Ας ξεκινήσουμε από το βασικό: η 3η σεζόν του Squid Game στο Netflix δεν είναι «νέα αρχή». Είναι η φυσική συνέχιση μιας επανάστασης που απέτυχε. Όπως ακριβώς και στον πραγματικό κόσμο, όταν το σύστημα δαγκώσει πίσω, δε σταματά. Οι παίκτες επαναστάτησαν, κάποιοι επιβίωσαν, πολλοί πέθαναν, αλλά στο τέλος το καθεστώς… συνέχισε απλώς με επόμενη ψηφοφορία.
Τα νέα επεισόδια πατούν πάνω στη βαριά σκιά της σεζόν 2. Εκεί που ο 456 είχε βγει μπροστά ως ηθικός οδηγός, εδώ είναι ένα φάντασμα του εαυτού του. Κατηγορείται ως συνεργάτης του Front Man, κυκλοφορεί ανέκφραστος, σχεδόν έτοιμος να παραιτηθεί. Και κάπως έτσι ξεκινά το μακελειό.
Squid Game: Τα νέα παιχνίδια και ο θάνατος της αθωότητας
Το πρώτο αιματηρό παιχνίδι, μια φτηνή παγίδα που δίνει στον ήρωα τη «χάρη» να σκοτώσει έναν εχθρό και να επιβιώσει, μας προετοιμάζει: οι κανόνες έχουν αλλάξει. Οι παίκτες πλέον καλούνται να σφάξουν μεταξύ τους, χωρίς κανένα φανταχτερό πλαίσιο. Ο κόσμος του παιχνιδιού έγινε ακόμα πιο νιχιλιστικός, ακόμα πιο βάρβαρος.
Η εγκυμονούσα παίκτρια 222 (Κιμ Τζουν-χι) και το μωρό της, γίνονται το νέο ηθικό και συγκινησιακό κέντρο. Η επιβίωση δεν είναι πια για κάποιο έπαθλο. Είναι για να σωθεί κάτι που αξίζει – μια νέα ζωή μέσα στον απόλυτο παραλογισμό. Το παιδί γίνεται για τον 456 ο τελευταίος λόγος να συνεχίσει.
Η ηθική σαν παραλογισμός
Η σειρά φροντίζει να μας το πει: ο 456 δεν είναι ο έξυπνος παίκτης, είναι αυτός που επιμένει να φέρεται σαν άνθρωπος. Στο παιχνίδι με το θανατηφόρο σχοινάκι διασχίζει τη γέφυρα με το μωρό στην αγκαλιά του. Σώζει, αντί να σπρώχνει. Αντιδρά, αντί να ενσωματώνεται. Όμως κάθε ανθρώπινη επιλογή του τον φέρνει πιο κοντά στον θάνατο.
Και τον βρίσκει. Όταν πια όλα έχουν τελειώσει, λέει τη μισή φράση που θα θυμόμαστε: «Οι άνθρωποι είναι–» και πέφτει. Ένα σοκ, που δίνει στο φινάλε ένα συντριπτικά φιλοσοφικό βάρος. Για τον καθένα, οι άνθρωποι είναι κάτι διαφορετικό. Το Squid Game σε αφήνει να ολοκληρώσεις τη σκέψη, όπως θα την ολοκλήρωνες… με τη ζωή σου.
Η Κέιτ Μπλάνσετ και το χαμόγελο της επόμενης φρίκης
Στον επίλογο, καθώς ο Front Man φεύγει από το Λος Άντζελες, ένα γνώριμο «κλικ» τον σταματά. Η στρατολόγηση ενός νέου παίκτη. Και ποια είναι εκεί; Η Κέιτ Μπλάνσετ. Με ένα βλέμμα διαλύει ολόκληρες ιδεολογίες. Η παρουσία της είναι η απόλυτη ειρωνεία: το σύστημα όχι μόνο επέζησε, αλλά τώρα… έχει budget.
Η κάμερα τη δείχνει και όλα αλλάζουν. Η σειρά μεταμορφώνεται ξανά. Η Μπλάνσετ, το παιδί, ο Front Man, η κόρη του 456, οι VIP… όλα είναι κομμάτια μιας αλληγορίας χωρίς έξοδο κινδύνου.
Τι κρατάμε από αυτό το φινάλε;
– Το Squid Game δεν προσφέρει κάθαρση.
– Ο ήρωάς μας δεν δικαιώνεται, πεθαίνει.
– Η επανάσταση δεν πετυχαίνει, παγιδεύεται.
– Η αθωότητα δεν θριαμβεύει, απλώς επιβιώνει.
– Και το παιχνίδι… συνεχίζεται.
Γιατί; Επειδή σε έναν κόσμο σχεδιασμένο να βλέπει τον άνθρωπο σαν άλογο, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να μη galopάρεις. Να σταθείς, να κοιτάξεις τον άλλον στα μάτια και να πεις: «Όχι. Δεν παίζω». Αυτό έκανε ο 456. Και πλήρωσε το τίμημα.
Η 3η σεζόν του Squid Game είναι ένα πολιτικό statement με σφαίρες και αίμα. Και το φινάλε του; Ίσως το πιο δυνατό που έχει παραδώσει blockbuster σειρά εδώ και χρόνια. Ακριβώς επειδή δεν μας χάιδεψε τα αυτιά. Αντιθέτως, τα άφησε να βουίζουν. Από σιωπή. Από θόρυβο. Από το ίδιο το παιχνίδι που –ακόμα κι όταν σταματήσει να παίζεται– θα συνεχίζει να παίζει μέσα μας.
GAME OVER. Ή μήπως όχι;