάλων εισοδημάτων, αντιστροφή του μίγματος έμμεσων/άμεσων φόρων και αντιμετώπιση φοροδιαφυγής,
Β) Με έναν τραπεζικό τομέα που στηρίζει την καινοτομία και την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αντί να αναπαράγει πελατειακές πρακτικές και να στηρίζει ολιγοπώλια
Γ) δημιουργία εξωχρηματιστηριακής αγοράς ενέργειας όπου οι τιμές θα διαμορφώνονται με βάση διμερή συμβόλαια, όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη και όχι από τέσσερις εταιρείες που ελέγχουν να ανεβάζουν τις τιμές. Επιπλέον ανάπτυξη ενεργειακών κοινοτήτων που θα μειώσουν αισθητά τις τιμές.
Η χώρα χρειάζεται άμεσα ένα μεγάλο αναπτυξιακό σοκ, εφάμιλλο των αντίστοιχων της περιόδου Τρικούπη και Βενιζέλου για να μη χάσει οριστικά το τρένο της σύγκλισης. Η υλοποίηση ενός Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα με ορίζοντα το 2030. Ένα Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης με κεντρικό το ρόλο ενός στρατηγικού αναπτυξιακού κράτους. Ενός κράτους Ευθύνης και όχι Διαπλοκής. Με ορθή και διαφανή αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Με μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της δικαιοσύνης, της παιδείας και θωράκιση των θεσμών. Με σαφές, πολυετές, ρεαλιστικό, βιώσιμο πλάνο δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων κατά προτεραιότητα στους κρίσιμους τομείς των υποδομών, του ανθρώπινου κεφαλαίου, του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Με παρεμβάσεις για την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου, όπως η ενίσχυση της βιομηχανίας, της μεταποίησης και της παραγωγής ποιοτικών προϊόντων διατροφής. Με έναν τραπεζικό τομέα που στηρίζει την καινοτομία και την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αντί να αναπαράγει πελατειακές πρακτικές και να στηρίζει ολιγοπώλια
Με σχέδιο και κίνητρα για την προσέλκυση νέων παραγωγικών επενδύσεων στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες και τη καινοτομία. Και κυρίως με αποφασιστικότητα σύγκρουσης με τα μεγάλα συμφέροντα.
Η σημερινή ανισορροπία του πολιτικού συστήματος, αν δεν αποκατασταθεί από τα αριστερά, ο κίνδυνος είναι να αποκατασταθεί ακόμη δεξιότερα. Από την άνοδο της Ακροδεξιάς, όπως βλέπουμε να συμβαίνει σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες. Το μόνο παρήγορο και ουσιαστικά ελπιδοφόρο είναι ότι κάτι αρχίζει σιγά σιγά να κινείται. Όχι σε επίπεδο πολιτικής αντιπολίτευσης. Εκεί ο «κανένας» συνεχίζει να προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Αλλά σε επίπεδο κοινωνικής αντιπολίτευσης.
Άλλωστε, ας έχουμε κατά νου, χωρίς κοινωνικές διεργασίες δε μπορεί να υπάρξει πολιτικό υποκείμενο αλλαγής. Αυτό μας δείχνει και το παράδειγμα του Νέου Λαικού Μετώπου στη Γαλλία, και μας θύμισε με τη παρέμβασή της σήμερα η Λουσύ Καστέλς. Η συγκρότησή του δεν ήταν μια τεχνητή συγκόλληση από τα πάνω, αλλά απαίτηση της κοινωνικής αντιπολίτευσης, στις γειτονιές, τα συνδικάτα, τα πανεπιστήμια, στους χώρους δουλειάς. Έκφραση των αγώνων μιας κοινωνίας που έδωσε και δίνει μάχες στους δρόμους και μάλιστα πολλές από αυτές τις κερδίζει.
Κανένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων και ρήξεων δε θα υλοποιηθεί αν πρώτα δεν εκφράσει και κινητοποιήσει τη πλειοψηφία της κοινωνίας μας. Τις δυνάμεις της παραγωγής και της δημιουργίας. Της υγιούς επιχειρηματικότητας που ασφυκτιά μέσα στο πλαίσιο της διαφθοράς. Των νέων επιστημόνων μας, που συνεχίζουν να μεταναστεύουν από τη χώρα. Των σύγχρονων μη προνομιούχων που αρχίζουν σταδιακά να συνειδητοποιούν ότι αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει. Της μεγάλης πλειοψηφίας που σήμερα δηλώνει ότι δε τα βγάζει πέρα. Και που αργά ή γρήγορα θα απαιτήσει και θα αποκτήσει τη πολιτική εκπροσώπηση που της αξίζει».