Δεκαπέντε χρόνια μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, η ελληνική παραγωγικότητα δεν έχει καταφέρει να επιστρέψει στα επίπεδα του 2009. Σύμφωνα με τη νέα ανάλυση του ΚΕΦΙΜ, με τίτλο «Πού βρίσκεται η παραγωγικότητα της εργασίας σήμερα σε σχέση με την αρχή της κρίσης το 2009», οι δείκτες του 2024 παραμένουν σημαντικά χαμηλότεροι από εκείνους πριν από την κρίση. Την έρευνα υπογράφουν οι Νίκος Ρώμπαπας και Κωνσταντίνος Σαραβάκος, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η Ελλάδα αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση ανάμεσα στις «χώρες της κρίσης», καθώς κανένας από τους βασικούς δείκτες παραγωγικότητας δεν έχει ανακάμψει.
Η παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας διαμορφώνεται φέτος περίπου 14% χαμηλότερα από το 2009, ενώ η παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο βρίσκεται ακόμη πιο πίσω, περίπου 18% κάτω από τα επίπεδα της ίδιας χρονιάς. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν μια δομική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας, που δεν έχει καταφέρει να ανακτήσει τη δυναμική της παραγωγικότητας παρά την οικονομική σταθεροποίηση και την αύξηση του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια.
Οι κλάδοι που κινούνται πιο χαμηλά από το 2009
Η ανάλυση του ΚΕΦΙΜ αποτυπώνει μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των επιμέρους κλάδων. Σε σχέση με τη βάση του 2009 (100 μονάδες), οι δείκτες παραγωγικότητας για το 2024 παρουσιάζουν έντονη πτώση σε σειρά δραστηριοτήτων που απασχολούν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού.
Το εμπόριο, οι μεταφορές, η διαμονή και η εστίαση παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη μείωση, με τον δείκτη να περιορίζεται στις 61,47 μονάδες, σχεδόν 38,5% χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Σημαντική είναι και η πτώση στις επαγγελματικές και διοικητικές υπηρεσίες (–37%, στις 62,82 μονάδες), ενώ η ενημέρωση και η επικοινωνία υποχωρούν κατά περίπου 21% (78,72 μονάδες).
Οι κατασκευές κινούνται στο –13%, ο πρωτογενής τομέας στο –2%, ενώ η βιομηχανία (πλην κατασκευών) παρουσιάζει οριακή μείωση περίπου 1,3%. Η μόνη κατηγορία με θετική μεταβολή είναι οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπου ο δείκτης παραγωγικότητας ανέρχεται στο 107,08, παρουσιάζοντας αύξηση περίπου 7% έναντι του 2009.
Μεγάλες διαφορές και ανά μέγεθος επιχείρησης
Αντίστοιχα ανησυχητική εικόνα προκύπτει και από τη διερεύνηση της παραγωγικότητας βάσει μεγέθους επιχειρήσεων. Οι μικρές επιχειρήσεις 1–9 εργαζομένων, οι οποίες αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού επιχειρηματικού τοπίου, βρίσκονται το 2023 στις 84,74 μονάδες, περίπου 15% χαμηλότερα από το 2009. Ακόμη χειρότερη η εικόνα για τις επιχειρήσεις 10–49 εργαζομένων: τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2021 τις τοποθετούν στις 55 μονάδες, σχεδόν 45% κάτω από τα επίπεδα του 2009.
Οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους (50–249 εργαζόμενοι) φαίνεται να έχουν ανακάμψει, φτάνοντας κοντά στις 102 μονάδες το 2022, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζομένους βρίσκονται το 2023 στις 98 μονάδες, περίπου 2% κάτω από το 2009. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν τη δυσκολία των μικρών επιχειρήσεων να επιτύχουν κλιμάκωση, επενδύσεις σε κεφάλαιο, ψηφιοποίηση και καινοτομία – στοιχεία που συνδέονται άμεσα με την παραγωγικότητα.
Η συνεισφορά των κλάδων στο ΑΕΠ: Υψηλή συμμετοχή χαμηλής παραγωγικότητας
Η ανάλυση του ΚΕΦΙΜ εξετάζει επίσης το ποσοστό προστιθέμενης αξίας των κλάδων στο ΑΕΠ. Το εμπόριο, οι μεταφορές, η διαμονή και η εστίαση αποτελούν τον κλάδο με τη μεγαλύτερη συνεισφορά στο ελληνικό ΑΕΠ το 2024 (21,4%), παρά την ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητά τους. Η αναντιστοιχία αυτή αποτελεί, σύμφωνα με τους αναλυτές, έναν από τους λόγους που η συνολική παραγωγικότητα της χώρας παραμένει χαμηλή.
Στον αντίποδα, οι κατασκευές έχουν τη χαμηλότερη συνεισφορά (1,9%), ενώ η βιομηχανία (χωρίς τις κατασκευές) φτάνει το 13,1%, σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Ελλάδα υπερτερεί σε ορισμένους τομείς, όπως ο πρωτογενής και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, αλλά εξακολουθεί να υπολείπεται σε καίριους κλάδους διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Γιατί έχει σημασία η παραγωγικότητα
Η μακροχρόνια αύξηση των εισοδημάτων και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη συνδέονται άμεσα με τη βελτίωση της παραγωγικότητας, τονίζουν οι αναλυτές του ΚΕΦΙΜ. Τα στοιχεία των πρόσφατων εκθέσεων του ΕΣΥΠ και του ΚΕΠΕ δείχνουν ότι η παραγωγικότητα στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, ωστόσο η χώρα έχει ακόμη σημαντικό έδαφος να καλύψει σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ο πρόεδρος του ΚΕΦΙΜ, Νίκος Ρώμπαπας, σχολιάζει: «Τα στοιχεία για την παραγωγικότητα επιβεβαιώνουν τη δομική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας: παρά τη μερική ανάκαμψη των τελευταίων ετών, δεν έχουμε ακόμη ανακτήσει την παραγωγικότητα που είχαμε πριν από δεκαπέντε χρόνια. Η χαμηλή παραγωγικότητα, ιδιαίτερα στους κλάδους που απασχολούν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού, περιορίζει τις προοπτικές για υψηλότερους μισθούς και ισχυρή ανάπτυξη». Προσθέτει ότι είναι αναγκαίο να δοθεί σταθερή προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τις επενδύσεις, την ανταγωνιστικότητα, την καινοτομία και την κλιμάκωση των επιχειρήσεων.
Η ανάλυση καταλήγει ότι χωρίς ουσιαστική ενίσχυση της παραγωγικότητας, η χώρα δεν θα μπορέσει να πετύχει τους ρυθμούς ανάπτυξης που απαιτούνται για μακροχρόνια οικονομική ευημερία.
Διαβάστε επίσης:
Δώρο Χριστουγέννων: Πότε καταβάλλεται, με τι ισούται και πώς να το υπολογίσετε on line
Σαν σήμερα η παραλαβή του Νόμπελ από τον Σεφέρη – Η συγκλονιστική ομιλία του











