Το WWF Ελλάς παρουσιάζει μια εκτενή έρευνα που ρίχνει φως στο παράνομο και ανεξέλεγκτο εμπόριο άγριων ειδών στη χώρα, ένα πρόβλημα που –όπως τονίζουν οι ερευνητές– παραμένει σε μεγάλο βαθμό αθέατο από την ελληνική κοινωνία. Η έρευνα διήρκησε πάνω από ένα έτος και επιδιώκει να τεκμηριώσει όχι μόνο τις μορφές και τις διαδρομές αυτού του εμπορίου, αλλά και τις συνέπειες που έχει για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα.
Το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής συγκαταλέγεται διεθνώς μεταξύ των πιο προσοδοφόρων μορφών οργανωμένου εγκλήματος, με την Interpol να το κατατάσσει στην τέταρτη θέση παγκοσμίως, πίσω από τα ναρκωτικά, τα όπλα και την εμπορία ανθρώπων. Με εκτιμώμενο τζίρο που ξεπερνά τα 18 δισ. ευρώ ετησίως, πλήττει χιλιάδες είδη ζώων και φυτών, από κοράλλια και ερπετά μέχρι ελέφαντες, ρινόκερους και άγριες ορχιδέες.
Από τα παζάρια στα ψηφιακά δίκτυα – Το προφίλ της ελληνικής παράνομης αγοράς
Η έρευνα του WWF Ελλάς βασίστηκε σε επιτόπιες αυτοψίες σε φυσικές αγορές –με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αγορά του Σχιστού– καθώς και σε συστηματική χαρτογράφηση διαδικτυακών ιστότοπων. Παράλληλα, αξιοποιήθηκαν συνεντεύξεις με περιβαλλοντικές οργανώσεις και αρμόδιους φορείς, δημιουργώντας μια πλήρη εικόνα της παράνομης διακίνησης στη χώρα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η εμπορία άγριων ειδών στην Ελλάδα αφορά κυρίως πτηνά που συλλαμβάνονται και πωλούνται παράνομα, όπως καρδερίνες, φλώροι και λούγαρα. Ενδεικτική είναι η κατάσχεση 292 άγριων πτηνών στο παζάρι του Σχιστού, κατά τη διάρκεια αιφνιδιαστικής επιχείρησης θηροφυλάκων της Δ’ Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Στερεάς Ελλάδας.
Ταυτόχρονα, ερπετά όπως χελώνες και φίδια, αλλά και ασπόνδυλα, μεταξύ των οποίων σκορπιοί και μυρμήγκια, εντοπίζονται σε ευρωπαϊκές διαδικτυακές αγορές, προερχόμενα από παράνομη συλλογή στην ελληνική ύπαιθρο. Η ζήτηση δεν περιορίζεται σε ζωντανά ζώα, αλλά επεκτείνεται και σε παράγωγα, όπως δέρματα, ξυλεία ή ακόμη και φυτικά είδη υψηλής αξίας.
Υποστελέχωση, έλλειψη βούλησης και κενά στη διαφάνεια
Κομβικό εύρημα της έρευνας αποτελεί η διαπίστωση ότι η παράνομη εμπορία άγριας ζωής στην Ελλάδα παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτη λόγω της χρόνιας υποστελέχωσης των δασικών υπηρεσιών. Οι προσλήψεις της τελευταίας περιόδου, σύμφωνα με την έκθεση, δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των δασαρχείων, ενώ πολλοί δασονόμοι και δασοφύλακες μένουν καθηλωμένοι σε διοικητικά καθήκοντα, αδυνατώντας να πραγματοποιήσουν επιτόπιους ελέγχους.
Παράλληλα, η έρευνα επισημαίνει έλλειψη πολιτικής βούλησης, καθυστερήσεις στην υιοθέτηση των αναγκαίων μέτρων και σοβαρά κενά στη συλλογή, ανάλυση και δημοσιοποίηση δεδομένων από τις αρμόδιες αρχές. Η απουσία διαφάνειας και ενημέρωσης πλήττει και τους ίδιους τους καταναλωτές, που συχνά δεν γνωρίζουν ότι η αγορά τέτοιων ειδών είναι παράνομη και συμβάλλει στην εξαφάνιση σπάνιων οργανισμών.
Επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και προτάσεις για λύσεις
Οι συνέπειες του παράνομου εμπορίου άγριας ζωής είναι βαθιές και πολυεπίπεδες. Σύμφωνα με το UNODC, η υπερεκμετάλλευση ειδών μπορεί να μειώσει δραματικά τους πληθυσμούς τους και να οδηγήσει ακόμη και σε τοπική ή παγκόσμια εξαφάνιση. Η απώλεια της βιοποικιλότητας διαταράσσει ολόκληρα οικοσυστήματα και επηρεάζει άμεσα τη ζωή του ανθρώπου, δημιουργώντας αλυσιδωτές περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Για την αντιμετώπιση του φαινομένου, η έρευνα και το WWF Ελλάς προτείνουν σειρά μέτρων: εντατικοποίηση των ελέγχων σε φυσικές και διαδικτυακές αγορές, αυστηροποίηση των προστίμων, ενίσχυση των δασικών υπηρεσιών και τελωνείων με προσωπικό και εξοπλισμό, διαμόρφωση σαφούς νομοθετικού πλαισίου για την κατοχή ερπετών και άλλων ειδών ως κατοικίδιων, ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ αρμόδιων υπηρεσιών και εκτεταμένη ενημέρωση της κοινωνίας.
«Ο ρόλος των καταναλωτών είναι κομβικός»
Η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής προγραμμάτων προστασίας περιβάλλοντος στο WWF Ελλάς, τονίζει ότι το πρόβλημα όχι μόνο υπάρχει αλλά «ευδοκιμεί», καθώς λείπει ένα αποτελεσματικό σύστημα ρύθμισης και ελέγχου των αγορών μέσα από τις οποίες διακινούνται σπάνια και απειλούμενα είδη. Η ίδια υπογραμμίζει ότι, πέρα από τις κρατικές ευθύνες, κρίσιμος είναι και ο ρόλος των πολιτών, οι οποίοι, μέσα από υπεύθυνες επιλογές, μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην προστασία της βιοποικιλότητας.
Περισσότερα στοιχεία και πλήρη πρόσβαση στην έρευνα βρίσκονται διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της WWF Ελλάς, με τη φιλοδοξία η δημοσιοποίησή της να αποτελέσει αφετηρία για αλλαγές που θα θωρακίσουν τους φυσικούς θησαυρούς της χώρας από ένα οργανωμένο και εξαιρετικά επικερδές παράνομο εμπόριο.
Διαβάστε επίσης:











