Ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού σε μια προσπάθεια εξοικονόμησης 43,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, στο πλαίσιο της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2026 ανακοίνωσε πακέτο αυστηρότατης δημοσιονομικής λιτότητας που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την κατάργηση δύο δημόσιων αργιών αλλά και το πάγωμα μη στρατιωτικών δαπανών, , όπως ανέφερε η εφημερίδα Le Monde.

Η πρόταση αυτή έρχεται σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής αβεβαιότητας, με μια κυβέρνηση μειοψηφίας και την απειλή πρότασης μομφής να πλανάται στον ορίζοντα, και αναμένεται να προκαλέσει ισχυρές αντιδράσεις τόσο από τα συνδικάτα όσο και από κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η κατάργηση δύο αργιών – πιθανώς της Δευτέρας του Πάσχα και της 8ης Μαΐου, ημέρας εορτασμού της λήξης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη – παρουσιάστηκε ως μία από τις απαραίτητες θυσίες για να αποφευχθεί μια δημοσιονομική καταστροφή.
Η απόφαση για δραστικές περικοπές δεν περιορίζεται μόνο στις αργίες. Ο Μπαϊρού ανακοίνωσε επίσης πάγωμα των δημοσίων δαπανών (πλην των αμυντικών), μη αντικατάσταση ενός στους τρεις αποχωρήσαντες δημόσιους υπαλλήλους, καθώς και πάγωμα των συντάξεων το 2025.
Παράλληλα, θα επιβληθούν ανώτατα όρια σε δαπάνες πρόνοιας και υγείας – τομείς που αποτελούν βασικούς πυλώνες του γαλλικού κράτους πρόνοιας. Η επιλογή αυτή αναμένεται να προκαλέσει την έντονη αντίδραση των αριστερών κομμάτων, τα οποία ήδη διαφωνούν με οποιαδήποτε μείωση κοινωνικών δαπανών.
Ο Μπαϊρού, μακροχρόνιος υπέρμαχος της δημοσιονομικής πειθαρχίας και πολιτικός του «κέντρου», προειδοποίησε ότι «είναι ο τελευταίος σταθμός πριν τον γκρεμό, πριν μας συνθλίψει το χρέος», μία διατύπωση ενδεικτική της κρισιμότητας της κατάστασης.
Η ιστορική και πολιτική σημασία των συγκεκριμένων αργιών καθιστά την πρόταση ιδιαιτέρως αμφιλεγόμενη. Η Δευτέρα του Πάσχα έχει θρησκευτική σημασία σε μια χώρα με ισχυρές καθολικές παραδόσεις, ενώ η 8η Μαΐου αποτελεί ημέρα εθνικής μνήμης και περηφάνιας.
Η κατάργησή τους δεν αποτελεί απλώς ζήτημα ωρών εργασίας – αγγίζει βαθύτερα ζητήματα εθνικής ταυτότητας και συλλογικής ιστορικής μνήμης.
Ο πρωθυπουργός, μιλώντας ενώπιον βουλευτών, μελών του υπουργικού συμβουλίου και δημοσιογράφων, επανέλαβε την ανάγκη για συλλογική προσπάθεια.
«Όλοι θα πρέπει να συμβάλουν στην προσπάθεια», δήλωσε, επιχειρώντας να ενισχύσει το αίσθημα εθνικής ευθύνης και να πείσει τους πολίτες ότι η κρίση απαιτεί ενιαία στάση.
Η έκκληση αυτή εντάσσεται σε μια στρατηγική επικοινωνίας που προσπαθεί να καταστήσει σαφές ότι οι θυσίες είναι αναπόφευκτες και ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις στην παρούσα συγκυρία, όπως τονίζει η γαλλική εφημερίδα.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε την εμπειρία της Ελλάδας»
Η μνήμη της ελληνικής κρίσης χρέους χρησιμοποιήθηκε από τον Μπαϊρού ως προειδοποιητικό παράδειγμα. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε την εμπειρία της Ελλάδας», τόνισε, αναφερόμενος στα χρόνια λιτότητας, τα διεθνή πακέτα διάσωσης και την κοινωνική αναταραχή που ακολούθησαν.
Η κατάσταση της γαλλικής οικονομίας επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι πληρωμές τόκων για το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσουν τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ, καθιστώντας τες τη μεγαλύτερη μεμονωμένη δαπάνη του προϋπολογισμού. Αν οι αγορές χάσουν την εμπιστοσύνη τους στη δυνατότητα αποπληρωμής από τη Γαλλία, το κόστος δανεισμού θα εκτιναχθεί, επιβαρύνοντας περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά και ενδεχομένως οδηγώντας σε υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Απειλεί να ανατρέψει τον Μπαϊρού η Λεπέν
«Μετά από επτά χρόνια καταστροφικής σπατάλης, ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Φρανσουά Μπαϊρού είναι ανίκανοι να κάνουν πραγματικές οικονομίες και παρουσιάζουν για άλλη μια φορά το λογαριασμό στους Γάλλους: σχεδόν 20 δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους και στερήσεις», δήλωσε αμέσως η Μαρίν Λεπέν, απειλώντας να ανατρέψει τον Γάλλο πρωθυπουργό.
Ο Ζορντάν Μπαρντελά, από την πλευρά του είπε «Η κατάργηση δύο αργιών, οι οποίες κατά τα άλλα είναι εξίσου σημαντικές με τη Δευτέρα του Πάσχα και την 8η Μαΐου, αποτελεί άμεση επίθεση στην ιστορία μας, στις ρίζες μας και στη Γαλλία της εργασίας. Κανένας βουλευτής του RN δεν θα δεχτεί αυτό το μέτρο , το οποίο είναι προκλητικό».
Ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας, Ζαν Λυκ Μελανσόν τόνισε: «Να πληρώνουν οι πολλοί για να γλιτώσουν οι πολύ πλούσιοι […] Προσοχή, πλησιάζουμε στο σημείο χωρίς επιστροφή. Οι καταστροφές και οι αδικίες δεν πρέπει να γίνονται πλέον αποδεκτές. Είναι επείγον να τερματιστεί η μακρονία. Πρέπει να φύγει ο Μπαϊρού». Ανάλογες και οι δηλώσεις της Mathilde Panot: «Ο Μπαϊρού κηρύσσει κοινωνικό πόλεμο. Κατάργηση 2 αργιών, μη αντικατάσταση 1 στους 3 δημόσιους υπαλλήλους, κατάργηση της επιστροφής εξόδων για φάρμακα, επίθεση στην ασφάλιση ανεργίας, στις αναρρωτικές άδειες, ιδιωτικοποιήσεις […]. Θα καταδικάσουμε αυτή την πολιτική της δυστυχίας!».
Η κυβέρνηση Μακρόν, από την άλλη, μίλησε για «στιγμή θάρρους. Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, με τις προσπάθειες να κατανέμονται δίκαια και με δίκαιο τρόπο […]. Τώρα εναπόκειται σε όλους εμάς, πολίτες, αφοσιωμένους ανθρώπους, δημόσιους λειτουργούς, να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων».
Συμφώνησαν, ο Ερβέ Μαρσέιλ, του UDI, ο οποίος μίλησε επίσης για το «θάρρος» του πρωθυπουργού που «μίλησε ειλικρινά. Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε επιλογές. Όλοι πρέπει να είναι σε θέση να συνεισφέρουν το μερίδιό τους. Θα εναπόκειται στο Κοινοβούλιο να ενεργήσει υπεύθυνα».
Η πολιτική διάσταση
Ο Μπαϊρού, επικεφαλής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας, πρέπει να πείσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αποδεχθούν – ή έστω να ανεχθούν – το πακέτο μέτρων.
Σε διαφορετική περίπτωση, βρίσκεται αντιμέτωπος με την προοπτική μιας νέας πρότασης μομφής, όπως εκείνη που οδήγησε στην πτώση του προκατόχου του τον Δεκέμβριο, λόγω του προϋπολογισμού του 2025. Οποιαδήποτε πολιτική κατάρρευση θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα κυβερνητική κρίση, εντείνοντας την αβεβαιότητα και επηρεάζοντας αρνητικά την οικονομία.
Ο ίδιος ο Πρόεδρος Μακρόν, σε μια προσπάθεια να διασώσει την αμυντική πολιτική της Γαλλίας, ανακοίνωσε την Κυριακή αύξηση των αμυντικών δαπανών, ενώ κάλεσε τους βουλευτές να μην προκαλέσουν νέα πρόταση μομφής. Σύμφωνα με τον Μακρόν, η προηγούμενη πολιτική αναταραχή καθυστέρησε σημαντικά την υλοποίηση του προϋπολογισμού του 2025 και επηρέασε αρνητικά τις επιχειρήσεις.
Το πολιτικό τοπίο παραμένει πολωμένο, με τα αριστερά κόμματα να αντιδρούν στις περικοπές κοινωνικών δαπανών και την ακροδεξιά να καταγγέλλει το πάγωμα των δαπανών ως άδικο προς τους πολίτες.
Ο Μακρόν εξελέγη το 2017 ως πολιτικός «εκτός» του παραδοσιακού συστήματος, με υποσχέσεις για υπέρβαση του διχασμού Δεξιάς – Αριστεράς και για εκσυγχρονισμό της δεύτερης ισχυρότερης οικονομίας της ευρωζώνης.
Ωστόσο, οι επανειλημμένες κρίσεις – από το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων», την πανδημία COVID-19, έως την εκτόξευση του πληθωρισμού – δυσκόλεψαν την πορεία του. Η τρέχουσα δημοσιονομική κρίση απειλεί να επισκιάσει το πολιτικό του αποτύπωμα, ιδιαίτερα καθώς εισέρχεται στα τελευταία δύο χρόνια της δεύτερης και τελευταίας θητείας του.
Το σχέδιο Μπαϊρού προβλέπει σταδιακή μείωση του ελλείμματος από το 5,4% του ΑΕΠ το 2024 στο 4,6% το 2026 και τελικά κάτω από το όριο του 3% που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το 2029. Η επίτευξη αυτών των στόχων απαιτεί όχι μόνο πολιτική σταθερότητα, αλλά και κοινωνική συναίνεση – κάτι καθόλου δεδομένο σε μια χώρα με έντονη παράδοση διαμαρτυριών και απεργιακών κινητοποιήσεων.
Η επόμενη κρίσιμη ημερομηνία είναι ο Οκτώβριος, όταν το πλήρες σχέδιο προϋπολογισμού θα κατατεθεί στο κοινοβούλιο. Εκεί θα διαφανεί αν ο Μπαϊρού θα καταφέρει να εξασφαλίσει την απαραίτητη πλειοψηφία ή αν η Γαλλία θα εισέλθει σε έναν νέο κύκλο πολιτικής αβεβαιότητας που θα μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στην εσωτερική οικονομία όσο και στη θέση της χώρας στην ευρωζώνη.