Η εκκένωση της κατάληψης Askatasuna στο Τορίνο, το πρωί της Πέμπτης 18 Δεκεμβρίου, σηματοδοτεί ένα ακόμη βήμα στην επιθετική στρατηγική της κυβέρνησης της Τζόρτζια Μελόνι απέναντι στα κοινωνικά κέντρα και τις αυτόνομες δομές. Το Τορίνο, πόλη-σύμβολο κοινωνικών και εργατικών αγώνων, βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο μιας σύγκρουσης με βαθύ ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό υπόβαθρο.
Το Τορίνο ως «άβολη» πόλη για την εξουσία
Το Τορίνο υπήρξε διαχρονικά μια πόλη που ενοχλεί τους συντηρητικούς και τους νεοφασιστικούς κύκλους της Ιταλίας. Από την Αντίσταση στους ναζιφασίστες, τις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις του Ιουλίου του 1962, μέχρι το φοιτητικό και μαθητικό κίνημα του 1968 και τις σύγχρονες κοινωνικές διεκδικήσεις, η πόλη έχει ταυτιστεί με την έννοια της συλλογικής ανυπακοής. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η Askatasuna, ένα κοινωνικό κέντρο με πολυετή παρουσία και έντονη δράση, που για χρόνια στάθηκε εμπόδιο σε επιχειρηματικά και «αναπτυξιακά» σχέδια μετατροπής της πόλης σε πεδίο κερδοσκοπίας.
Η εκκένωση της Askatasuna
Η αστυνομική επιχείρηση πραγματοποιήθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες, με τη σύλληψη έξι ακτιβιστών που βρίσκονταν στο κτίριο της οδού Corso Regina Margherita. Η εκκένωση ήρθε μετά από χρόνια πιέσεων και αποτελεί, σύμφωνα με επικριτές της κυβέρνησης, μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου ποινικοποίησης κάθε μορφής κοινωνικής αυτοοργάνωσης. Η Askatasuna, όπως και άλλα κοινωνικά κέντρα στην Ιταλία, θεωρείται από την κυβέρνηση «εστία ανομίας», ενώ από την τοπική κοινωνία αντιμετωπίζεται ως βασικός πυλώνας αλληλεγγύης.

Η κοινωνική προσφορά στο στόχαστρο
Το κοινωνικό κέντρο είχε αναπτύξει ένα ευρύ φάσμα δράσεων: από κοινοτικό γυμναστήριο και πολιτιστικές εκδηλώσεις, μέχρι συνεργασίες με σχολεία και κοινωνικές κουζίνες. Κατά την περίοδο της πανδημίας, η Askatasuna κάλυψε κενά του κράτους και του δήμου, διανέμοντας τρόφιμα και υγειονομικό υλικό σε όσους επλήγησαν από το λοκντάουν. Παράλληλα, πρωταγωνίστησε στον αγώνα κατά της νέας σιδηροδρομικής γραμμής Τορίνο–Λιόν στο πλαίσιο του κινήματος No Tav και στήριξε ενεργά διεθνείς κινητοποιήσεις, όπως εκείνες υπέρ της Παλαιστίνης.
Η κυβέρνηση Μελόνι και το υπουργείο Εσωτερικών επικαλέστηκαν λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας, συνδέοντας αυθαίρετα την Askatasuna με επεισόδια και επιθέσεις που σημειώθηκαν τους προηγούμενους μήνες στην πόλη. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επίθεση στη σύνταξη της εφημερίδας La Stampa, γεγονός που ερμηνεύεται ως προειδοποίηση προς κάθε μορφή διαμαρτυρίας, ειδικά σε μια περίοδο όπου προωθούνται αυστηρότεροι νόμοι που εξισώνουν την κριτική στον σιωνισμό με τον αντισημιτισμό.

Ο ρόλος του Δήμου και οι αντιδράσεις
Έντονα ερωτήματα προκαλεί η στάση του Δήμου Τορίνο, υπό τον δήμαρχο Στέφανο Λο Ρούσο, ο οποίος εγκατέλειψε τη διαδικασία νομιμοποίησης της Askatasuna ως κοινωνικού κέντρου και κοινού αγαθού. Η δικαιολογία ότι οι ακτιβιστές δεν είχαν δικαίωμα να διανυκτερεύουν στο κτίριο θεωρείται προσχηματική από τους υποστηρικτές του κέντρου. Μετά την εκκένωση, ο δήμος διέκοψε την παροχή νερού και ρεύματος και σφράγισε το κτίριο, στέλνοντας σαφές μήνυμα ευθυγράμμισης με την κυβερνητική γραμμή.
Η αντίδραση της κοινωνίας υπήρξε άμεση. Χιλιάδες πολίτες από το Τορίνο και τις γύρω περιοχές συγκεντρώθηκαν έξω από το κτίριο, ενώ το περασμένο Σάββατο περισσότεροι από 10.000 διαδηλωτές κατέκλυσαν τους δρόμους, αψηφώντας δακρυγόνα και αντλίες νερού. Η συμπαράσταση δεν περιορίστηκε σε συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους, αλλά εκφράστηκε ευρέως από κατοίκους της γειτονιάς, που αναγνώριζαν τον κοινωνικό ρόλο της Askatasuna.
Η υπόθεση της Askatasuna εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο ενίσχυσης της καταστολής στην Ιταλία. Η επίκληση της ασφάλειας, τα ελάχιστα «ευρήματα» που παρουσιάστηκαν ως αποδείξεις επικινδυνότητας και η στρατιωτικοποίηση ολόκληρης της περιοχής γύρω από το κτίριο ενισχύουν την κριτική περί αυταρχικής διολίσθησης. Την ώρα που ακροδεξιές καταλήψεις, όπως εκείνη της CasaPound στη Ρώμη, παραμένουν ανενόχλητες, η εκκένωση ενός κοινωνικού κέντρου με έντονη κοινωνική δράση αναδεικνύει τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης.
Η σύγκρουση για τον δημόσιο χώρο και τα δικαιώματα
Η εκκένωση της Askatasuna επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της φίμωσης της κοινωνίας των πολιτών και της ποινικοποίησης της διαφωνίας. Σε μια Ευρώπη που, όπως σημειώνουν θεωρητικοί όπως ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, το «καθεστώς εξαίρεσης» τείνει να γίνει κανόνας, το Τορίνο μετατρέπεται σε πεδίο δοκιμής ενός μοντέλου αυστηρού ελέγχου. Για χιλιάδες πολίτες, η σύγκρουση αυτή δεν αφορά μόνο ένα κτίριο, αλλά το δικαίωμα στον δημόσιο χώρο, την αλληλεγγύη και τη δημοκρατική έκφραση.
Διαβάστε επίσης:
Ποιοι τελικά κλείνουν τους δρόμους και ταλαιπωρούν τους εκδρομείς; (βίντεο)
Απαγορευτικό στον Μπρετόν από τις ΗΠΑ: Ο πρώην επίτροπος καταγγέλλει «άνεμο μακαρθισμού»











